Τρίτη 16 Αυγούστου 2016

Εμπεσός... Ένα ταξίδι στο παρελθόν...

Project τοπικής ιστορίας στο Γυμνάσιο Εμπεσού 2012 -2013

O Εμπεσός κι εμείς θα είμαστε πάντα κοντά και θα ξεδιπλώνονται όλα ζωντανά μπροστά μας..Τα περασμένα και τα τωρινά, οι άνθρωποι και η φύση, οι εκκλησιές και τα σχολειά, η ζεστή «καλημέρα» και η αυθόρμητη κουβέντα στο δρόμο, οι χαρές μας, οι λύπες μας…. Όλα αυτά κλείνουν μέσα τους μια μαγεία, μια ακαθόριστη και μοναδική ομορφιά..την αγάπη στο καθετί, τους ισχυρούς δεσμούς με όλα…. (Εμπεσιώτικη Φωνή 1ο φ. Ιαν-Φεβρ. 1991-από το κύριο άρθρο του 1ου φύλλου- Χρίστος Γ. Παπαδημητρίου Το Λαογραφικό Μουσείο Εμπεσού Δήμου Ινάχου Αιτ/νιας Αθήνα 2002.
H παρούσα εργασία πραγματοποιήθηκε στα πλαίσια του project τοπικής ιστορίας στο Γυμνάσιο Εμπεσού. Η επιλογή της θεματογραφίας έγινε με βάση τις προτιμήσεις, το τοπικό περιβάλλον καθώς και τα βιώματα των μαθητών. Οι μαθητές έδειξαν ιδιαίτερη προτίμηση και ευαισθησία για τα ήθη και τα έθιμα του χωριού τους και γενικότερα για τα έθιμα της ευρύτερης περιοχής του Βάλτου (Βαλτοχώρια). Κατόπιν συζήτησης αποφασίσαμε να ασχοληθούμε με τα ήθη και τα έθιμα όπως αναδεικνύονται μέσα από τα εκθέματα του Λαογραφικού Μουσείου Εμπεσού. Οι μαθητές της Γ’ τάξης χωρίστηκαν σε ομάδες, επισκέφθηκαν το μουσείο, συγκέντρωσαν το απαραίτητο φωτογραφικό υλικό και κατόπιν συγκέντρωσαν επιμέρους πληροφορίες από γονείς, παππούδες, συγγενείς. Οι μαθητές ευαισθητοποιήθηκαν έντονα για την ιστορία της ιδιαίτερης πατρίδας τους. Το project λοιπόν υλοποιήθηκε με αυτοψία και επιτόπια έρευνα στο χώρο του μουσείου, συγκέντρωση φωτογραφικού υλικού, επίσκεψη μνημείων της περιοχής και μαρτυρίες συγγενών καθώς και υλικό από το βιβλίο του κ. Χρίστου Γ. Παπαδημητρίου «Το Λαογραφικό Μουσείο Εμπεσού Δήμου Ινάχου Αιτ/νιας»( Αθήνα 2002). Ο ρόλος των καθηγητών τους στην προσπάθεια αυτή υπήρξε συμβουλευτικός, συντονιστικός και καθοδηγητικός.

Οι στόχοι που τέθηκαν για την διεκπεραίωση της παρούσας εργασίας ήταν οι εξής:
Α. Γνωστικοί: Να γνωρίσουν οι μαθητές τα ήθη και τα έθιμα του τόπου τους και να αναπτύξουν την ικανότητα να συλλέγουν και να επεξεργάζονται κριτικά πληροφορίες.
Β. Κοινωνικοί: Να μάθουν να είναι συνεπείς στις υποχρεώσεις τους εκτελώντας με υπευθυνότητα και συνέπεια την εργασία τους. Να ανταλλάσσουν γόνιμα, δημοκρατικά και δημιουργικά τις ιδέες και απόψεις τους. Να καλλιεργήσουν μια σχέση αγάπης με τον πολιτισμό και την πολιτιστική τους κληρονομιά και κυρίως να συνειδητοποιήσουν την αναγκαιότητα της διατήρησης των εθίμων.
Oι μαθητές λοιπόν επισκέφθηκαν καταρχήν το Λαογραφικό Μουσείο Εμπεσού.
«Τα εγκαίνια του υπέροχου μουσείου έγιναν το 2000 και υπήρξε καρπός προσπάθειας και συνεργασίας του συλλόγου Εμπεσιωτών στην Αθήνα «Ο Άγιος Θωμάς», του πολιτιστικού συλλόγου Εμπεσού και την κοινότητας Εμπεσού. Στεγάζεται μέχρι τώρα στο παλιό σχολειό του χωριού. « Το παλιό σχολείο, ερείπιο σήμερα γεμάτο αναμνήσεις, παίρνει επιτέλους το δρόμο για την οριστική αναπαλαίωσή του, για να αποτελέσει σύντομα πολιτιστικό χώρο αξιόλογο του χωριού μας» (Εμπεσιώτικη Φωνή, Μαρτ-Απριλ 1996).

Μετά την επίσκεψή τους στο Μουσείο οι μαθητές έγραψαν:

«Το καθετί μέσα στο μουσείο, από το πιο απλό μέχρι το πιο εξαίρετο έχει τη δική του μοναδική αξία. Tα εκθέματα του μας συνδέουν με την παράδοσή μας, την πολιτιστική μας ταυτότητα. Μας γεμίζουν με αγάπη για τον ιδιαίτερο τόπο καταγωγής μας και φιλοδοξούμε αυτή η εργασία να αποτελέσει έναν φόρο τιμής σε προγόνους… παππούδες… γιαγιάδες… συγγενείς… Φόρο τιμής σε εκείνους που ζούσαν μια σκληρή καθημερινότητα, γεμάτη αντιξοότητες και πάλη με τη μάνα φύση..σε εκείνους που ζούσαν όμως μια πιο ανθρώπινη ζωή… μια ζωή κοντά στη φύση.. μαζί με τη φαμίλια.. κοντά στο γείτονα και συνάνθρωπο… στη γειτονιά, την εκκλησιά, το καφενείο, την πλατεία του χωριού.. Αυτή η εργασία είναι η μνήμη του παρελθόντος… το γερό θεμέλιο για το πέρασμά μας στο μέλλον..»


Η ζωή των προγόνων μας στα Βαλτοχώρια…

Στα ταπεινά Βαλτινά χωριατόσπιτα, το τζάκι ήταν το κέντρο ζωής της οικογένειας. Εκεί δένονταν με αγάπη όλη η οικογένεια και προετοιμαζόταν το καθημερινό φαγητό που τάιζε πολλά στόματα. Για την παρασκευή του φαγητού χρησιμοποιούσαν παραδοσιακά σκεύη. Βασικό δείγμα και ακλόνητη απόδειξη της νοικοκυροσύνης των κοριτσιών ήταν τα κεντήματα, οι υπέροχες αυτές καλλιτεχνικές δημιουργίες των κοριτσιών που ήταν απαραίτητα για την προίκα τους. Τα εργαλεία που χρησιμοποιούσαν ήταν ο αργαλειός, οι ρόκες και τα χτένια. Πολύχρωμες όμορφες καραμελωτές, ζεστά απλάδια και βελέντζες, όλα κεντημένα στον αργαλειό από τα χέρια της προκομμένης νοικοκυράς στόλιζαν το Εμπεσιώτικο σπίτι και ταυτόχρονα ζέσταιναν την φαμίλια τις κρύες νύχτες του χειμώνα. Ρούχα, δισάκια, σακούλια όλα υφαντά στον αργαλειό με τη σαΐτα και το χτένι. Λανάρια, ρόκα, αδράχτι και αργαλειός μεταμορφώνουν τα πουκάρια το μαλλί σε υπέροχα υφαντά.. μαντανίες, απλάδια, βελέτζες, χιράμια, στρώσες…

Τα κτηνοτροφικά σκεύη για το άρμεγμα, την παρασκευή τυριού και γιαουρτιού ήταν φτιαγμένα από τους ίδιους τους κτηνοτρόφους. Χειροποίητα σκεύη απαράμιλλης δεξιοτεχνίας. Σαρμανίτσα, βαρέλα, καδί, ασκί, καρδάρα, κάπα, σαμάρι, σαλιβάρι….

ΗΘΗ ΚΑΙ ΕΘΙΜΑ ΤΟΥ ΓΑΜΟΥ ΣΤΑ ΧΩΡΙΑ ΜΑΣ
Η δομή της οικογένειας και της κοινωνίας σε παλαιότερα χρόνια
Στα παλαιότερα χρόνια τα ήθη ήταν πολύ πιο αυστηρά απ’ ότι στις μέρες μας. Η κοινωνική και οικονομική βάση στην οποία εδράζεται ο ελληνικός γάμος, προϋποθέτει το συνοικέσιο, ως μία επίσημη αναγνώριση του ρόλου των γονέων.
Η περίοδος των αρραβώνων καθοριζόταν επίσης από τους γονείς. Υπήρχε απαγόρευση για τον αρραβωνιασμένο ζευγάρι να έρχεται σε επαφή. Γενικά, η θέση του άνδρα ήταν εξέχουσα στην ελληνική κοινωνία. Αυτός αποφάσιζε, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων.
Το χρονικό διάστημα των αρραβώνων μπορούσε να εξελιχθεί σε περίοδο ψυχικής και ηθικής δοκιμασίας, για την κοινωνικά μειονεκτικότερη γυναίκα που έπρεπε συχνά να εξουδετερώσει πιθανές ενέργειες και επιβουλές εχθρών και αντιζήλων. Το άγχος όμως αυτό δεν έλειπε από την έγγαμη ζωή. Όμως, εκεί η γυναίκα ήταν πιο εξασφαλισμένη, με τη δεδομένη δυσκολία του διαζυγίου στις κλειστές κοινωνίες.
Η δομή της οικογένειας, αλλά και της κοινωνίας εκτός από την ανδροκρατούμενη είχε και στοιχεία δεισιδαιμονίας, μαγείας και αρχαϊκής σκέψης.
Ο γάμος αποτελούσε σημαντικό γεγονός για τα πλαίσια της κλειστής κοινωνίας ενός χωριού. Ήταν το κεντρικό θέμα αναφοράς, ευκαιρίας για απόδραση από την καθημερινότητα και ευκαιρίας για διασκέδαση και γνωριμίες.

Το προξενιό
            Ο γάμος γινόταν συνήθως με προξενιό. Ο γαμπρός δεν πήγαινε ποτέ μόνος του να ζητήσει τη νύφη. Αυτό το αναλάμβανε ο προξενητής, άνθρωπος ηλικιωμένος, σοβαρός, εχέμυθος και ικανός στα λόγια. Ο πατέρας της κοπέλας θα απαντούσε, αν δεχόταν το προξενιό ή όχι. Η κοπέλα δεν είχε λόγο στην απόφαση, καθώς έκανε ό,τι θα αποφάσιζαν οι γονείς της και κυρίως ο πατέρας της. Η κουβέντα άρχιζε με τη φράση «εμείς ήρθαμε για κάποιο σκοπό».
Πολλές φορές η νύφη και ο γαμπρός δε γνωρίζονταν μεταξύ τους. Υπήρχαν και περιπτώσεις, κατά τις οποίες έδειχναν στον προξενητή μία ωραία κοπέλα και στο γάμο παρουσίαζαν μία άσχημη. Αυτό συνέβαινε, όταν η νύφη ήταν από μακρινό χωρίο, και συναντούσε το γαμπρό και τους συγγενείς του για πρώτη φορά την ημέρα του γάμου.

Τα τελειώματα και οι αρραβώνες
            Όταν γινόταν δεκτό το προξενιό, ακολουθούσε η συμφωνία για την προίκα. Αυτή ήταν ανάλογη με την οικονομική κατάσταση της οικογένειας. Συνήθως έδιναν οι γονείς της νύφης ζώα και χωράφια. Εκτός από αυτά η κοπέλα είχε έτοιμα τα χοντρά ρούχα, που είχε φτιάξει μαζί με τη μάνα της, όπως φλοκάτες, μαντανίες, κουβέρτες.
            Λίγες μέρες αργότερα γινόταν τα αρραβωνιάσματα. Στο σπίτι της νύφης συγκεντρώνονταν και οι συγγενείς του γαμπρού. Ο νουνός φορούσε τις βέρες στο γαμπρό και τη νύφη και εύχονταν όλοι «Καλά στέφανα».
            Μετά τα αρραβωνιάσματα ο γαμπρός και η νύφη δεν έκαναν παρέα. Φέρονταν σαν να είναι ξένοι. Όταν συναντιόταν κάπου έλεγαν μια «καλημέρα» και τίποτε άλλο. Σε πανηγύρια και σε γιορτές η νύφη συνοδευόταν από συγγενικά της πρόσωπα. Οι ετοιμασίες για το γάμο άρχιζαν μια εβδομάδα πριν από τα καλέσματα. Ένας συγγενής του γαμπρού περνούσε από όλους με μια μπουκάλα κρασί και ένα ποτήρι.

Οι συχαριάτες
Όταν το συμπεθεριό πλησίαζε στο χωριό του γαμπρού δύο τρεις νέοι συμπέθεροι, οι συχαριάτες, με γρήγορα άλογα άφηναν τους άλλους και πήγαιναν στο σπίτι του γαμπρού, όπου συνήθως ήταν η μάνα του και της έπαιρναν συχαρίκια: της ανακοίνωναν ότι έγιναν τα στέφανα και έρχονταν με τη νύφη.
            Τους κερνούσαν γλυκά και ούζο, τους φίλευαν και έδιναν από ένα μαντίλι (χειρομάντιλο) και επέστρεφαν να συναντήσουν πάλι το συμπεθεριό.

Η εβδομάδα του γάμου:
1. ΔΕΥΤΕΡΑ: Άρχιζε το πλύσιμο της προίκας. Οι γονείς που είχαν 3 έως 4 κορίτσια, δεν μπορούσαν να γλιτώσουν από τις προίκες. Οι πλούσιοι έπαιρναν μεγάλη προίκα με ακριβά και ωραία πράγματα και επιπλέον έπαιρναν και λίρες. Και οι φτωχοί έπρεπε να έχουν όλα τα απαραίτητα και για το σπίτι, αλλά και για τα ατομικά της νύφης.
2. ΤΡΙΤΗ ΚΑΙ ΤΕΤΑΡΤΗ: Σιδέρωμα και στόλισμα στο σπίτι της νύφης. Όταν έμπαινε η κοπέλα στο μήνα για το γάμο άρχιζαν οι ετοιμασίες. Μαζευόντουσαν οι φίλες, αδελφές, θείες, ξαδέρφες και βοηθούσαν όλοι. Όλα έπρεπε να πλυθούν, να σιδερωθούν να τα κάνουν όλα ωραία. Όλα κεντημένα και πλεγμένα.
3. ΒΡΑΔΥ ΤΕΤΑΡΤΗΣ (κατά άλλους της Δευτέρας): Στο σπίτι του γαμπρού γινόταν το ανάπιασμα των προζυμιών. Στο κεντρικό τραπέζι έφερναν μια σκάφη γεμάτη αλεύρι και τρία κόσκινα. Τρία μικρά παιδιά, δύο αγόρια και ένα κορίτσι, που να έχουν εν ζωή και τους δύο γονείς, ζυμώνανε το προζύμι για το τσουρέκι του γάμου. Και όπως ήταν μαζεμένοι οι συγγενείς στο σπίτι ξενοιάζανε (δωρίζανε).  Όσο κρατούσε η διαδικασία οι συγγενείς τραγουδούσαν τα τραγούδια:

            Δασιά – δασιά  είν’ τα κόσκινα και αφράτα τα προζύμια.
            Ζυμώστε νιες, ζυμώστε νιοί , την κουλούρα να χαρούνε
            Να φκιάσει η νύφη το ψωμί να φαν οι καλεσμένοι
            Να φάει το συμπεθεριό που θα βρεθεί στο γάμο.

            Ευχήσου με, πατέρα μου, τώρα στα πρώτα κόσκινα.
            Με την ευχή, παιδάκι μου, καλά να γίνει ο γάμος
            Ευχήσου με, μανούλα μου, τώρα στα πρώτα κόσκινα.
            Με την ευχή, παιδάκι μου, τώρα στα πρώτα κόσκινα.
            Ευχήστε με, αδερφάκια μου, τώρα στα πρώτα κόσκινα.
            Με την ευχή αδερφούλα/η μας, τώρα στα πρώτα κόσκινα.
            Ευχήστε με, ξαδέρφια μου, τώρα στα πρώτα κόσκινα.
            Με την ευχή ξαδέρφη/ε μας, τώρα στα πρώτα κόσκινα.
            Ευχήστε με βρε χωριανοί και όλα τα Βιλαέτια.
            Με την ευχή, νυφούλα/ γαμπρούλη μας
τώρα στα πρώτα κόσκινα.

            Όταν τελείωνε το κοσκίνισμα αλεύρωναν το γαμπρό. Έπαιρναν από το κοσκινισμένο αλεύρι και έριχναν στο κεφάλι του λέγοντας την ευχή: «Να ασπρίσει, να γεράσει.». Με το αλεύρι ζύμωναν την κουλούρα της νύφης και την έστελναν την Πέμπτη.
Όταν έμπαινε η τελευταία εβδομάδα καλούσαν στο γάμο τους συγγενείς και φίλους με μήλο, και πάνω στο μήλο έβαζαν γαρύφαλλο. Το γαρύφαλλο συμβολίζει «Πατήρ, Υιός και Άγιο Πνεύμα». Οι γονείς δώριζαν στα παιδιά που έκαναν το κάλεσμα. Τους υπόλοιπους τους καλούσαν με κουφέτα μέσα στις μπομπονιέρες.
4. ΠΕΜΠΤΗ: Προετοιμασίες γάμου (ποτά και μεζέδες). Την Πέμπτη πήγαιναν οι νέοι και οι νέες να φέρουν την προίκα. Τα όργανα έπαιζαν χορούς και τραγούδια. Ο πεθερός έπρεπε να δώσει χρήματα και να κατέβει η προίκα για να τη στολίσουν. Ένα δωμάτιο ήταν της νύφης. Γύρω στους τοίχους ήταν σκοινιά και εκεί κρέμαγαν την προίκα 15 ημέρες. Ερχόντουσαν τα κορίτσια και έπαιρναν σχέδια κεντητά και δαντέλες.
5. ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ: Μπογιάζανε (μαζεύανε τα ρούχα της προίκας σε μπόγους). Τα τεμάχια σε κάθε μπόγο έπρεπε να έχουν μονό νούμερο, δηλαδή 3-5-7-9 κτλ. Οι καλεσμένοι, οι γυναίκες τα δίπλωναν, τα έκαναν δέματα και τα έδεναν με λευκές κορδέλες. Τραγουδούσαν το παρακάτω τραγούδι:
Διπλώστε τα προικιά καλά μην τα γελάσουν τα χωριά.
Διπλώστε τα προικιά καλά μην τα γελάσει η πεθερά.
Την ίδια μέρα, οι συγγενείς του γαμπρού πήγαιναν στο σπίτι της νύφης με άλογα, για να πάρουν τα προικιά. Μαζί με τα προικιά έπαιρναν και γλάστρες με βασιλικούς για το νέο σπίτι της νύφης. Όταν ήταν έτοιμα, δύο αγόρια με μάνα και πατέρα στη ζωή κάθονταν στα μπαούλα και δεν κατέβαιναν, αν δεν τους έδιναν χρήματα.
Την εποχή εκείνη, όλα τα ρούχα τα έφτιαχναν με τα χέρια τους οι γυναίκες.  Όλα τα προικιά: χοντρόρουχα, κεντήματα, σακιά και σακούλια, πλεκτά αλλά και χαλκώματα και μπαούλα ήταν δείγμα προκομμένης νύφης και νοικοκυρεμένου σπιτιού. Αυτή την έννοια είχε  και το ξεδίπλωμα των προικιών.
Την Παρασκευή, λοιπόν, ήταν μεγάλες οι  ετοιμασίες, και στου γαμπρού το σπίτι και στης νύφης. Είχαν γλυκά, πίτες, χαλβάδες, κότες, μεζέδες και άλλα διάφορα είδη.

6. ΣΑΒΒΑΤΟ: Το πρωί στο σπίτι του γαμπρού και στο σπίτι της νύφης έπρεπε να λουστούν 3 παιδιά (2 κορίτσια και 1 αγόρι ή αντίθετα). Και έπειτα να λουστούν ο γαμπρός και η νύφη. Μετά τις 3 μ.μ. ξεκινούσε ο γάμος (γλέντι). Νέοι και νέες ελεύθεροι, μαζί με τα μπρατίμια, πήγαιναν να πάρουν την προίκα με κάρα. Πήγαιναν και το νυφικό(αφού γινόταν το ξένοιασμα-δώρισμα). Το ίδιο το ξένοιασμα γινόταν και στο σπίτι του γαμπρού. Άρχιζε το στόλισμα της προίκας στο σπίτι του γαμπρού, ο οποίος έπρεπε να χορέψει μαζί με την πεθερά, τραγουδώντας. Το βράδυ 2 νέοι (μπρατίμια), καλούσαν όλο το χωριό με τσίπουρο για το γλέντι του Σαββάτου. Αργότερα, ερχόταν ο γαμπρός με την παρέα του, για να ρίξει τη μαντηλιά. Η νύφη καθόταν στη γωνία του δωματίου και περίμενε. Ακολουθούσε κέρασμα και χορός. Και τέλος άρχιζε το ζύμωμα του κνα.
Το Σαββάτο το βράδυ άρχιζε το γλέντι στο σπίτι του γαμπρού και στο σπίτι της νύφης. Τα όργανα έπαιζαν χορούς και τραγούδια. Και ο κόσμος γλεντούσε γεμάτος χαρά. Ζύμωναν το κνα και το τραγουδούσαν. Το κνα ήταν μια σκόνη κοκκινωπή και το ζύμωναν τα κορίτσια μαζί με το κρασί. Μετά δύο κορίτσια μοίραζαν το κνα και δύο κορίτσια είχαν το δίσκο και όλοι έβαζαν λεφτά. Ύστερα έπαιρναν τα κορίτσια και τα παλικάρια το κνα, το δένανε με πανάκι στο δάκτυλο και έπαιρνε ένα χρώμα, όπως είναι το κονιάκ. Και αυτό δεν έβγαινε με ό,τι και αν πλενόσουν. Το γλέντι συνεχιζόταν, ο δίσκος γύριζε με ποτά, μεζέδες και γλυκά.
 Το Σαββάτο το βράδυ ερχόταν ο γαμπρός με φίλους, με τα αδέλφια να ρίξουν μαντηλιά στη νύφη. Έτσι το έλεγαν. Ήταν ένα ωραίο καρέ καλοκεντημένο στις τέσσερις γωνίες. Μέσα έβαζαν μήλα, πορτοκάλια, ξηρούς καρπούς, καραμέλες και τα κερνούσαν. Έπειτα έβγαζαν διάφορα κεράσματα στο γαμπρό και στα παιδιά. Ύστερα χόρευαν και έφευγαν.

7. ΚΥΡΙΑΚΗ: Άρχιζε το μαγείρεμα. Καλούσαν παντρεμένα ζευγάρια για φαγητό. Το μεσημέρι άρχιζε ο χορός και οι νέοι και οι νέες στόλιζαν και έντυναν το γαμπρό και τη νύφη, τραγουδώντας. Πρώτα μαζεύονταν όλοι στο σπίτι του γαμπρού. Καλούσαν τότε τον κουρέα για να του κόψει τα μαλλιά και τον ξυρίσει. Ο γαμπρός καθόταν σε μία καρέκλα και δίπλα του έβαζαν ένα δίσκο και ένα ποτήρι με νερό και τραγουδούσαν το τραγούδι:
Ορέ ασπροσυννέφιασ’ ο ουρανός
            τώρα ξυρίζεται ο γαμπρός.
            Ορέ ξυράφια από τα Γιάννενα
            κι ακόνια από την Πρέβεζα.
            Ορέ γι’ ανάγκασε ορέ μπαρμπέρη μου,
            γι’ ανάγκασε ορέ το χέρι σου
            Ορέ έχουμε δρόμο αλαργινό.
            Ορέ για πρόσεξε ορέ μπαρμπέρη μου
            ορέ για πρόσεξε ορέ το χέρι σου
            να μη μας κόψεις το γαμπρό
            και μας γελάσει το χωριό.
Ή το ακόλουθο:
 Παρπέρι τα ξυραφάκια σου να τα μαλαματώσεις,
για να μην κόψεις το γαμπρό, να μην τον εματώσεις
           
Πολλές φορές συνέχιζαν το παρακάτω τραγούδι:
            Ευχήσου με πατέρα μου
            κι έχω δρόμο αλαργινό.
            Ποτάμια να περάσω
            να πάω να βρω το ταίρι μου
            την πολυαγαπημένη μου.
Όταν γινόταν το ξύρισμα οι καλεσμένοι ράντιζαν το γαμπρό με σταγόνες από το νερό του ποτηριού και μετά σταύρωναν το κεφάλι του με χρήματα τα οποία στη συνέχεια έριχναν στο δίσκο. Όταν τελείωνε το ξύρισμα, έριχναν νερό και αλάτι στο γαμπρό, για συμφιλίωση εφαρμόζοντας το «Ό,τι είπαμε νερό κι αλάτι». Ο  γαμπρός φορούσε τα γαμπριάτικα και η μάνα του έβαζε στην τσέπη του σκόρδο, θυμίαμα, ασφάκα και ένα σουγιά για να μην τον πιάσει το κακό το μάτι.  Τον έβαζαν σε ένα ταψί και τα παλικάρια τον σήκωναν ψηλά και φώναζαν «Άξιος», να βγει στην κοινωνία και να κάνει καλή οικογένεια. Η μητέρα έριχνε ρύζι και μετά έριχναν ρύζι όλοι όσοι ήταν εκεί. Έπειτα, έκοβαν το τσουρέκι στο γαμπρό και το έπαιρναν οι ελεύθεροι, το έβαζαν κάτω από τα μαξιλάρια τους τη νύχτα, για να δουν ποιον ή ποια θα πάρουν. Ο γαμπρός με τους καλεσμένους του και τα όργανα πήγαιναν να πάρουν τον κουμπάρο, να κεραστούν, να χορέψουν και μετά πηγαίνανε στη νύφη.
Στο σπίτι της νύφης οι γυναίκες τη στόλιζαν τραγουδώντας:
Επάνω στην τριανταφυλλιά
φτιάνει η πέρδικα φωλιά
με σύρματα και με κλαδιά
και με σαρανταπέντε αυγά.
Κι αναταράχθει η πέρδικα
και πέσαν τα τριαντάφυλλα
και στην ποδιά της τα βαλαν
να φτιάξουν άνθινο νερό
να λούσουν νύφη και γαμπρό.

Στη συνέχεια τραγουδούσαν:
            Ευχήσου με μανούλα μου
            σ’ αυτό το πρώτο στόλισμα.
            Ευχήσου με πατέρα μου
            σ’ αυτό το πρώτο στόλισμα.
            Ευχηθείτε με αδέρφια μου
            κι εσείς καλοί γειτόνοι.

Όταν η νύφη θα πήγαινε σε μακρινό χωριό έλεγαν:
            Άσπρη κάτασπρη πέρδικα, ήταν στη γειτονιά μας.
            Κι έρχεται ο ξένος, ο πεντάξενος κι απλώνει και την παίρνει.
            Ξεΐσκιωσαν οι γειτονιές κι ομόρφυναν τα ξένα.

Η νύφη όταν ντυνόταν, την τέλωναν, έκοβαν τα τέλια στο κεφάλι και την τραγουδούσαν:

Να ζήσει χρόνους εκατό
 και να συμπεράσει το ανδρόγυνο,
που γίνεται, να ζήσει, να γεράσει.

Έπειτα, η νύφη καθόταν σε μια γωνία, μπροστά ένα τραπέζι, δεξιά και αριστερά ήταν 2 νέες, οι αδελφές και οι εξαδέλφες. Πρώτος, πήγαινε ο γαμπρός να φιλήσει τη νύφη και στο χέρι της νύφης έδινε χρήματα. Έπειτα, ο πεθερός έδινε λίρα και τέλος η πεθερά και οι υπόλοιποι. Ύστερα, ο κουμπάρος έπρεπε να κόψει το τσουρέκι στο κεφάλι της νύφης, αφού το σταύρωνε τρεις φορές, όπως και στο γαμπρό. Όλα γίνονταν, όπως «διάταζε» ο κουμπάρος, που ήταν, κατά το έθιμο, αυτός που διηύθυνε το καθετί στο γάμο. Μετά όλοι κατέβαιναν και χόρευαν με τη νύφη. Πρώτος ο πεθερός χάριζε χρήματα στα όργανα, μετά η πεθερά και στο τέλος όλοι οι υπόλοιποι.
Όταν η συνοδεία του γαμπρού έφτανε κοντά στο σπίτι της, ο κουνιάδος της πήγαινε να φορέσει τα παπούτσια στη νύφη. Έβαζε μέσα και χρήματα. Οι συγγενείς της έλεγαν τότε το τραγούδι:
Νυφούλα ποιος σε στόλισε και σ’ ηύρα στολισμένη.
Η μάνα μου με στόλισε και μ’ ηύρες στολισμένη.
Έβγα νύφη από την πόρτα, όπως έβγαινες και πρώτα.
Ο γαμπρός σε περιμένει, να σε πάρει από το χέρι.

Το έθιμο του παπουτσιού αποτελεί μια αρχιτεκτονική ομοιότητα γαμήλιας τελετουργίας και παραμυθιού. Το να φοράει ο κουνιάδος τα παπούτσια στη νύφη ήταν συνήθεια και πολύ διαδεδομένο μέχρι τα νεότερα χρόνια. Στο παραμύθι της σταχτοπούτας, το βασιλόπουλο πετυχαίνει να πάρει με πονηριά ένα παπούτσι της νέας που διέφυγε και δηλώνει «δεν θα κάνω καμία άλλη γυναίκα μου, παρά μονάχα εκείνη που θα της πηγαίνει ετούτο το χρυσό παπούτσι».
            Η υποκατάσταση του γαμπρού από τον κουνιάδο στη δοκιμή του παπουτσιού δεν σημαίνει καμιά σοβαρή απόκλιση, αλλά γίνεται σκόπιμα για να προστατευτεί ο γαμπρός από τις επίβουλες κακές δυνάμεις που αόρατες καραδοκούν έτοιμες να το βλάψουν.
Όταν ο γαμπρός με τη συνοδεία του έφτανε στο σπίτι της νύφης έλεγαν το τραγούδι:
            Ξύπνα περδικομάτα μου κι ήρθα στην γειτονιά σου,
            Χρυσά πλεξούδια σου ΄φερα, να πλέξεις τα μαλλιά σου.
            Σαν τα ‘φερες καλά έκανες, κι ας έκανες και κόπο.
            Πολλά χατίρια μου ‘κανες για κάνε κι άλλο ένα.
            Το παραθύρι το ακρινό, βράδυ να μην το κλείσεις.
            Κι εγώ για το χατίρι σου ολάνοιχτο τα’αφήνω.

Το απόγευμα της Κυριακής ακολουθούσε η πομπή του γάμου. Ο γαμπρός, τα κουμπάρια και όλοι οι άλλοι, πήγαιναν και έπαιρναν τη νύφη για την εκκλησία, χορεύοντας κα τραγουδώντας με όργανα.
Οι συγγενείς της νύφης έριχναν πυροβολισμούς και του γαμπρού το ίδιο. Τότε, ο γαμπρός έριχνε ένα μήλο, στο οποίο ήταν καρφωμένα νομίσματα, στους συγγενείς της νύφης και αυτοί τραγουδούσαν:
            Καλώς τον τον Αυγερινό, με τα πολλά τ’ αστέρια.
            Αυγερινός είν’ ο γαμπρός και οι συμπέθεροι αστέρια.
            Δεν το ‘ξερα κυρ γαμπρέ πως θα κοπιάσεις στο σπίτι,
            για να σαρώσω το στρατί, και ρόιδο να το σπείρω.
            Γαμπρέ μ’ τι στέκεις ρόδινος και γρίβας ιδρωμένος;
            Ο γρίβας ήρθε για ταή και εγώ ήρθα για την κόρη.

Κάποιος τότε από τους συγγενείς της νύφης κερνούσε το γαμπρό ένα ποτήρι κρασί. Αυτός έπινε το μισό και το υπόλοιπο το έριχνε πίσω του. Τον υποδέχονταν τα πεθερικά του και τον φιλούσαν. Στη συνέχεια κερνούσαν όλους τους καλεσμένους και άρχιζε η στέψη. Στη μέση του δωματίου ήταν στρωμένο το τραπέζι με άσπρο ύφασμα και πάνω ο ιερέας είχε βάλει τα απαραίτητα. Όταν έφτανε η ώρα να πιουν η νύφη και ο γαμπρός το κρασί, οι καλεσμένοι τραγουδούσαν:
            Βάλτε κρασί στο μαστραπά και βγάλτον στον αέρα,
            Κι αν δεν το πιω την Κυριακή, το πίνω τη Δευτέρα.
            Δεν το ‘ξερα λεβέντη μου, που ήταν η αφεντιά σου,
Και σαν πουλί θα πέταγα, να ‘ρθω στην αγκαλιά σου.
Θα γίνω γης να με πατάς, γεφύρι να περάσεις
Και την μεγάλη αγάπη μας, ποτέ να μην ξεχάσεις.

Όταν τελείωνε το μυστήριο όλοι εύχονταν στο ζευγάρι να είναι στεριωμένο και να αποκτήσουν γρήγορα παιδιά. Όταν τελείωναν οι ευχές, ετοιμάζονταν όλοι για το σπίτι του γαμπρού. Οι συγγενείς της νύφης τραγουδούσαν:
            Αφήνω γεια πατέρα μου, και στο καλό κορίτσι μου.
            Αφήνω γεια μανούλα μου και στο καλό κορίτσι μου.
            Αφήνω γεια αδερφούλα μου και στο καλό αδερφούλα μας.
            Αφήνω γεια στο σπίτι μου και στο καλό κυρούλα μου.
            Αφήνω γεια στη γειτονιά και στο καλό γειτόνισσα.

Ακολουθούσε το παρακάτω τραγούδι, με το οποίο η νύφη ζητούσε από τη μάνα της να φροντίζει τα λουλούδια της γιατί αυτή θα έφευγε:
            Φεύγω μανούλα μου, φεύγω πάω μακριά
            Δε θα με βλέπεις πια.
            Μανούλα τα λουλούδια μου συχνά να τα ποτίζεις.
            Να τα ποτίζεις το πρωί μάνα μου γλυκιά
και κάθε μεσημέρι, σ’ αφήνω γεια.
Φεύγω μανούλα μου, πάω μακριά,
Πάω στην ξενιτιά, δε θα με βλέπεις πια.
Μανούλα τα λουλούδια μου, μόσκο να τα ραντίζεις,
Μάνα μου γλυκιά, σ’ αφήνω γεια.

Μετά τη στέψη πηγαίνανε στο σπίτι του γαμπρού. Στην αυλή του σπιτιού υποδεχόταν τη νύφη η πεθερά. Τη χαιρετούσε και της έδινε κουφέτα σταυρωτά. Στη συνέχεια, της έδινε ένα πιάτο και η νύφη το έσπαζε με το παπούτσι της. Μερικές φορές της έδιναν ένα σιδερένιο αντικείμενο να πατήσει, για να είναι σιδερένια η ζωή της.
            Μπαίνοντας η νύφη στο σπίτι καθόταν και της πήγαιναν ένα αγόρι για να το κρατήσει στην αγκαλιά της. Το έκαναν αυτό για να γεννηθεί αγόρι το πρώτο παιδί του ζευγαριού.
Στο σπίτι του γαμπρού άρχιζε το γλέντι. Οι καλεσμένοι κάθονταν κάτω σταυροπόδι. Σε ένα κύκλο κάθονταν οι άντρες και σε άλλο οι γυναίκες. Η νύφη καθόταν στον κύκλο των αντρών. Δίπλα στο ζευγάρι έπαιρναν θέση ο νουνός και η νουνά. Τα φαγητά στο γάμο ήταν πολλά, γιατί υπήρχε η συνήθεια όλοι οι καλεσμένοι να πηγαίνουν δώρο κρέας, ψωμί και κρασί. Τη φροντίδα για το τραπέζι και για τα φαγητά την είχαν οι υπηρέτες του γάμου: συγγενείς, καλεσμένοι που αναλάμβαναν αυτή τη βαριά δουλειά. Μετά το φαγητό άρχιζε το τραγούδι. Το πρώτο που έλεγαν ήταν το παρακάτω:
Σε τούτη την ταύλα που ‘μαστε
Σε τούτο το τραπέζι,
Τον άγγελο φιλεύουμε
Και το Χριστό κερνάμε
Και την Παρθένα Παναγιά
Τη διπλοπροσκυνάμε
Να μας χαρίσει τα κλειδιά
Κλειδιά του παραδείσου
Να μπω να σεργιανίσω.

Συνέχιζαν με το επόμενο τραγούδι:
Φίλοι μ’ καλωσορίσατε
Να φάμε και να πιούμε
Γιατί αύριο θα χωρίσουμε
Και που θ’ ανταμωθούμε.
Στον Αι-Λια στον πλάτανο
Που ‘ναι μια κρύα βρύση
Που ‘χαν οι κλεφτες σύναξη
Που κάνουν πανηγύρι.
Που ‘χουν τη Ρίνα στο πλευρό
Που τους κερνάει και πίνουν.
Κέρνα μας Ρίνα μ’ κέρνα μας
Γιόμισε τα ποτήρια
Μέχρι να σκάσει ο Αυγερινός
Να πάει η Πούλια γιόμα.

Ακολουθούσε τραγούδι με το οποίο έδιναν ευχές στο νοικοκύρη του σπιτιού:

Σε τούτο το σπίτι που ‘μαστε
Το μαρμαροκτισμένο
Ποτέ πέτρα να μη ραγίσει
Λιθάρι να μην πέσει.
Εμείς καλά τον βρήκαμε
Τούτον τον νοικοκύρη
Με τα γλυκά του τα κρασιά,
Με τα γλυκά του λόγια
Χρόνους πολλούς να ζήσει,
Ν’ ασπρίσει να γεράσει.
 Στην πόρτα έβαζαν ένα σίδερο. Η νύφη έμπαινε με το δεξί. Στην πόρτα ήταν η πεθερά με ένα βάζο με γλυκό και έδινε στο γαμπρό, στη νύφη και στα κουμπάρια, για να είναι η ζωή τους γλυκιά. Έπειτα, η πεθερά έριχνε ένα ύφασμα στις πλάτες της νύφης και το γλέντι συνεχιζόταν. Τα όργανα συνέχιζαν να παίζουν:
Κατέβα μάνα του γαμπρού
και πεθερά της νύφης.
Τη νύφη που σε φέραμε
καλά να την τιμήσεις.

Κερνιόντουσαν και χόρευαν τη νύφη, του γαμπρού το σόι.
Πρώτος ο πεθερός, μετά η πεθερά. Σαν τους Κρητικούς έλεγαν και στίχους με τα όργανα:
Για δε τα πως ταιριάσανε
αυτά τα δυο στο μπόι
σαν κυπαρίσσι με μηλιά
μέσα στο περιβόλι».

Μετά τη στέψη γινόταν πάλι γλέντι, που συνεχίζονταν μέχρι το πρωί. Αλλά εκτός της ετοιμασία που είχε ο γαμπρός είχε και ο κουμπάρος και η νύφη. Στο κάθε τραπέζι είχε κουραμπιέδες, πίτες, ριζόπιτες, καρυδόπιτες, ξηρούς καρπούς, φρούτα και μία κότα ψητή. Τα ίδια είχε και το τραπέζι του γαμπρού και της νύφης. Όλη τη νύχτα κερνούσαν ώσπου να ξημερώσει. Μετά η πεθερά και οι μαγείρισσες κάνανε τη σούπα. Το ζουμί από τις κότες και τα συκωτάκια γινόταν μια ωραία σούπα, για να φάνε όλοι οι καλεσμένοι και μετά έφευγαν.
Την επόμενη ημέρα  -Δευτέρα-  η νύφη σηκωνόταν πρώτη. Όταν πήγαινε ο πεθερός να πλυθεί, η νύφη έδινε μια ωραία πετσέτα στον πεθερό, ύστερα φιλούσε το χέρι του και αυτός με τη σειρά του της έδινε χρήματα ή λίρα. Το ίδιο και η πεθερά. Τη Δευτέρα το πρωί η νύφη τους κερνούσε όλους καφέ. Τότε, οι γυναίκες έβγαζαν τα προικιά στην αυλή του σπιτιού για να δουν όλοι και μετά τα τοποθετούσαν στο δωμάτιο του ζευγαριού. Ύστερα το έθιμο ήταν να πάνε τη νύφη στη βρύση δύο – τρεις συγγενείς γυναίκες, για να μάθει τη στράτα.
Ο γάμος τελείωνε τη Δευτέρα το μεσημέρι. Η νύφη τότε έδινε δώρα στο νουνό, όπως βελέντζα, φλοκάτη, μαντανία, πουκάμισο, κάλτσες και χειρομάντιλα. Δώρα έδινε και στον προξενητή και στα πεθερικά της.
Την τρίτη ημέρα, η μητέρα της νύφης έπαιρνε την κουμπάρα, τις γειτόνισσες, τις αδελφές και πηγαίνανε στο γαμπρό να δώσουν τα δώρα. Και πάλι είχαν ετοιμασίες.
Στις 8 ημέρες πήγαινε η νύφη στη μητέρα και ο γαμπρός με τα αδέλφια του και τις αδελφές του είχαν πάλι γλέντι.
Την Κυριακή γύριζαν στο σπίτι η νύφη, ο γαμπρός και οι κουμπάροι και κερνούσαν γλυκά στους συγγενείς, στους φίλους. Και αυτοί με τη σειρά τους έδιναν χρήματα στη νύφη.
Πολύ διαφορετικός, λοιπόν, απ’ τον σημερινό ήταν παλιά ο γάμος στο χωριό μας, ο παραδοσιακός γάμος. Η προετοιμασία του με τα «προζύμια» στο σπίτι της νύφης και του γαμπρού, το δίπλωμα και το πάρσιμο των προικιών, το ξύρισμα του γαμπρού, ο στολισμός της νύφης, το συμπεθεριό με τ΄ άλογα που πήγαινε για τη νύφη, οι συγχαριάτες είναι τα πιο χαρακτηριστικά γνωρίσματά του. Αφού βέβαια είχαν προηγηθεί τα τελειώματα, οι αρραβώνες και τα καλέσματα. Κι όλα αυτά στο σπίτι του γαμπρού και της νύφης με τους συγγενείς και τους γείτονες, νέους και νέες, που αναλάμβαναν όλη την τυπική διαδικασία με όλες τις λεπτομέρειές της: το τραπέζι με ό,τι είχαν, τα «κανίσκια», ψητά και κρασιά, τη διασκέδαση με τους χορούς και τα τραγούδια, την περιποίηση των καλεσμένων.
Το κανίσκι του κουμπάρου
Ο νουνός πήγαινε ένα σφαγμένο ζώο (αρνί ή κατσίκι), κρασί και κουλούρα στολισμένη με πολλά σχέδια. Τα δώρα του νουνού λεγόταν κανίσκι.
Τα μεσάνυχτα έκοβαν κομμάτια το ψητό και το κουλούρι του νουνού και το μοίραζαν σε όλους. Όλοι του έλεγαν ευχή: να ζήσουν τ’ αναδεχτούδια σου, να γεράσουν και ν’ ασπρίσουν. Τότε τραγουδούσαν το τραγούδι του νουνού:
Κάτω στο δαφνοπόταμο
Στης δάφνης το γιαλό
Εκεί καθόταν ο κυρ νουνός
Μαζί με τ’ αναδεχτούδια του,
Που πελεκάει το μάρμαρο
Να βγάλει αθάνατο νερό
Κι αθάνατο βοτάνι.

Ταξίδι δεν πήγαιναν τότε ο γαμπρός και η νύφη. Τακτοποιούσαν το σπίτι και μετά αναλάμβαναν τις καθημερινές δουλειές της οικογένειας.
Τα τραγούδια της τάβλας και τα χορευτικά: τσάμικα και καλαματιανά από τους καλεσμένους παρέες - παρέες και τις κομπανίες τοπικών παραδοσιακών οργανοπαικτών έδιναν τον ξεχωριστό τόνο και τις ανεπανάληπτες εικόνες της ομορφιάς του παραδοσιακού γάμου.
«Σε τούτη ντάβλα πούμαστε …»
«Ας παν να ιδούν τα μάτια μου …»
«Σιγαλά κι αμάν - αμάν σιγαλά βρέχει ο ουρανός …»
«Μάνα μου τα λουλούδια μου …»
Ο γάμος άρχιζε την Παρασκευή το βράδυ και τελείωνε «σκόρπαγε», Δευτέρα πρωί.

Η νύφη στο σεργιάνι
            Δεκαπέντε μέρες μετά την Κυριακή του γάμου η νύφη βγαίνει σεργιάνι. Ετοιμάζεται και πάλι προσεκτικά. Βάζει αλέγρο φόρεμα, φοράει τα γοβάκια της, παίρνει στο χέρι το ντακουίνο της και συνοδευόμενη από πεντέξι γυναίκες συγγενείς του γαμπρού και τη νονά, πηγαίνει στην εκκλησία.
             Απολείτουργα σεργιανάνε την νύφη. Δηλαδή την πηγαίνουν σ’ όλα τα σπίτια που είχαν κληθεί και παραβρέθηκαν στο γάμο. Η πρώτη επίσκεψη της νύφης σε φιλικά και συγγενικά σπίτια έπρεπε να γίνει με ένα τυπικό, με πρωτόκολλο. Την πήγαιναν να γνωρίσει τα σπίτια και τους ανθρώπους που οφείλει να εκτιμά και να σέβεται, αλλά και να υπολογίζει σ’ αυτά αν ποτέ τα χρειασθεί.
 Εκεί φιλεύουν γλυκό και ποτό όλη τη συντροφιά (συνήθως σπιτίσιο χαλβά), οι ευχές δίνουν και παίρνουν, ενώ συγχρόνως παρατηρούν την νύφη αν έχει  «καλό φέρεσθαι» στην κοινωνική ζωή, της ρίχνουν στους ώμους λίγη ζάχαρη, «τη ζαχαρώνουν», για να έχει γλυκιά συναναστροφή.
            Αργά το μεσημέρι όλη η συντροφιά του σεργιανιού εξουθενωμένοι από τις γύρες, πήγαιναν στο σπίτι του νονού όπου φιλοξενούνταν με πλουσιοπάροχο τραπέζι. Έτρωγαν, έπιναν και τραγουδούσαν.
Η νύφη πηγαίνει τα Βάϊα
 Όταν πλησιάζει η πρώτη  μετά το γάμο Κυριακή των Βαΐων, η νύφη ετοιμάζεται να προσκομίσει βάια στην εκκλησία. Πηγαίνει μόνη της στο λόγγο και κόβει κλάδους βαΐων, ένα ολόκληρο δέμα.  
Τα πστρόφια
 Πστρόφια θα πει επιστροφή της νύφης στο πατρικό της για ένα βράδυ. Είκοσι δυο μέρες μετά την Κυριακή του γάμου οι νεόνυμφοι με λίγους στενούς συγγενείς όπως γονείς, αδέρφια θείους και θείες και κουμπάρο, πηγαίνουν στο πατρικό της νύφης είτε σε αυτό που βρίσκεται στο ίδιο το χωριό είτε σε άλλο.
            Επιστρέφει η νύφη «οίκαδε» γι’ αυτό και η όλη διαδικασία λέγεται πστρόφια.
 Η χρονική απόσταση των 22 ημερών από το γάμο ως τα πστρόφια, δεν τηρείται απαρέγκλιτα. Αν το ζευγάρι των νιόπαντρων έχει δουλειές που δεν παίρνουν αναβολή, τότε αναβάλλονται τα πστρόφια. Γίνονται αργότερα μέσα σε εύλογο χρόνο. Πάντως το έθιμο δεν εγκαταλείπεται, οπωσδήποτε τηρείται.
            Στο σπίτι της νύφης, το πατρικό που φτάνουν οι πστροφιαραίοι δε λείπουν οι συγκινήσεις. Η νύφη και οι δικοί της χαίρονται για το αντάμωμα και απ’ τη χαρά τους κλαίνε.
 Το βράδυ στρώνεται το τραπέζι και γίνεται γλέντι μέχρι πρωίας. Η νύφη ρωτάει να μάθει για όλα και για όλους. Ρωτάει τους γονείς της, τα αδέρφια της, τις φίλες της. Τους λέει νέα απ’ τη καινούρια της ζωή, να απ’ το καινούριο χωριό, κρίνουν, συγκρίνουν κατακρίνουν επικρίνουν, ώσπου ακούνε την παροιμία του πατέρα ή του παππού: Κάθε χώρα κι ζακόνι κάθε μαχαλάς κι τάξη.
            Την άλλη μέρα φεύγουν για το σπίτι τους νεόνυμφοι και συγγενείς. Με τα πστρόφια τελειώνουν όλα τα έθιμα του γάμου. Οι νιόπαντροι κοιτάζουν πλέον τις δουλειές τους, βάζουν σχέδια και κάνουν όνειρα για το μέλλον.

ΔΗΜΟΣ ΙΝΑΧΟΥ

Ο Δήμος Ινάχου ήταν ο Δήμος της επαρχίας του Βάλτου του Ν. Αιτωλοακαρνανίας. Συστάθηκε με το πρόγραμμα του Ιωάννη Καποδίστρια από τη συνένωση παλαιότερων κοινοτήτων της περιοχής που αποτέλεσαν στη συνέχεια τα δημοτικά διαμερίσματα του Δήμου. Λειτούργησε την περίοδο 1999-2010 οπότε και καταργήθηκε με την εφαρμογή του προγράμματος Καλλικράτη και εντάχθηκε στο νέο Δήμο Αμφιλοχίας. Περιλαμβάνονται τα παρακάτω 15 διαμερίσματα – πρώην κοινότητες: Αγριδίου, Αλευράδας , Αμοργιανών, Βρουβιανών, Γιαννοπούλων, Εμπεσού, Μαλεσιάδας, Μπαμπαλιού, Πατιόπουλο, Περδικακίου, Πετρώνας, Ποδογοράς, Βαρετάδας, Σταθά, Τρικλίνου και Χαλκιοπούλων. Έδρα είναι το Νέο Χαλκιόπουλο. Το Δήμο διαρρέει ο παραπόταμος του Αχελώου, ο Ίναχος, απ’ όπου πήρε το όνομά του ο Δήμος. Η συνολική έκταση του Δήμου ήταν 582.227 στρέμματα και αποτελούσε τον έκτο μεγαλύτερο Καποδιστριακό Δήμο της Ελλάδας σε έκταση. Ο πληθυσμός του είναι 6.168 κάτοικοι.
Οι κάτοικοι της περιοχής ασχολούνται κυρίως με τη γεωργία και την κτηνοτροφία.  Αξιοποιούν τη μάνα γη καλλιεργώντας πολλά προϊόντα για την διατροφή τους, αλλά και των ζώων τους. Καλλιεργούν συνήθως καλαμπόκι, τριφύλλι, σιτάρι, πολλά λαχανικά και φρούτα.
Τα ζώα τους είναι συνήθως πρόβατα, κότες, γουρούνια, μοσχάρια και αγελάδες από τα οποία παίρνουμε εκτός από το κρέας τους και άλλα  προϊόντα, όπως τα αυγά από τις κότες, το γάλα από τα πρόβατα και τις αγελάδες, με το οποίο μπορούμε να φτιάξουμε  διάφορα γαλακτοκομικά προϊόντα πλούσια σε θρεπτικά συστατικά.
Βέβαια, τεράστιο ρόλο στις καλλιέργειες έχει το έδαφος. Η ποιότητα του εδάφους διαφέρει από περιοχή σε περιοχή. Για παράδειγμα στο Χαλκιόπουλο το έδαφος είναι καλλιεργήσιμο. Σε αντίθεση το Περδικάκι και τα Βρουβιανά είναι άγονα μέρη με μικρή παραγωγή και καλλιέργεια κυρίως ζωοτροφών.
Επομένως, οι κάτοικοι του δήμου μας τρέφονται από τα δικά τους προϊόντα. Δεν χρειάζονται να τα αναζητήσουν αλλού, αλλά τα προμηθεύονται από μόνοι τους. Αυτά που αγοράζουν είναι πολύ λίγα, άρα τρώνε καλά, ξέρουν τι τρώνε, αλλά και πως έχουν παραχθεί.

Ιστορία των χωριών του τόπου
Ιστορία τοπικών διαμερισμάτων του δήμου Ινάχου:
Θύαμος Ετυμολογικά η λέξη Θύαμος σημαίνει και «κουκί». Από τον Ηρόδοτο αναφέρεται η ονομασία «Θύαμις» και αφορά μάλλον στον ποταμό της Ηπείρου Καλαμά. Σαν «Θύαμος» ήταν γνωστό παλαιότερα και το όρος Μακρυνόρος. Το συγκεκριμένο τοπωνύμιο εμφανίζεται για πρώτη φορά στην περιοχή το 1836 με το Βασιλικό Διάταγμα της 20ης/6ου (2ης/7ου) και το οποίο διαιρούσε την τότε Επαρχία Βάλτου σε 6 Δήμους, εις εκ των οποίων ήταν και ο Δήμος Θυάμου με 684 κατοίκους και έδρα τη Λαγκάδα (Μενίδι). Περιλάμβανε τα χωριά Δρομίστα, Βαλμάδα, Ζελμί, Φτελόβρυσο, Δρυμονάρι, Σύγγενο, Λαγκάδα, Χρυσουλιάτο και Κομποτίκι. Με το Βασιλικό Διάταγμα της 27ης/11ου (9ης/12ου ) του 1840,περί ανασύστασης των Δήμων Θυάμου και Βόνιτσας, ο Δήμος `Ολπης και τμήμα του Δήμου Ιδομένης προσαρτήθηκαν στον Δήμο Θυάμου, ο οποίος είχε πλέον 2881 κατοίκους. Αργότερα, με νεότερο Βασιλικό Διάταγμα της 6ης Μαρτίου 1857, ως έδρα του Δήμου ορίστηκε το Πατιόπουλο. Με αυτή τη μορφή συνέχισε να υφίσταται μέχρι και το 1912, χρονιά που διαλύθηκαν οι Δήμοι και δημιουργήθηκαν Κοινότητες. Μέχρι το 1976 που κατοικήθηκε το νέο χωριό και το οποίο προφανώς πήρε το όνομά του από τον παλαιό δήμο, δεν συναντάμε το όνομα στην περιοχή. 
Βρουβιανά  Η πιο λογική εξήγηση για την προέλευση της ονομασίας του χωριού είναι να προήλθε από το φυτό «βρούβα» που φυτρώνει στα χωράφια της περιοχής. Ωστόσο υπάρχουν άλλες δύο κύριες εκδοχές, μία που αναφέρεται σε παλαιότερους χάρτες οι οποίοι ονόμαζαν το χωριό ως «Προβιανή», κάτι που αν ισχύει σίγουρα το όνομα του χωριού έχει άμεση σχέση με τα πρόβατα και στην πορεία άλλαξε το αρχικό σύμφωνο και μια άλλη εκδοχή σύμφωνα με την οποία το όνομα προήλθε από την ιαχή «βρ» με την οποία απευθυνόταν οι παλαιότεροι κάτοικοι στα ζώα τους.

Σταθά Παλαιότερα ο Σταθάς ονομαζόταν Δούνιστα και στα χρόνια της Τουρκοκρατίας αποτελούσε την έδρα του αρματολικιού του Γερο-Δήμου Σταθά και αργότερα του δευτερότοκου γιού του Γιάννη Σταθά. Για να τιμηθεί ο Ναύαρχος, ο Επαναστάτης, ο Ήρωας, το χωριό μετονομάστηκε Σταθάς και αναρτήθηκε προτομή του στην πλατεία του χωριού. Στην ίδια περιοχή έδρασε και άλλη οικογένεια αρματολών του Βάλτου, οι Ισκαίοι ( Ίσκος ή Καραίσκος) απόγονος των οποίων ήταν ο Γεώργιος Καραισκάκης ή Καραίσκος (Η κατοικία των Ισκαίων –με έτος κατασκευής το 1779-και ανακαινισμένη το 1847 από τον Καπετάν Ανδρέα Ίσκο υπάρχει ακόμη και σήμερα καλά διατηρημένη από τους απογόνους τους ).

Περδικάκι Πότε και από ποιους πρωτοκατοικήθηκε το Σακαρέτσι δεν το γνωρίζουμε ακριβώς. Από ορισμένα στοιχεία, τοπωνύμια, μαρτυρίες και λείψανα, που σώζονται, φαίνεται ότι κατοικούνταν απο τα μεσαιωνικά χρόνια. Από γραπτή μαρτυρία προκύπτει ότι το 1645 υπήρχε χωριό με το όνομα Σακαρέτσι. Στα χρόνια της Τουρκοκρατίας και μετά το 1821 ήταν το μεγαλύτερο χωριό του Βάλτου και αρχική έδρα του Δήμου Ιδομένης (1836). Αργότερα (από το 1912) αποτέλεσε την Κοινότητα Σακαρετσίου μαζί με τα χωριά Βρουβιανά και Αυλάκι, που από το 1967 αποτελούν άλλη Κοινότητα.
             Οι Σακαρετσιάνοι, όπως άλλωστε όλοι οι Ακαρνάνες, από μακρά αρχαία παράδοση, είχαν ιδιαίτερη κλίση προς τα άρματα (όπλα) και ήταν τολμηροί, επιδέξιοι και σκληροτράχηλοι πολεμιστές. Γι' αυτό τόσο κατά τα χρόνια της τουρκοκρατίας, όσο και της επανάστασης του 1821 στελέχωναν τα κλεφταρματολικά και επαναστατικά σώματα και πολέμησαν όχι μόνο στο Βάλτο αλλά και στην ευρύτερη περιοχή. Από το Σακαρέτσι εξάλλου κατάγονται οι γνωστές αρματολικές οικογένειες των Μπουκουβαλαίων που διετέλεσαν αρματωλοί στα Άγραφα για 125 χρόνια, και την Ισκαίων που διαδέχτηκε στο αρματολίκι του Βάλτου την οικογένεια των Σταθαίων.
              Και μετά την απελευθέρωση Περδικακιώτες έλαβαν μέρος σε όλους τους αγώνες για την εθνική ολοκλήρωση και πολλοί δεν γύρισαν ποτέ πίσω. Μετά την κατάληψη της Ελλάδος από τους Γερμανούς το 1941, απο το Περδικάκι άρχισε την εθνική αντίσταση (25/07/1942) η μία απο τις δύο μεγάλες αντιστασιακές οργανώσεις, η οργάνωση ΕΟΕΑ–ΕΔΕΣ με αρχηγό τον Ναπολέοντα Ζέρβα. Οι Περδικακιώτες εντάχθηκαν σε αυτή και πολέμησαν ως αντάρτες τις δυνάμεις κατοχής. Από πολλούς συγγραφείς και ερευνητές υποστηρίζεται η εκδοχή, ότι το Σακαρέτσι αποτέλεσε την κοιτίδα της ποιμενικής νομαδικής κοινότητας των Σαρακατσαναίων, που αργότερα σκορπίστηκαν σε διάφορα μέρη της Ελλάδας και σε άλλα κράτη των Βαλκανίων.
Πατιόπουλο Το Πατιόπουλο σαν χωριό με αυτή την ονομασία εμφανίζεται λίγα χρόνια πριν το 1900. Η πρώτη αναφορά στο «Πατιόπουλο» γίνεται σε Γαλλικό χάρτη του 1871 και αφορά στον σημερινό ποταμό Ίναχο, που τον ονομάζει Πατιόπουλο. Μεταγενέστερα, αναφέρεται ξανά σαν ποταμός Πατιόπουλος ή Μουζίκας ή Μπιζάκος. Ωστόσο προϋπήρχε με την ονομασία Σύντεκνο από πολύ παλαιότερα.
              Συγκεκριμένα η πρώτη γραπτή αναφορά στο Σύντεκνο γίνεται στα χρόνια της Τουρκοκρατίας, το 1585. Γύρω στο 1600 το Σύντεκνο αποτελείται από 3 Συνοικισμούς, το Χωριό, την Κάτω Χώρα και τη Σβάρνα. Στα μέσα του 18ου αιώνα απαριθμεί πάνω από 350 οικογένειες και έχει ηγετικό ρόλο στην ευρύτερη περιοχή, το δε 1770 περνά από το χωριό και ο Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός. Γνωρίζει μεγάλη ακμή, ώσπου καταστρέφεται από τον Αλή Πασά το 1807. Ανασυντάσσεται αλλά γνωρίζει την χαριστική βολή ανάμεσα στο 1840 και το 1857 από τον τότε Δήμαρχο Αθανάσιο Ψωριάρη, ο οποίος το πυρπολεί σε μια προσπάθεια να οδηγήσει τους κατοίκους του σε πιο πεδινά μέρη.
              Δημιουργείται έτσι το Πατιόπουλο, το οποίο, από το 1857 έως και το 1912 που καταργούνται οι Δήμοι, αποτελεί την έδρα του Δήμου Θυάμου. Στο πόλεμο του 1940 και συγκεκριμένα τα έτη1942-44 αποτελεί το κέντρο επιχειρήσεων του στρατηγού Ναπολέοντος Ζέρβα.

 Μαλεσιάδα  Το σημαντικότερο επαναστατικό γεγονός στην Αιτωλοακαρνανία ήταν το άτυχο κίνημα του 1770 κατά τα Ορλοφικά. Αρκετοί πρόκριτοι της περιοχής κρεμάστηκαν και οι Τουρκοαλβανοί επιδόθηκαν στην ερήμωση των πάντων. Ο πληθυσμός της Αιτωλίας και της Ακαρνανίας πήρε τα βουνά για να γλιτώσει. Η περιοχή του Βάλτου ήταν ένα καλό μέρος για να στραφούν οι Έλληνες που ήθελαν να ξεφύγουν από την μανία των Τούρκων. Λόγο της μορφολογίας της, η περιοχή ήταν αρκετά δύσβατη, και είχε γίνει λημέρι των κλεφτών και αρματολών. Έτσι κάπως ξεκινάει και η ιστορία του χωριού μας. Ο Μαλεσιάδας ήταν ένας από τους πολλούς Έλληνες που πολεμούσαν τους Τούρκους στα βουνά. Ήταν καπετάνιος με μεγάλο ασκέρι και κατοικούσε στην περιοχή. Όταν παντρεύτηκε πήρε την γυναίκα του και εγκαταστάθηκαν στην τοποθεσία Μοναστηράκι, κοντά στο σημερινό παλιό χωριό, για μεγαλύτερη ασφάλεια. Εκεί δημιούργησε την οικογένεια του έκανε 4 υιούς, εκ των οποίων ο μεγαλύτερος ο Κωνσταντίνος Μαλεσιάδας σκοτώθηκε στην έξοδο του Μεσολογγίου. Ο Μαλεσιάδας είχε μπει στο μάτι των Τούρκων οι οποίοι του έθεσαν τελεσίγραφο, ή θα έφευγε από τον τόπο, ή θα τον σκότωναν. Έτσι και αυτός αναγκάστηκε να φύγει και εγκαταστάθηκε στην Λιβαδειά με το όνομα Τσόγκας.
          Η γυναίκα του τότε, ονόματι Μαργαρίτα, με την βοήθεια των ανδρών από το ασκέρι του έφτιαξε ένα νέο σπίτι στο παλιό χωριό. Η ίδια και η οικογένεια της προστατεύονταν όχι μόνο από τα παλικάρια που άφησε πίσω ο σύζυγός της, αλλά και από τους υπόλοιπους καπεταναίους. Έτσι κατά την περίοδο της επανάστασης μαζί με την οικογένειά της καθώς και τις οικογένειες του Γεωργούση καπετάνιου της Πετρώνας, του Καραϊσκάκη καπετάνιου των Χαλκιοπούλων και του Ίσκου καπετάνιου του Σταθά εγκαταστάθηκαν σε κάποιο νησάκι για να προστατευτούν, το οποίο ελέγχονταν από την ξηρά από τους καπεταναίους αφού κανένας δεν μπορούσε να το πλησιάσει χωρίς να τους δουν οι τελευταίοι. Εκεί έμεινε για 7 χρόνια και έπειτα ξαναγύρισε στο παλιό χωριό. Βάση των παραπάνω λοιπόν, αλλά και απο μαρτυρίες ηλικιωμένων ανθρώπων που δηλώνουν χρονικά την ύπαρξη του χωριού γύρω στα 1780-1790, μπορούμε να το θεωρήσουμε ,ένα από τα παλαιότερα χωρία του δήμου μας. 

Κάμινος (συνοικισμός Τ.Δ. Πατιοπούλου) Ο Θρύλος λέει ότι παλιά, κάπου στα μέσα του 19 ου Αιώνα, υπήρχε χωριό ακριβώς απέναντι, στο δάσος με την ονομασία Βάρσαμο, που βρίσκεται ανάμεσα στον Θύαμο και το Αγρίδι, με επίκεντρο την περιβόητη για τις διηγήσεις με «σατανάδες» και «ίσκιους» βρύση «Μπάσινα». Λέγεται ότι κάποια χρονιά, στο Πανηγύρι του Ιερού Ναού του Αγίου Νικολάου, τα ερείπια του οποίου σώζονται μέχρι σήμερα, έσερναν το χορό «40 αμούστακα παλικάρια», τα οποία, μετά την εμφάνιση ενός σκύλου που έφερε το γύρο του χορού, πέθαναν όλα μέσα σε ένα χρόνο. Μετά το γεγονός αυτό, οι κάτοικοι του χωριού ήθελαν να φύγουν από αυτό το μέρος που τους προκαλούσε πόνο και έψαχναν το κατάλληλο μέρος για να φύγουν όλοι μαζί. Κάποιοι επέλεξαν αρχικά την τοποθεσία που είναι τώρα η Κάμινος και άναψαν μεγάλες φωτιές για να τους δουν απέναντι στο Βάρσαμο. Από τους καπνούς που προκάλεσαν οι φλόγες και που έδειχναν να αναλογούν σε μεγάλες καμίνους έδωσαν στο καινούργιο χωριό την ονομασία «Κάμινος» ή «Κάμινα» όπως προτιμάμε να την προφέρουμε στο Βάλτο. Μπορεί η ιστορία να ακούγεται υπερβολική με τα σημερινά δεδομένα, είναι όμως καθολικά σχεδόν αποδεκτή από τους παλαιότερους και μεγαλύτερους σε ηλικία κατοίκους και ένα μέρος της τουλάχιστο που αναφέρεται στην παλιά τοποθεσία του χωριού αλλά και στην προέλευση του ονόματος δεν μπορεί παρά να συγκεντρώνει ρεαλιστικές πιθανότητες να αντικατοπτρίζει την πραγματικότητα.
 Αυλάκι (συνοικισμός του Τ.Δ. Βρουβιανών) Το όνομα του χωριού προέρχεται από κάποιο αυλάκι που υπάρχει μέσα στο χωριό. Παλαιότερα, και σύμφωνα με προφορικές πάντα πηγές, ονομαζόταν Βερβίτσα, ενώ η ίδρυσή του τοποθετείται λίγο πριν το 1800, όταν οι κάτοικοι του μετοίκησαν εκεί από μια περιοχή ονομαζόμενη Ζάβατο προς το μέρος του νομού Άρτας. Λόγω της σημαντικής γεωγραφικής του θέσης υπήρξε κέντρο επιχειρήσεων των αντάρτικων ομάδων κατά τη διάρκεια του δευτέρου παγκοσμίου και μετέπειτα του εμφυλίου πολέμου.
Αγρίδι Δεν έχει εξακριβωθεί ιστορικά εάν η ονομασία του συνδέεται ή προέρχεται από το όνομα της ευρύτερης περιοχής, που κατά την αρχαιότητα ονομαζόταν Αγραΐδα, επειδή πιθανόν κάποτε υπήρξε διοικητικό της κέντρο. Τα ιστορικά στοιχεία που έχουν διασωθεί για την ευρύτερη περιοχή της Αγραΐδας, που οροθετείται ανατολικά με τον Αχελώο και δυτικά με το Μακρυνόρος, είναι σχετικά λίγα και διάσπαρτα. Είναι προφανές πως το δύσβατο της περιοχής αποτέλεσε εμπόδιο συχνής επικοινωνίας και διάδοσης πληροφοριών, πέρα από αυτό όμως, η περιοχή μάλλον υστέρησε συγκριτικά με άλλες περιοχές του ελλαδικού χώρου, γι'αυτό και οι οποιεσδήποτε αναφορές των ιστορικών συγγραφέων περιορίζονται και εξαντλούνται κατά την εξιστόρηση σημαντικών ιστορικών γεγονότων. Ωστόσο ιστορικά μνημεία, που δεν ερευνήθηκαν ποτέ συστηματικά, μαρτυρούν τη διαδρομή της εν λόγω περιοχής. Ειδικότερα, στα όρια του οικισμού Αγριδίου βρίσκονται τα ερείπια αρχαίου κάστρου με χαρακτηριστικά κυκλώπειας κατασκευής, το οποίο και σήμερα είναι γνωστό στους κατοίκους ως «Παλιόκαστρο».
           Το Αγρίδι, κατά το πέρασμα των χρόνων, μεταφέρθηκε τουλάχιστον τρεις φορές μέσα στα όρια της γεωγραφικής της περιφέρειας. Ως παλαιότερη τοποθεσία μαρτυρείται μια περιοχή μέσα στο δρυόδασος που εξακολουθεί και σήμερα να ονομάζεται «Παλιάγριδο». Ως δεύτερη τοποθεσία επιλέχθηκε ένα μέρος με εξαιρετική θέα και υγιεινό κλίμα, γνωστό με την ονομασία «παλιό χωριό», σε υψόμετρο πεντακοσίων μέτρων. Οι κάτοικοί του, στα δύσκολα χρόνια της τουρκοκρατίας, εκμεταλλευόμενοι τα προνόμια της σχετικής αυτονομίας που είχε παραχωρήσει η Πύλη σε όλη την περιοχή του Ορεινού Βάλτου, είχαν συγκροτήσει «Δημογεροντία», αποτελούμενη από τους γεροντότερους, που τύγχαναν ιδιαίτερου σεβασμού και εκτίμησης. Εκείνοι συνέρχονταν στο επίπεδο μέρος της κορυφής μικρού λοφίσκου που βρισκόταν στο κέντρο του οικισμού, γνωστό και σήμερα ως «Γεροντοβούνι» και ύστερα από διάλογο έπαιρναν αποφάσεις για τη διοίκηση και τα κοινά του οικισμού. Αργότερα, κατά τον πόλεμο το '40 και τα χρόνια της γερμανικής κατοχής, αρκετοί κάτοικοι αγωνίστηκαν ως αντάρτες και συμμετείχαν στην εθνική αντίσταση, προσφέροντας τις υπηρεσίες τους στην πατρίδα. Οι μεγαλύτεροι σε ηλικία διηγούνται το πέρασμα των Γερμανών από το παλιό χωριό το καλοκαίρι του 1944. Οι κάτοικοί του, που κρύφτηκαν στο όρος Μητσέλι για να σωθούν, επιστρέφοντας την επόμενη μέρα αντίκρισαν μια άθλια εικόνα των σπιτιών και του χωριού τους. Το σχολείο που στέγαζε 80 μαθητές καταστράφηκε από πυρκαγιά, μετά από πληροφορίες των Γερμανών για την ύπαρξη όπλων. Η τελευταία μεταφορά του οικισμού και των κατοίκων στην τοποθεσία που βρίσκεται σήμερα, ξεκίνησε το 1952 και ολοκληρώθηκε κατά τη δεκαετία του '80, με εξαίρεση ελάχιστες οικογένειες που εγκαταστάθηκαν αργότερα.
           Αιτία αυτής της μετακίνησης αποτέλεσε ο σεισμός του 1938 και οι κατολισθήσεις που επακολούθησαν. Κάποιοι από τους κατοίκους τότε, έχασαν τα σπίτια τους και κινδύνευσαν. Οι γεωλόγοι που μελέτησαν την περιοχή έκριναν τον οικισμό ακατάλληλο και πρότειναν τη μεταφορά του. Οι κάτοικοι επέλεξαν να χτίσουν το νέο τους χωριό στη σημερινή του θέση, όπου και διέθεταν ιδιόκτητες εκτάσεις. Πέρα όμως από αυτό και συναισθηματικοί λόγοι που τους συνέδεαν με την περιοχή, τους απέτρεψαν από την επιλογή κάποιας άλλης τοποθεσίας.

ΤΑ ΒΑΣΙΚΟΤΕΡΑ ΥΛΙΚΑ ΣΥΝΤΑΓΩΝ
ΠΟΥ ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΟΥΜΕ
ΣΕ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ ΖΩΗ

Στην καθημερινή ζωή, όλοι οι άνθρωποι χρησιμοποιούν στην διατροφή τους υλικά, τα οποία είναι «πηγές ενέργειας» και πλούσια σε θρεπτικά συστατικά. Επίσης, υπάρχουν αρκετοί άνθρωποι, οι οποίοι έχουν καλλιεργήσει μόνοι τους τα τρόφιμα που τρώνε και αυτοί οι άνθρωποι ζουν κυρίως στα χωριά. Βασική προϋπόθεση για κάθε σπίτι είναι η κάθε νοικοκυρά να χρησιμοποιεί οπωσδήποτε κάποια υλικά. Οι βασικές ομάδες τροφίμων, οι οποίες είναι γεμάτες ενέργεια είναι: το κρέας όπως τα πουλερικά, το χοιρινό ή το κόκκινο κρέας, τα γαλακτοκομικά προϊόντα όπως το γάλα, το τυρί , το αυγό, το οποίο είναι απαραίτητο για όλους μας, οι ξηροί καρποί, τα φρούτα που είναι πλούσια σε βιταμίνες, τα λαχανικά, τα όσπρια, τα ψάρια. Βέβαια, υπάρχουν αρκετοί άνθρωποι που δεν προτιμούν κάποια απ’ αυτά, με αποτέλεσμα να τα καταναλώνουν λιγότερο απ’ ότι κάποια άλλα. Για παράδειγμα, τα όσπρια ή τα ψάρια να τρώγονται είτε πολύ σπάνια, είτε καθόλου. Όμως δεν πρέπει να λείπει τίποτα από αυτά από «το καθημερινό μας τραπέζι», γιατί είναι υλικά χρήσιμα για τον οργανισμό μας. Επιπλέον, στις συνταγές όλων των φαγητών μας χρησιμοποιούμε πολλά μυρωδικά και μπαχαρικά προκειμένου να πετύχουμε την καλύτερη γεύση και νοστιμιά τους. Πολλά από αυτά είναι: αλάτι, πιπέρι, κανέλα, μπαχάρι, αλλά και κάποια μυρωδικά, όπως μαϊντανός, άνηθος, σέλινο, ρίγανη, σκόρδα και κρεμμύδια.
Φυσικά, υπάρχουν πολλοί τρόποι για να συνδυαστούν αυτά τα τρόφιμα και να προτιμηθούν από όλους μας και πολλοί τρόποι να μαγειρευτούν και να σερβιριστούν.
Προκειμένου όμως, οι άνθρωποι να καταναλώνουν όλα τα παραπάνω υλικά και να τα συνδυάζουν με τον κατάλληλο τρόπο, πρέπει να καλλιεργούν αυτά τα προϊόντα , έτσι ώστε να παράγουν γνήσια και αγνά υλικά, ή αν δεν μπορούν να τα καλλιεργήσουν, να τα προμηθεύονται τουλάχιστον από «σίγουρους» ανθρώπους, οι οποίοι τα παράγουν. Η καλλιέργεια, όπως γνωρίζουμε είναι ένα πολύ σημαντικό κομμάτι, γι’ αυτό πρέπει να αξιοποιούμε το χώμα του εδάφους για να παράγουμε και εμείς γνήσια, απλά , πιο οικονομικά, αλλά και πλούσια σε θρεπτικά συστατικά υλικά για την διατροφή μας.

ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ  Είναι το σύνολο των εργασιών που αφορούν την πρακτική της γεωργίας, δηλαδή όλες οι αναγκαίες εργασίες για την παραγωγή ορισμένων αγροτικών προϊόντων, οι οποίες αρχίζουν με την προπαρασκευή του εδάφους, περνούν από τη σπορά και τελειώνουν με τις προ της συλλογής, καλλιεργητικές φροντίδες. Μια ειδική καλλιέργεια χαρακτηρίζεται με έναν σύνθετο όρο από την ονομασία του προϊόντος και τη λέξη καλλιέργεια για παράδειγμα ρυζοκαλλιέργεια, ανθοκαλλιέργεια, σιτοκαλλιέργεια κτλ.. Οι καλλιέργειες μπορούν να καταταχθούν σε διάφορους τύπους με βάση την απόδοση ανά μονάδα εδάφους, η οποία εξαρτάται από διάφορους παράγοντες όπως το ύψος των χρησιμοποιούμενων κεφαλαίων και ο αριθμός των εργατικών χεριών. Με το μέτρο αυτό μια καλλιέργεια καλείται εκτατική, όταν το χρησιμοποιούμενο κεφάλαιο και η απόδοση εξαρτάται αποκλειστικά από τον παράγοντα γη. Αντίθετα, όταν μια περιορισμένη χρήση κεφαλαίων συνοδεύεται από αξιοσημείωτη ποσότητα ανθρώπινης εργασίας, τότε πρόκειται για δραστική καλλιέργεια. Τις μεγαλύτερες αποδόσεις ανά μονάδα επιφάνειας δίνει η εντατική μορφή καλλιέργειας, γιατί σε ορισμένη έκταση συγκεντρώνονται μεγάλες ποσότητες εργασίας και κεφαλαίων για την εκτέλεση βελτιώσεων και την εφαρμογή ορθολογιστικών συστημάτων καλλιέργειας.

ΒΙΟΛΟΓΙΚΗ ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ   Η Βιολογική Καλλιέργεια είναι μια μέθοδος καλλιέργειας η οποία ελαχιστοποιεί ή αποφεύγει πλήρως τη χρήση συνθετικών λιπασμάτων και ζιζανιοκτόνων, ρυθμιστών ανάπτυξης των φυτών, ορμονών καθώς και πρόσθετων ουσιών στις ζωοτροφές. Οι βιολογικοί καλλιεργητές βασίζονται σε αμειψισπορά (εναλλαγή φυτών για συγκομιδή), υπολείμματα συγκομιδών, αγρανάπαυση, ζωικά λιπάσματα (κοπριά) και μηχανική καλλιέργεια για τη διατήρηση της παραγωγικότητας του χώματος, τον εμπλουτισμό του με θρεπτικές ουσίες για τα φυτά καθώς και για τον έλεγχο των ζιζανίων, εντόμων και παράσιτων.
 Όπως είναι γνωστό σε όλους, η καλλιέργεια είναι ένα βασικό στοιχείο, με το οποίο μπορούμε να αξιοποιήσουμε το γόνιμο έδαφος της γης που υπάρχει στην περιοχή μας. Καθώς στην περιοχή μας, οι περισσότερες καλλιέργειες είναι βιολογικές. Έτσι μας δίνεται μια ευκαιρία να παράγουμε χρήσιμα γνήσια βιολογικά προϊόντα για εμάς τους ανθρώπους, αλλά και για τα ζώα των ανθρώπων, καθώς η κτηνοτροφία είναι μια από τις βασικές ασχολίες των ανθρώπων.
Οι άνθρωποι στην περιοχή μας, καλλιεργούν πολλά υλικά, αξιοποιώντας τη γη όπου το έδαφος της είναι γόνιμο στα περισσότερα μέρη μας. Τα προϊόντα που καλλιεργούνται είναι κυρίως πολλά λαχανικά, τα οποία είναι βασικό συστατικό της καθημερινής μας διατροφής και πλούσια σε θρεπτικά συστατικά είναι τα εξής: ντομάτες, πατάτες, καρότα, μαρούλια, αρακάς, φασολάκια, σκόρδα , σπανάκι, κρεμμύδια κ.α.. Καθώς, καλλιεργούνται και πολλά φρούτα πλούσια σε βιταμίνες για την ανάπτυξη του οργανισμού μας. Επιπλέον, από αρκετά φρούτα μπορούμε να φτιάξουμε πολλούς χυμούς που είναι πλούσιοι σε θρεπτικά συστατικά. Συγκεκριμένα, τα φρούτα αυτά είναι: πορτοκάλια, φράουλες, πεπόνια, καρπούζια, αχλάδια και μήλα.
Είναι σημαντικό να γνωρίζουμε πώς έχουν φτάσει στο τραπέζι μας όλα αυτά τα προϊόντα, αλλά και αν έχουμε τη δυνατότητα να δοκιμάζουμε, να καλλιεργούμε μόνοι μας ορισμένα λαχανικά ή και φρούτα στου μικρούς κήπους των σπιτιών μας. Να ξέρετε όλοι πως η γη με το γόνιμο έδαφός της μας δίνει μια μεγάλη ευκαιρία να αξιοποιήσουμε το έδαφός της, χρησιμοποιώντας κι εμείς απλά υλικά, παράγοντας γνήσια και αγνά υλικά.

ΣΥΝΗΘΙΣΜΕΝΑ ΚΗΠΕΥΤΙΚΑ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΜΑΣ
images (7)AΓΓΟΥΡΙΑ Η αγγουριά είναι ένα φυτό που αναπτύσσει μεγάλα φαρδιά φύλλα. Τα φύλλα της αγγουριάς κρύβουν τα άνθη. Όλες οι αγγουριές αρχικά παράγουν αρσενικά άνθη. Έτσι, δε θα παραχθούν αγγούρια από τα πρώτα άνθη. Στη συνέχεια ωριμάζουν τα θηλυκά άνθη, που έχουν αγγούρια στην άκρη των στημόνων τους.
Για να έχουμε συνεχή παραγωγή σπέρνουμε αγγουριές με χρονική απόσταση 2 με 3 εβδομάδες και θα πρέπει να κόβουμε τα αγγούρια τακτικά γιατί αν γίνουν πολύ μεγάλα το φυτό θα σταματήσει να παράγει άλλα μεγαλύτερα αγγούρια  και επίσης μπορούμε  να κόβουμε τα νέα άνθη ώστε η δύναμη του φυτού να πηγαίνει στο μεγάλωμα των καρπών. Όσα λιγότερα τα άνθη τόσο πιο δυνατά θα γίνουν τα υπάρχοντα αγγούρια. 
Ξεκινάμε τις αγγουριές φυτεύοντας τους σπόρους σε κλειστό μέρος. Θα πρέπει να φυτέψουμε το κάθε σπόρο σε ξεχωριστό κυπελάκι ώστε να μην διαταράξουμε τις ρίζες κατά την μεταφύτευση. Η βλάστηση είναι ταχύτερη αν η θερμοκρασία είναι τουλάχιστον 21 βαθμούς Κελσίου. Μπορούμε να μεταφυτεύσουμε τα σπορόφυτα όταν αρχίσει να αναπτύσσεται το τρίτο πραγματικό φύλο, περίπου 3-4 εβδομάδες μετά τη σπορά. Φροντίζουμε το φυτό να έχει αρκετό νερό αλλά να μην κολυμπά σ αυτό. Απομακρύνουμε τυχόν σαπισμένα στελέχη η προβληματικά τμήματα του φυτού . Μη ρίχνετε απευθείας νερό στα φύλλα. Χρησιμοποιούμε σύστημα ποτισμού τύπου σταγόνας. Oι αγγουριές απαιτούν ζεστό το χώμα. Αν σκοπεύουμε  να φυτέψουμε απευθείας τους σπόρους στο χώμα και κάνει ακόμη, μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε μεμβράνη εδαφοκάλυψης για να κρατήσουμε το χώμα ζεστό. Αν το χώμα δεν είναι αρκετά ζεστό οι σπόροι δεν θα βλαστήσουν. Επιλέγουμε σημεία που το χώμα έχει πολύ καλή αποστράγγιση και τα βλέπει ο ήλιος . Ρίχνουμε κάποιο λίπασμα στο μέρος που θα βάλετε την αγγουριά. Το λίπασμα μπορεί να είναι κοπριά η κομπόστ η άλλο οργανικό σκεύασμα. Το ιδανικό ΡΗ του εδάφους είναι 5,8 έως 7. Οι αγγουριές έχουν απαιτήσεις σε θρεπτικά συστατικά και νερό. Το έδαφος θα πρέπει να είναι υγρό άλλο και όχι μουσκεμένο.


images (4)ΜΠΡΟΚΟΛΟ Τα μπρόκολα αναπτύσσουν μεγάλα και φαρδιά φύλλα γύρω από τον κορμό τους. Ο συνήθης τρόπος φύτεψης των μπρόκολων είναι σε σειρές. Η απόσταση φυτού από φυτό στην ίδια σειρά είναι 30 με 60 εκατοστά και η απόσταση των σειρών μεταξύ τους είναι 60 με 90 εκατοστά. Το χώμα θα πρέπει να είναι καλά αποστραγγισμένο. Πριν τη φύτεψη, επεξεργαζόμαστε το χώμα σε διάμετρο 30 εκατοστών γύρω από το σημείο φύτεψης. Ανακατεύουμε το χώμα να αφρατέψει.
Προσθέτουμε περλίτη αν χρειάζεται για να βελτιώσετε την αποστράγγισή του. Επίσης προσθέτουμε λίπασμα με τη μορφή κομπόστ ή χωνεμένης κοπριάς. Το μπρόκολο χρειάζεται έδαφος με αυξημένα επίπεδα αζώτου.
            Μετά τη φύτεψη και κάθε 3 εβδομάδες, καλό θα είναι να ενισχύσουμε το χώμα με λίπασμα πλούσιο σε άζωτο ώστε να βοηθήσουμε την ανάπτυξη του μπρόκολου. Για να διατηρήσουμε το έδαφος γύρω από τη ρίζα υγρό, μπορούμε να βάλουμε γύρω από τη ρίζα ξερά φύλα ή ξερά χόρτα ή ξερά στάχια.
Ο χρόνος που τα μπρόκολα είναι έτοιμα για συγκομιδή ποικίλει ανάλογα με τον τρόπο που ξεκίνησαν. Αν φυτέψαμε σπόρους, τότε θα μεσολαβούν 11 με 15, ακόμη και 20 εβδομάδες μέχρι να έχουμε την πρώτη σας συγκομιδή. Αν όμως  φυτέψουμε σπορόφυτα, τότε θα μεσολαβήσουν 8 με 12 εβδομάδες μέχρι την πρώτη συγκομιδή.
Τα μπρόκολα συλλέγονται όσο οι ταξιανθίες είναι ώριμες και πριν αρχίσουν να αναπτύσσονται άνθη. Στο κέντρο του στελέχους αναπτύσσεται μία μεγάλη κεντρική ταξιανθία. Αυτή είναι η πρώτη που κόβεται. Στη συνέχεια, συνεχίζουν να αναπτύσσονται μικρότερες πλευρικές ταξιανθίες  που και αυτές μετά από λίγο καιρό μπορούν να συγκομιστούν. Αν δε συγκομίσουμε  έγκαιρα τις ταξιανθίες, αυτές θα ανθήσουν και δε θα μπορούν πλέον να καταναλωθούν.

αρχείο λήψης (5)ΠΑΤΑΤΕΣ Ο πρώτος και πιο σημαντικός όρος για την επιτυχία της πατατοκαλλιέργειας είναι η εκλογή των κατάλληλων πατατών για την σπορά. Ως σπόρος της πατάτας για την γεωργική καλλιέργεια, χρησιμοποιούνται στη πράξη οι κόνδυλοι, δηλαδή η πατάτα, η οποία είναι ένα κομμάτι του κορμού (ένα μόσχευμα στη γλώσσα των κηπουρών). Η μεγαλύτερη σοδειά επιτυγχάνεται μόνο όταν ο σπόρος προέρχεται από πατατόφυτα, που είχαν την μεγαλύτερη απόδοση. Γιατί η πατάτα που θα καλλιεργήσουμε θα διατηρήσει τα προτερήματα και τα ελαττώματα που έχει η μητρική πατάτα. Τοποθετούμε τις πατάτες βάθος 7 με 10εκατοστά και απόσταση 30εκατοστών. Περιμένουμε να εμφανιστούν τα πρώτα φυτά 2 με 3 εβδομάδες μετά την σπορά. Καθώς τα φυτά μεγαλώνουν και αναπτύσσονται οι πατάτες υπόγεια, θα πρέπει να βάζουμε  χώμα γύρω από τη ρίζα του φυτού. Με αυτό τον τρόπο εξασφαλίζουμε  ότι οι πατάτες θα αναπτύσσονται υπόγεια. Το ιδανικό έδαφος για την καλλιέργεια πατάτας είναι καλά αποστραγγισμένο, πλούσιο σε οργανική ύλη και ελαφρώς όξινο. Γενικά το χώμα θα πρέπει να είναι μαλακό ώστε να μπορέσουν να αναπτυχθούν οι πατάτες μέσα σε αυτό και να έχουν χώρο να αναπτυχθούν δίχως να ζοριστούν κατά την ανάπτυξη. Οι πατάτες είναι έτοιμες όταν το φυτό αρχίζει να ξεραίνεται. Ενδιάμεσα όμως, μπορείτε να αφαιρείτε κάποιες πατάτες απομακρύνοντας το χώμα γύρω από τη ρίζα του φυτού. Όμως δεν ξεχνάμε να καλύψουμε ξανά τις ρίζες.


ΠΡΑΣΙΝΑ ΦΑΣΟΛΑΚΙΑimages Θεωρούνται ένα εύκολο στην καλλιέργεια φυτό κατάλληλο για τους νέους καλλιεργητές.  Προτιμούν  ένα σχετικά ψυχρό καιρό. Αν η θερμοκρασία ανέβει πολύ, τότε μπορεί να ρίξει τα άνθη του βέβαια να μην έχετε παραγωγή. Οι πράσινες φασολιές προτιμούν μέρη με πολύ ήλιο, ανέχονται όμως και μέρη όπου δεν υπάρχει συνεχής ηλιοφάνεια. Καθώς τα φυτά  είναι αναρριχητικά θα πρέπει να έχουμε φροντίσει να έχουμε στήσει ένα σύστημα για τη στήριξη τους. Το σύστημα στήριξης μπορεί να αποτελείται από καλαμιά η πιο εξειδικευμένες κατασκευές από ξύλο η σύρματα. Σπέρνουμε  τους σπόρους των πράσινων φασολιών απευθείας στο χώμα. Το βάθος σποράς θα πρέπει να είναι 1 με 1,5εκατοστά. Το έδαφος  που θα φυτεύσουμε θα πρέπει να είναι πλούσιο σε οργανική ύλη. Μπορούμε  να αρχίσουμε να προετοιμάζουμε  το έδαφος από το Φεβρουάριος  έως το Μάρτιο προσθέτοντας κομπόστ και ανακατεύοντας το σε βαθμούς 15 με 20εκατοστά. Τα φασολάκια χρειάζονται έδαφος που να μπορεί να διατηρήσει υγρασία.   

ΚΡΕΜΜΥΔΙΑimages (8) Το μέγεθος του κρεμμυδιού σχετίζετε με το μέγεθος των πράσινών υπέργειων τμημάτων του. Όσο πιο μεγάλο είναι το πράσινο μέρος τόσο πιο μεγάλο θα γίνει και το κρεμμύδι.
Μπορούμε  να φυτέψουμε κρεμμύδια με 2 τρόπους:
1.      σε μορφή σπόρου
2.      σε μορφή κοκκάρι
Το κοκκάρι είναι μικροί βολβοί κρεμμυδιών που μπορούμε να προμηθευτούμε από φυτώρια τις περιοχής μας. Αν θέλουμε να έχουμε έτοιμα τα κρεμμύδια το καλοκαίρι θα πρέπει να ξεκινήσουμε από τον Μάρτιο ή τον Απρίλιο. Αν θέλουμε να έχουμε έτοιμα τα κρεμμύδια το χειμώνα θα πρέπει να έχουμε ξεκινήσει σπορά τον Αύγουστο. Τα κρεμμύδια θα αρχίσουν να εμφανίζονται 10 με 14 ημέρες μετά τη σπορά, ανάλογα τη μέση θερμοκρασία του εδάφους. Οι ιδανικές θερμοκρασίες είναι 16 με 25 βαθμούς κελσίου. Η απόσταση σποράς των κρεμμυδιών μεταβάλετε ανάλογα με την ποικιλία, κρεμμύδια που θα μεγαλώσουν αρκετά χρειάζονται μεγαλύτερες αποστάσεις. Κρεμμύδια που έχουν μικρότερο βαθμό, μπορούν να φυτευτούν σε μικρότερες αποστάσεις. Μια ασφαλής απόσταση σποράς είναι το 1 με 2εκατοστά. Τα κρεμμύδια προτιμούν χώμα που είναι καλά λιπασμένο και καλά αποστραγγισμένο. Στο λακκάκι που θα φυτεύσετε το κάθε κρεμμύδι μπορείτε να προσθέσετε κομπόστ ή άλλο λίπασμα. Τα κρεμμύδια χρειάζονται τακτικό και καλό λίπασμα.
                                                                                                                                                                       
αρχείο λήψης (3)ΛΑΧΑΝΟ Στην αγορά θα βρούμε διάφορες ποικιλίες σπόρων. Υπάρχουν λάχανα που ωριμάζουν το καλοκαίρι, άλλα το φθινόπωρο και άλλα το χειμώνα. Γι’ αυτό το λόγο είναι αντίστοιχες και οι περίοδοι σποράς τους . Αν θέλουμε να έχουμε λάχανα το καλοκαίρι θα πρέπει να τα σπείρουμε στις αρχές Μαρτίου έως τα μέσα Ιουνίου. ΑΝ όμως επίσης τα θέλουμε το φθινόπωρο τα σπέρνουμε στα μέσα Μαΐου έως τις  αρχές Ιουνίου. Τέλος αν τα θέλουμε το χειμώνα τα σπέρνουμε τον Ιούλιο έως τα μέσα  του Αυγούστου. Για τη σωστή καλλιέργεια αρχικά τοποθετούμε τους σπόρους σε σωστούς λάκκους οι οποίοι πρέπει να είναι βάθους μισού εκατοστού και επειδή τα λάχανα χρειάζονται χώρο για την ανάπτυξή τους αφήνουν μια απόσταση 80 με 100εκατοστών  μεταξύ των λάκκων. Επιλέγουμε ένα μέρος που να δέχεται πολύ ήλιο γιατί αλλιώς το λάχανο θα βγει καχεκτικό. Επίσης το έδαφος θα πρέπει να είναι καλά αποστραγγισμένο και πλούσιο σε λίπανση χώμα με πολύ οργανική ύλη. Το ιδανικό  ph  του χώματος είναι 6,0 με 7,5. Τέλος τα λάχανα χρειάζονται καλό πότισμα συχνό και τακτικό.


αρχείο λήψηςΚΟΛΟΚΥΘΙΑ Η καλλιέργεια των κολοκυνθών και της κολοκύθας είναι παρόμοια με του πεπονιού και του αγγουριού που είναι και αυτά μέλη της οικογένειας των κολοκυνθών. Απαιτούν ζεστές μέρες και νύχτες για να ωριμάσουν καλά. Για να φυτέψουμε τα κολοκύθια σκάβουμε λάκκους 5 με 15εκατοστών βάθος και επίσης να έχουν απόσταση μεταξύ τους 60 με 70εκατοστά. Αρχίζουμε να φυτεύουμε την άνοιξη όταν η θερμοκρασία είναι 21 με 35 βαθμούς Κελσίου. Το έδαφος θα πρέπει να είναι υγρό και τοποθετούμε σάπια φύλλα και βρεγμένα άχυρα ή χορτάρια όταν αρχίσουν οι «μεγάλες» ζέστες. Μαζεύουμε  τα καλοκαιρινά κολοκυθάκια όταν είναι μικρά για βραστά ή φρέσκα και μέχρι 20εκατοστά για τηγανιτά. Τα μικρά κολοκυθάκια θα γίνουν υπερβολικά μεγάλα σχεδόν σαν κολοκύθες εάν δεν τα μαζέψουμε νωρίς. Οι χειμωνιάτικες κολοκύθες είναι έτοιμες για συγκομιδή όταν ο φλοιός τους χάνει τη φυσική λάμψη τους. Μετά από το στάδιο της πλήρης ανάπτυξής τους, αφήνουμε τις κολοκύθες άλλες 10-15 ημέρες να ωριμάσουν και κόβουμε το κοτσάνι 3εκατοστά πάνω από την κολοκύθα. Επίσης δεν τα αφήνουμε να κρυώσουν και τα αποθηκεύουμε σε αεριζόμενο μέρος με θερμοκρασία 7-16 βαθμούς Κελσίου. Τα κολοκύθια μπορούν να καλλιεργηθούν μαζί με καλαμπόκι, πεπόνι, τάτουλα, ραπανάκι, καπουτσίνο, κατιφέ και ρίγανη. Ο κατιφές αποτρέπει τους κανθάρους και η ρίγανη παρέχει τη γενική προστασία από τα παράσιτα. Το νεροκάρδαμο αποτρέπει τα ζωύφια. Τέλος δεν καλλιεργούμε ποτέ τα κολοκυθάκια με τις πατάτες.

ΜΑΡΟΥΛΙΑimages (5) Το μαρούλι είναι ένα εύκολο στην καλλιέργεια λαχανικό. Τα πλούσια σε χλωροφύλλη φύλλα του είναι ποιο θρεπτικά. Τα πιο νόστιμα φύλλα βρίσκονται στο εσωτερικό της καρδιάς του μαρουλιού αλλά τα εξωτερικά είναι αυτά που έχουν την  περισσότερη χλωροφύλλη και είναι πιο θρεπτικά.
Μπορoύμε να σπείρουμε τα μαρούλια απευθείας στον κήπο ή στο χωράφι ή να τα ξεκινήσουμε από φυτώριο και στη συνέχεια να μεταφυτεύσουμε τα σπορόφυτα. Το μαρούλι είναι ένα λαχανικό που μπορούμε να τα φυτεύσουμε σχεδόν όλες τις εποχές του έτους, αλλά  θα έχουμε καλύτερα αποτελέσματα εάν ή θερμοκρασία είναι κάτω από 21 βαθμούς κελσίου.
 Οι σπόροι χρειάζονται φως για να βλαστήσουν. Αν σκοπεύουμε να φυτέψουμε τα μαρούλια τον Αύγουστο τότε καλό θα είναι να φυτέψουμε τους σπόρους μαρουλιού σε ένα φυτώριο μέσα στο σπίτι. Φροντίζουμε το φυτώριο να βρίσκεται σε ένα δροσερό μέρος και να το βλέπει το φως. Αν θέλουμε να έχουμε συνεχή συγκομιδή,  πρέπει να σπείρουμε νέα μαρούλια κάθε 2 με 3 εβδομάδες. Μπορούμε να σπείρουμε μαρούλια σε αποστάσεις 20 με 25εκατοστά. Τα μαρούλια χρειάζονται σταθερό και συχνό πότισμα. Τα μαρούλια προτιμούν χώμα που είναι καλά αποστραγγισμένο και πλούσιο σε οργανικά στοιχεία για μπορούμε  να τα καταναλώσουμε.

images (2)ΝΤΟΜΑΤΕΣ Όταν καλλιεργούμε ντομάτες σε εξωτερικό χώρο, το κλειδί είναι η επιλογή σωστής θέσης μέσα στον κήπο. Η ντομάτα είναι ένα φυτό που προτιμά χώμα καλά στεγνωμένο και πλούσιο σε οργανικά υλικά και πρωτεΐνες. Το ph του χώματος πρέπει να είναι μεταξύ 6-7 .Το χώμα πρέπει να τοποθετηθεί σε βάθος περίπου 8εκ. για να παρέχει καλή αποχέτευση και να επιτρέψει την καλή δομή της ρίζας. Αρχίζουμε να φυτεύουμε τις ντομάτες τοποθετώντας τους σπόρους σε δοχεία με ελαφριά τύρφη, προσθέτουμε λίγα σπασμένα πήλινα αγγεία στην βάση του δοχείου για να συμβάλλουμε στην αποχέτευση και το αφήνουμε στο θερμοκήπιο σε θερμοκρασία 10-16C βαθμούς Κελσίου. Ποτίζουμε καλά ώστε να βεβαιωθούμε ότι το χώμα δεν θα στεγνώσει καθόλου. Η βλάστηση μπορεί να διαρκέσει ως 2 βδομάδες. Μόλις φθάσουν τα φυτά της ντομάτας τα 7εκ. ύψος αρχίζουμε να τα σκληραγωγούμε τοποθετώντας τα έξω κατά την διάρκεια της ημέρας. Μετά από 5-6 ημέρες τα φυτά πρέπει να τα αφήσουμε έξω με τις γλάστρες τους και κατά τη διάρκεια της νύχτας, για 2 ακόμη εβδομάδες. Μετά από αυτό και εφόσον δεν υπάρχει κίνδυνος ψύχους, οι ντοματιές είναι έτοιμες για εμφύτευση στον κήπο. Ξεχωρίστε τα φυτά ανάλογα με τον τύπο ντομάτας που έχετε επιλέξει. Υποστηρίξτε τα φυτά παρέχοντας τους ένα σκελετό ή τουλάχιστον να τα στερεώσετε αλλά όχι περιοριστικά σε πάσσαλο. Διατηρήστε τα φυτά καλοποτισμένα και καλοστρωμένα με σαπισμένα φύλλα για την συγκράτηση της υγρασίας του εδάφους και σε 2μήνες(ανάλογα με την ποικιλία) θα έχετε μια καλή σοδειά ντομάτας. Οι ντομάτες πρέπει να περισυλλέγονται 2 φορές την εβδομάδα, όπως ωριμάζουν. Όλα τα σάπια και χαλασμένα φρούτα πρέπει να απομακρυνθούν ώστε να προστατευθούν τα υγιή. Λίγο πριν έρθει το πρώτο ψύχος, μπορείτε να μαζέψετε τα ώριμα πράσινα φρούτα και να τα ωριμάσετε εσωτερικά. Μην κρατάτε πράσινες ντομάτες σε θερμοκρασίες χαμηλότερες από 12C ,διαφορετικά δεν θα έχουν ωραία γεύση όταν ωριμάσουν. Όπως χρησιμοποιείτε αυτά, ωριμάστε μερικές στους 17-21C. Υψηλότερες θερμοκρασίες θα κάνουν τις ντομάτες να ωριμάσουν.

αρχείο λήψης (4)ΜΕΛΙΤΖΑΝΑ Σπέρνουμε τις μελιτζάνες απευθείας στο χώμα και μόνο αν ο καιρός έχει ζεσταθεί αρκετά και μόνιμα. Επειδή οι μελιτζάνες είναι τροπικά φυτά τις φυτεύουμε σε ένα μέρος του κήπου ώστε να τις βλέπει ο ήλιος.  Το ιδανικό έδαφος για την καλλιέργεια μελιτζάνας είναι αμμοπηλώδες, πλούσιο σε οργανικές ουσίες και καλά αποστραγγισμένο. Το έδαφος θα πρέπει να έχει ph μεταξύ 5,5 και 8,0. Η μελιτζάνα σπέρνεται σε παράλληλες γραμμές. Έχουμε δύο αποστάσεις: την απόσταση γραμμής από γραμμή και την απόσταση των φυτών επάνω στη γραμμή. Οι αποστάσεις γραμμής από γραμμή είναι μεταξύ 60 και 90 εκατοστών. Η απόσταση ανάμεσα στα φυτά στην ίδια γραμμή είναι από 45 με 60cm. Όσο πιο πυκνές είναι οι αποστάσεις σποράς τόσο πιο πολλά φυτά θα μπορέσετε να βάλετε ανά μονάδα επιφάνειας. Ταυτόχρονα όμως χρειάζεται περισσότερη λίπανση και φροντίδα. Όταν το φυτό φτάσει τα 30 εκατοστά σε ύψος και αφού δέσει καρπούς, θα χρειαστεί να το στηρίξετε. Μπορούμε να τοποθετήσουμε μια βέργα στο χώμα και πάνω σε αυτή να δέσετε το φυτό. Η μελιτζάνα είναι ένα φυτό που χρειάζεται πολύ νερό. Ποτίζουμε τακτικά και τους θερμούς μήνες ακόμα περισσότερο ώστε να είναι υγρό πάντα το χώμα.

imagesΑΡΑΚΑΣ Ο αρακάς είναι ένα  από τα λαχανικά που κατά 99% υπάρχει στα ψυγεία των super market. Στον αρακά αρέσει ο ψυχρός καιρός  και γι’ αυτό το λόγο επιλέγουμε ένα μέρος με πλήρη ηλιοφάνεια για καλοκαιρινή συγκομιδή  και μπορούμε να σπείρουμε τον αρακά από τα τέλη Φεβρουαρίου μέχρι τα μέσα Απριλίου. Για φθινοπωρινή συγκομιδή σπέρνουμε τον αρακά από τον Ιούλιο μέχρι και τα μέσα Αυγούστου. Αν θέλουμε να έχουμε συνεχή συγκομιδή , φροντίζουμε να σπέρνουμε αρακά κάθε 2 εβδομάδες. Δε συνηθίζεται η μεταφύτευση του αρακά. Προτιμάμε να σπείρουμε απευθείας στο σημείο του κήπου η του χωραφιού που θα αναπτυχθεί τελικά.
Υπάρχουν χαμηλές και υψηλές ποικιλίες αρακά. Αν επιλέξουμε ψηλή ποικιλία πρέπει να γνωρίζουμε ότι χρειάζεται στήριξη. Θα πρέπει να υπάρχει χώρος για να αναπτύξουμε στηρίγματα πάνω στα οποία , θα απλωθεί και θα στηριχτεί ο αρακάς.
Σε κάθε θέση , φυτεύουμε 3-4 σπόρους σε βάθος 2  εκατοστών. Οι θέσεις θα πρέπει να απέχουν τουλάχιστον 30  εκατοστά μεταξύ τους σε θερμοκρασία εδάφους 10 με 20 βαθμούς Κελσίου, οι σπόροι φυτρώνουν σε 6 με 14 ημέρες. Ο αρακάς  προτιμά έδαφος με ρΗ από 6 έως 6,5. Το πότισμα θα πρέπει να είναι περιορισμένο. Ο αρακάς θα πρέπει να μεγαλώσει με την υγρασία του εδάφους χωρίς επιπλέον πότισμα. Τέλος το σημείο του κήπου ή του χωραφιού που θα επιλέξουμε να σπείρουμε τον αρακά θα πρέπει να το βλέπεις πολύ ο ήλιος.           

ΠΙΠΕΡΙΕΣαρχείο λήψης Μπορούμε να σπείρουμε σπόρους πιπεριάς απευθείας στον κήπο τον Απρίλιο και Ιούνιο. Επίσης μπορούμε να σπείρουμε σπόρους πιπεριάς σε σπορείο, 6 με 8 εβδομάδες πριν τα τελευταία κρύα. Πρακτικά αυτό σημαίνει από τον Μάρτιο και μετά. Τέλος μπορούμε να φυτέψουμε έτοιμα σπορόφυτα πιπεριάς Απρίλιο και Μάιο.
Ξεκινώντας τις πιπεριές από σπόρους απευθείας στο χώμα
Θα πρέπει να σπείρουμε τους σπόρους πιπεριάς απευθείας στο χώμα όταν ο καιρός έχει ζεστάνει αρκετά. Η ιδανική θερμοκρασία για να βλαστήσουν οι σπόροι πιπεριάς είναι 24ο C. Αυτό συνήθως συμβαίνει τον Απρίλιο. Δεν επιχειρούμε να σπείρουμε απευθείας στο χώμα σπόρους πιπεριάς τον Μάρτιο ή νωρίς τον Απρίλιο. Μπορούμε να συνεχίσουμε τη σπορά πιπεριάς μέχρι και τον Ιούνιο. Αν θέλουμε να έχουμε συνεχόμενη παραγωγή από πιπεριές, σπέρνουμε με διαφορά 15 ήμερών  και θα πρέπει να φυτέψουμε τις πιπεριές σε ένα μέρος του κήπου το οποίο πρέπει να το βλέπει πολύ ο ήλιος αλλά δεν το πιάνει ο αέρας. Οι πιπεριές αγαπούν τον ήλιο και τη ζέστη. Προετοιμάζουμε τη θέση που θα σπείρουμε τη πιπεριά όπως περιγράφεται στη συνέχεια ( το ίδιο γίνεται και στην μεταφύτευση ).
·         Ανοίγουμε  ένα λάκκο στο έδαφος διαμέτρου 30 εκατοστών και βάθους 20εκατοστών. 
·         Στο κάτω μέρος του λάκκου ρίχνουμε  μία χούφτα λίπασμα. Το μπλε κόκκων λίπασμα είναι αρκετά καλό. Μέχρι να φτάσουν οι ρίζες του φυτού σε αυτό το βάθος, το λίπασμα θα έχει απορροφηθεί από το χώμα.
·         Πάνω από το λίπασμα προσθέτουμε μία στρώση από το χώμα που αφαιρέσαμε.
·         Μετά γεμίζουμε το υπόλοιπο του λάκκου με μείγμα κομπόστ και χώματος σε ίσες ποσότητες. Το μείγμα αυτό θα κάνει το χώμα αφράτο και πλούσιο σε θρεπτικά συστατικά.
·         Ανοίγουμε με το δάκτυλο μας τρία λακκάκια με βάθος ο,5 με 1εκατοστά. Τοποθετούμε 2 σπόρους πιπεριάς σε κάθε λακκάκι.
·         Σκεπάζουμε το σπόρο και πατάμε ελαφρά το χώμα
·         Τέλος ποτίζουμε καλά το χώμα. Ποτίζουμε όποτε χρειάζεται ώστε το χώμα να είναι υγρό αλλά όχι βρεγμένο.
Μπορούν να περάσουν έως και 2 εβδομάδες μέχρι να βλαστήσουν οι σπόροι και να δούμε τα φυτά να βγαίνουν από το χώμα. Όμως δεν απογοητευόμαστε!!!!
Το ιδανικό έδαφος για την καλλιέργεια πιπεριάς πρέπει να έχει ph 6,7 και 7,0 να είναι πλούσιο σε οργανικές ουσίες και καλά αποστραγγισμένο.
Η πιπεριά σπέρνεται σε παράλληλες γραμμές. Το κάθε φυτό πιπεριάς δεν καταλαμβάνει πολύ χώρο. Έχουμε δύο αποστάσεις. Την απόσταση γραμμής από γραμμή και την απόσταση των φυτών επάνω στη γραμμή. Οι αποστάσεις γραμμής από γραμμή είναι μεταξύ 60 και 90 εκατοστών. Η απόσταση ανάμεσα στα φυτά στην ίδια γραμμή είναι από 30 έως 50 εκατοστά.
Η πιπεριά έχει επιπόλαιο ριζικό σύστημα. Είναι ευαίσθητη στους δυνατούς ανέμους που μπορούν ακόμη και να τη ρίξουν κάτω. Αν το μέρος που βάλουμε τις πιπεριές το πιάνει ο αέρας, θα χρειαστεί να τις στηρίξουμε. Η στήριξη μπορεί να γίνει με τη βοήθεια ενός πασσάλου που θα μπήξετε στο έδαφος και πάνω στον οποίο θα στηρίξουμε το φυτό.
Κατά τους ζεστούς μήνες του καλοκαιριού η πιπεριά αναπτύσσεται γοργά. Θα πρέπει να την ποτίζουμε τακτικά ώστε τα φύλλα της να μην δείχνουν κουρασμένα και γέρνουν προς τα κάτω. Ρίχνουμε οργανικό λίπασμα γύρω από τις πιπεριές όταν βγάλουν άνθη. Επαναλαμβάνουμε τρεις εβδομάδες αργότερα. Τέλος μπορούμε να αρχίσουμε να κόβουμε πιπεριές όσο είναι ακόμη πράσινες. Όσο πιο συχνά κόβουμε πιπεριές, τόσο πιο πολλές θα παράγει το φυτό!

h,ΠΡΑΣΟ Το πράσο είναι ένα υπέροχο λαχανικό. Μπορεί να καλλιεργηθεί ακόμη και σε δύσκολα εδάφη. Μπορούμε να σπείρουμε τους σπόρους απευθείας στον κήπο ή σε φυτώριο μέσα στο σπίτι. Στον κήπο σπέρνουμε τους σπόρους σε βάθος 1εκατοστού και σε αποστάσεις 10 με 15εκατοστά. Ο ι σπόροι θα βλαστήσουν σε 16 ημέρες ανάλογα με την θερμοκρασία τους εδάφους. Τα πράσα προτιμούν μαλακό έδαφος, πλούσιο σε θρεπτικά συστατικά. Το χώμα πρέπει να είναι καλά σκαμμένο σε βάθος  περίπου 15εκατοστών, γιατί σε τόσο περίπου βάθος θα φτάσει η ρίζα των πράσων. Φροντίζουμε να ποτίζουμε τακτικά τα πράσα  γιατί αγαπούν πολύ το νερό. Τα πράσα είναι έτοιμα για συγκομιδή όταν έχουν διάμετρο στη βάση τους ίση ή μεγαλύτερη από 2εκατοστά.
jkjΣΠΑΝΑΚΙ Το σπανάκι είναι ένα εύκολο κηπευτικό και μπορεί να καλλιεργηθεί στον κήπο και ακόμη και στο μπαλκόνι. Σπέρνεται από τις αρχές Σεπτεμβρίου έως τις αρχές Φεβρουαρίου. Επειδή είναι φυτό ψυχροαπαιτρητικό θέλει χαμηλές θερμοκρασίες για να ευδοκιμήσει. Καλλιεργείται σε μεγάλη ποικιλία εδαφών, αλλά τσαμμοπηλώδη είναι τα πιο κατάλληλα. Για τις πρώιμες χειμωνιάτικες καλλιέργειες τα ιδανικότερα εδάφη είναι τα αμμώδη στραγγισμένα και πλούσια σε χούμο χώματα. Το σπανάκι είναι ευαίσθητο σε όξινα χώματα με ph μικρότερο του 5,5 και το ιδανικότερο ph για να ευδοκιμήσει είναι μεταξύ 6 και 7. Το πρώτο πότισμα γίνετε αμέσως μετά το φύτρωμα εφόσον δεν υπάρχει υγρασία. Ανάμεσα στο φύτρωμα και το μάζεμα πρέπει να γίνονται τρία ποτίσματα αν δεν υπάρχει βροχή ή υγρασία αρκετή. Ο σπόρος φυτρώνει και σε θερμοκρασίες 5–-15 βαθμούς Κελσίου, ενώ η ανάπτυξη των φυτών συνεχίζεται και κάτω από τους 5 βαθμούς Κελσίου. Για να έχετε συνεχή παραγωγή, σπείρετε τα σπανάκια με διαφορά 15 ημερών. Ο πιο συνηθισμένος τρόπος σποράς του σπανακιού είναι η τοποθέτηση των σπόρων απευθείας στο χώμα. Το βάθος σποράς είναι περίπου 1εκατοστό. Σε κάθε λακκάκι ρίξτε 3 με 4 σπόρους. Το κάθε λακκάκι πρέπει να απέχει 30 με 40εκατοστά από το άλλο. Αν σπέρνετε σε σειρές, η κάθε σειρά πρέπει να απέχει 30 με 40εκατοστά από την άλλη. Καλύτερος τρόπος για να σπείρουμε το σπανάκι είναι σε σειρές. Υπάρχουν δυο τρόποι συγκομιδής. Ο πρώτος τρόπος είναι να κόψουμε το σπανάκι από την ρίζα, λίγο κάτω από το χώμα και αφαιρούμε όλο το φυτό. Ο δεύτερος τρόπος είναι κόβοντας από το σπανάκι μόνο τα φύλλα που θέλουμε.
ΣΥΝΗΘΙΣΜΕΝΑ ΜΥΡΩΔΙΚΑ ΠΟΥ ΚΑΛΛΙΕΡΓΟΥΝΤΑΙ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ ΜΑΣ
j
ΜΑΙΝΤΑΝΟΣ Ο μαϊντανός είναι ένα διετές φυτό. Αν και έχουμε συνηθίσει να το βρίσκουμε εύκολα στις αγορές, θα πρέπει να γνωρίζουμε ότι είναι ένα βότανο που απαιτεί υπομονή. Από την ώρα που θα φυτέψουμε τους σπόρους, θα χρειαστούν 3 με 4 εβδομάδες μέχρι να αρχίσουν να βλασταίνουν. Θα χρειαστεί να περάσουν ακόμη 2 με 3 μήνες μέχρι να μπορέσουμε να δοκιμάσουμε τον μαϊντανό μας. Μπορούμε να σπείρουμε τους σπόρους μαϊντανού στις γλάστρες μας από νωρίς την άνοιξη έως το φθινόπωρο. Απλώνουμε τους σπόρους στη γλάστρα και σκεπάζουμε με λίγο χώμα και ποτίζουμε αμέσως. Θα πρέπει να διατηρούμε το χώμα στη γλάστρα υγρό, αλλά όχι μουσκεμένο και γι’ αυτό βεβαιωνόμαστε ότι οι τρύπες αποστράγγισης της γλάστρας δεν είναι βουλωμένες. Αν φυτέψουμε τους σπόρους μαϊντανού και κάνει ακόμη κρύο, θα πρέπει να μεταφέρουμε τις γλάστρες μέσα στο σπίτι και να τις βάλουμε δίπλα στο παράθυρο. Επίσης για καλύτερα αποτελέσματα, η γλάστρα θα πρέπει να τοποθετηθεί σε μέρος που το βλέπει ο ήλιος, αν και μπορεί να αναπτυχθεί και σε μέρη που τα βλέπει ο ήλιος για λίγες ώρες την ημέρα.
Αν και ο μαϊντανός είναι διετές φυτό, σπάνια επιζεί του δεύτερου έτους λόγω της συγκομιδής. Αυτό δεν είναι κακό, γιατί το δεύτερο έτος το φυτό δεν έχει την ίδια απόδοση και ποιότητα.

uoΜΕΝΤΑ Η μέντα είναι φυτό που μπορεί να ευδοκιμήσει σε ποικιλία κλιμάτων και εδαφών. Άριστη θερμοκρασία ανάπτυξης για τη μέντα είναι 17 βαθμοί Κελσίου και όταν αρδεύεται τακτικά, αντέχει και στις υψηλές θερμοκρασίες του καλοκαιριού. Αποδίδει καλύτερα σε εδάφη βαθιά, πλούσια σε οργανική ουσία που δεν είναι πολύ βαριά, στραγγερά , με τιμή ph 6,5 , αλλά και σε  ph 6-7,5 δεν παρουσιάζει προβλήματα. Η μέντα είναι πολύ απαιτητική σε νερό και σε πολύ θερμό καιρό η καλλιέργεια μπορεί να χρειασθεί και τρία ποτίσματα την εβδομάδα.
Είναι ένα στείρο υβρίδιο και γι’ αυτό δεν πολλαπλασιάζεται εγγενώς με σπόρο παρά μόνον αγενώς, με ριζώματα μοσχεύματα ή φυτάρια μικροπολλαπλασιασμού. Συγκομίζεται στην αρχή της ανθοφορίας (συνήθως αρχές Ιουλίου) ενώ καλλιέργειες που είναι εγκατεστημένες σε εύφορα αρδευόμενα χωράφια, μπορεί να γίνει άλλη μία συγκομιδή το Σεπτέμβριο.

;oΒΑΣΙΛΙΚΟΣ Ο βασιλικός είναι μονοετές αρωματικό φυτό που μοιάζει με μικρό φουντωτό θάμνο. Διασταυρώνεται εύκολα και δημιουργεί πολλές ποικιλίες και ανθίζει με μικρά λευκά ανθάκια από Ιούνιο μέχρι Αύγουστο. Καλλιεργείται σε χώμα ή γλάστρες. Πολλαπλασιάζεται εύκολα με σπόρους που σπέρνουμε νωρίς την άνοιξη. Χρειάζεται χώμα πλούσιο σε οργανικές ουσίες , ήλιο και πολύ τακτικό πότισμα. Τα αρωματικά του φύλλα χρησιμοποιούνται στην μαγειρική και στις σαλάτες.
Μπορούμε να σπείρουμε  από 5 έως 10  σποράκια  απ’ ευθείας  στη γλάστρα μας νωρίς την άνοιξη. Σε διαφορετική περίπτωση, μπορούμε να το μεταφυτεύσουμε από τον Απρίλιο έως το Μάιο. Είναι προτιμότερο να βάλουμε 2 έως 3 διαφορετικές ποικιλίες ώστε να έχουμε φρέσκο προϊόν σχεδόν όλο το χρόνο. Απαιτεί φως αλλά όχι απ’ ευθείας ήλιο, ο οποίος μαραίνει τα φύλλα του. Αγαπά το δροσερό έδαφος , γι’ αυτό πρέπει να ποτίζεται, ιδιαίτερα το καλοκαίρι, σε καθημερινή βάση. Για να παρατείνουμε τη διάρκεια της ζωής του, καλό θα είναι να ψαλιδίζουμε τα άνθη του. Επίσης, όταν συλλέγουμε φύλλα για κατανάλωση , είναι καλύτερα να κόβουμε τις κορυφές έτσι ώστε να αναπτύσσονται και οι πλάγιοι βλαστοί.

ΑΝΗΘΟΣ  Η άριστη θερμοκρασία ανάπτυξης του άνηθου είναι 18 έως 25 βαθμούς Κελσίου. Αποδίδει καλά σε εδάφη μέσης  σύστασης, πλούσια σε οργανική ουσία, καλά στραγγισμένα, με καλό πορώδες και ph 6-7. Η καλλιέργεια του άνηθου ωφελείται από την οργανική λίπανση. Οι απαιτήσεις του σε νερό είναι μέτριες lj;αλλά σε χρονιά που έχει ανομβρία καλό είναι να υπάρχει δυνατότητα άρδευσης για να μην πέφτει η στρεμματική απόδοση.
Ο άνηθος πολλαπλασιάζεται με σπόρους. Η σπορά γίνεται από αρχές Μαρτίου μέχρι μέσα Απριλίου. Η σπορά γίνεται σε καλά αποστραγγισμένο χωράφι.
Μετά το φύτρωμα χρειάζεται τσαπάνισμα και βοτάνισμα και ακόμη σε περίπτωση πυκνού φυτρώματος χρειάζεται και αραίωμα.
Η συγκομιδή γίνεται με θέρισμα των φυτών όταν οι περισσότεροι καρποί μιας ταξιανθίας βρίσκονται στο στάδιο της ωρίμανσης περίπου το πρώτο 15νθήμερο του Ιουλίου.


images (1)ΣΕΛΙΝΟ Το σέλινο είναι διετές φυτό με ύψος που φτάνει τα 0,3 με 0,9 εκατοστάTo σέλινο έχει δυο βασικές ποικιλίες. Η μία είναι με μεγάλη σαρκώδη ρίζα τη γνωστή σελινόριζα που καλλιεργείται για αυτή. Η δεύτερη η πιο κλασσική, είναι με σαρκώδεις μεγάλους μίσχους που καλλιεργείται για τα φύλλα της.
Το σέλινο χρειάζεται ήλιο και χώμα που κρατά την υγρασία χωρίς όμως να είναι μουσκεμένο. Φυτεύουμε τους σπόρους από τον Απρίλιο έως τον Μάιο σε βάθος 0,5 έως 1,5εκατοστά. Οι σπόροι του σέλινου είναι μικροσκοπικοί. Έτσι για να μπορέσουμε να τους χειριστούμε, θα βοηθούσε  να τους ανακατέψουμε με λίγο στεγνό χώμα. Μαζεύουμε πάντα τους εξωτερικούς βλαστούς ώστε να συνεχίσουν να αναπτύσσονται  οι εσωτερικοί.

imagesΣΚΟΡΔΟ Το σκόρδο καλλιεργείται σε δυο περιόδους το φθινόπωρο και τον χειμώνα. Οι θερμοκρασίες εδάφους θα πρέπει να είναι 15 με 26 βαθμούς Κελσίου. Ο πιο συνηθισμένος τρόπος για να ξεκινήσουμε τα σκόρδα είναι φυτεύοντάς τα απευθείας στο χώμα σκελίδες σκόρδου. Μια σκελίδα για κάθε φυτό είναι αρκετή. Ανοίγουμε ένα λακκάκι με βάθος 1,5εκατοστά και τοποθετούμε μέσα τη σκελίδα σκόρδου η οποία πρέπει να τοποθετηθεί με την κορυφή προς τα πάνω. Οι αποστάσεις σποράς είναι 10 με 15εκατοστά.
Τα σκόρδα έχουν αργή ανάπτυξη και μπορεί να χρειαστούν μέχρι και 10 μήνες από την  εποχή σποράς μέχρι την ώρα της συγκομιδής. Αν σπείρουμε τα σκόρδα το φθινόπωρο το ριζικό σύστημά του θα αρχίσει να αναπτύσσεται πριν φτάσει ο χειμώνας. Όμως είναι πολύ πιθανό να μην εμφανιστεί ακόμη πράσινο υπέργειο τμήμα του σκόρδου. Πρέπει να αφαιρούμε τα αγριόχορτα που αναπτύσσονται γύρω από τα σκόρδα γιατί δεν τα πάνε καλά με τον ανταγωνισμό με τα αγριόχορτα. Είναι έτοιμα για συγκομιδή όταν τα φύλλα τους γίνουν καφέ και ξεραθούν. Σταματάμε να τα ποτίζουμε μερικές εβδομάδες πριν τη συγκομιδή. Αφού βγάλουμε τα σκόρδα από το χώμα μπορούμε να τα πλέξουμε.
Επίσης καθώς τα σκόρδα αναπτύσσονται μέσα στο χώμα, το χώμα πρέπει να είναι μαλακό. Πριν τη σπορά, σκάβουμε το χώμα σε βάθος 20 με 30εκατοστά  και το εμπλουτίζουμε με κομπόστ. Ποτίζουμε τακτικά

ΦΡΟΥΤΑ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΜΑΣ
jΠΕΠΟΝΙΑ Η πεπονιά ανήκει στην οικογένεια των κολοκυνθοειδών. Είναι συγγενικό φυτό με την κολοκυθιά, την αγγουριά και την καρπουζιά. Καλλιεργείτε σε θερμές περιοχές της γης για τον νόστιμο καρπό της το πεπόνι. Η καλλιέργεια της πεπονιάς απαιτεί ζέστη, και εδαφική υγρασία. Ευδοκιμεί σε όλους τους τύπους των εδαφών αλλά είναι απαιτητικό φυτό γι’ αυτό χρειάζεται λίπανση με κοπριά ή χλωρού τύπου και σε διάφορες περιπτώσεις και το λίπασμα. Ο πολλαπλασιασμός της γίνεται με σπορά στην ύπαιθρο όταν το χώμα ζεσταθεί αρκετά. Στην συνέχεια χρειάζεται καλό πότισμα. Μέχρι να ωριμάσουν τα πεπόνια χρειάζονται περίπου 3 μήνες. Επειδή η πεπονιά είναι φυτό επιπολαιόρριζο, χρειάζεται προσοχή όταν αφαιρούνται τα διάφορα ζιζάνια, γιατί μπορεί να προκληθούν ζημιές και γι’ αυτό το λόγο η αφαίρεση των ζιζανίων γίνεται με το χέρι.

watermelonΚΑΡΠΟΥΖΙΑ Το καρπούζι ίσως είναι το πιο αγαπημένο και χαρακτηριστικό φυτό του καλοκαιριού. Είναι ένα αναρριχητικό φυτό που αγαπά πολύ τη ζέστη. Αναπτύσσεται καλύτερα σε θερμά κλίματα όπου η θερμοκρασία είναι τουλάχιστον μεταξύ 21 και 27 βαθμούς Κελσίου το πρωί και 18 με 21 βαθμούς Κελσίου το βράδυ. Τα αρσενικά και θηλυκά άνθη αναπτύσσονται στο ίδιο φυτό. Χρειάζονται τις μέλισσες για να γίνει η γονιμοποίηση. Επιλέγουμε ένα μέρος του κήπου που το βλέπει συνεχώς ο ήλιος. Τα καρπούζια θέλουν έδαφος με ουδέτερο pH, αλλά ανέχονται και όξινα εδάφη όπου το pH φτάνει μέχρι το 5,5. Το έδαφος που θα καλλιεργήσουμε το καρπούζι θα πρέπει να είναι μαλακό, καλά αποστραγγισμένο και πλούσιο σε θρεπτικά συστατικά. Για να φυτέψουμε τα καρπούζια σκάβουμε ένα λάκκο περίπου 60 εκατοστά διάμετρο και 30 εκατοστά βάθος. Ο κάθε λάκκος θα πρέπει να απέχει από τον άλλο, από 90 έως 180 εκατοστά. Επίσης αφήνουμε μεγάλη απόσταση μεταξύ των λάκκων γιατί οι καρπουζιές θέλουν χώρο για να αναπτυχθούν . Επίσης θέλουν πολύ νερό και γι’αυτό το λόγο τις ποτίζουμε τακτικά.
images (6)ΦΡΑΟΥΛΑ Η φράουλα είναι πολυετές, έρπον κυρίως αλλά και αναρριχώμενο ποώδες φυτό με τριχωτά σύνθετα φύλλα που αποτελούνται από 3 φυλλάρια που τα περιθώρια τους είναι πριονωτά. Τα άνθη της είναι λευκά, μονογενή ή και ερμαφρόδιτα και φύονται σε μικρές ταξιανθίες που ξεκινούν από τις μασχάλες των φύλλων. Όσο ο χρόνος περνάει οι ρίζες του φυτού γίνονται ξυλώδεις και αναπτύσσονται παραφυάδες που ριζώνουν αναπτύσσοντας νέα φυτά. Ο καρπός της φράουλας είναι σύνθετος και αποτελείται από μια ανθοδόχη που έχει στην επιφάνεια της πολλά μικρά σπόρια. Η καλλιέργεια της φράουλας είναι αρκετά εύκολη ακόμα και για τους πιο αρχάριους. Η φράουλα αντέχει στις χειμερινές χαμηλές θερμοκρασίες, όμως μία απότομη αλλαγή θερμοκρασίας ή ένας παγετός την άνοιξη μπορεί να βλάψει το φυτό. Πολλές βροχές επίσης μπορούν να προκαλέσουν σάπισμα των καρπών. Η φράουλα μπορεί να προσαρμοστεί σε όλα τα είδη χώματος. Δεν χρειάζεται σχεδόν καθόλου λίπασμα. Τη βλάπτει η ξηρασία ενώ το πότισμα είναι καλύτερα να γίνεται με ράντισμα όλου του φυτού ή με τεχνητή βροχή. Ο πολλαπλασιασμός της γίνεται με παραφυάδες. Τα φυτά φυτεύονται το φθινόπωρο έτσι ώστε να υπάρχει παραγωγή τον επόμενο χρόνο. Επειδή οι φράουλες είναι ευαίσθητες συνηθίζεται η καλλιέργεια τους να γίνεται όσο το δυνατόν πιο κοντά στα κέντρα γενικής εμπορίας και κατανάλωσης. Η συγκομιδή γίνεται μόλις οι φράουλες αποκτήσουν κόκκινο χρώμα. Οι φράουλες καταναλώνονται ως νωπό φρούτο αλλά και επεξεργάζονται (κονσέρβες, χυμοί και άλλα ). Χρησιμοποιούνται επίσης στη ζαχαροπλαστική , γίνονται μαρμελάδες, λικέρ, κομπόστες.

Εκτός τα λαχανικά, τα φρούτα και τα μυρωδικά που καλλιεργούμε για δική μας χρήση καλλιεργούμε πολλές ζωοτροφές για να τρώνε τα ζώα μας τροφές πλούσιες σε θρεπτικά συστατικά.

ΣΥΝΗΘΙΣΜΕΝΕΣ ΖΩΟΤΡΟΦΕΣ

images (1)ΚΑΛΑΜΠΟΚΙ Το καλαμπόκι πολλαπλασιάζεται με σπέρματα. Η σπορά γίνεται την άνοιξη, γιατί είναι ευαίσθητο στο ψύχος. Η καλλιέργεια γίνεται με διασκορπισμό των σπόρων ή σε αυλακιές. Έπειτα οι σπόροι σκεπάζονται με σβάρνισμα. Σήμερα η σπορά γίνεται με ειδικές σπαρτικές μηχανές, ομοιόμορφη σε βάθος και σε κανονικές αποστάσεις. Το έδαφος πρέπει να είναι ελαφρό και δροσερό. Το καλαμπόκι χρειάζεται καλή καλλιέργεια και λίπανση και επίσης την καλύτερη απόδοση έχει η ποτιστική καλλιέργεια. Με τον υβριδισμό πετυχαίνεται η επιθυμητή ποικιλία με μεγάλη στρεμματική απόδοση. Τα σπέρματα των νέων φυτών, όταν σπαρθούν, δε μας δίνουν τα ίδια αποτελέσματα, γι` αυτό οι καλλιεργητές κάθε χρόνο προμηθεύονται νέο σπόρο. Το καλαμπόκι  είναι φυτό αδηφάγο και εξαντλεί το έδαφος από τα θρεπτικά συστατικά, γι` αυτό επιβάλλεται η αμειψισπορά με σιτάρι, κριθάρι, σίκαλη ή ψυχανθή, η οποία συντελεί στην ανανέωση των συστατικών του εδάφους. Οι απαραίτητες καλλιεργητικές φροντίδες για καλύτερη επιτυχία και απόδοση είναι οι εξής: σκάλισμα 2-3 φορές με ανάλογη αραίωση των φυτών, παράχωμα, πότισμα, αδέλφωμα (απομάκρυνση παραφυάδων του φυτού), κορφολόγημα κ.ά. Η συγκομιδή γίνεται γύρω στα τέλη Αυγούστου μέχρι τα μέσα Οκτωβρίου, ανάλογα με την ποικιλία. Οι ρόκες κόβονται, ξεφλουδίζονται και αφήνονται να ξεραθούν τελείως. Ακολουθεί εκκοκκισμός και αποθήκευση.
αρχείο λήψηςΣΙΤΑΡΙ Το σιτάρι είναι το σημαντικότερο από τα αγρωστοειδή φυτά και, το πιο πολύ διαδομένο στον κόσμο. Από τα σπέρματά του, αφού αλεστούν, παράγεται αλεύρι. Ανάλογα με την ποικιλία, τον τόπο και την εποχή, το σιτάρι ανθεί από το Μάη μέχρι τον Αύγουστο. Το σιτάρι αντέχει σε πολύ χαμηλές θερμοκρασίες, γι' αυτό και αναπτύσσεται μέχρι την πολική ζώνη. Η μεγάλη όμως θερμοκρασία και η φωτεινότητα της ατμόσφαιρας ευνοούν περισσότερο την ανάπτυξή του. Στον ισημερινό όμως η καλλιέργεια περιορίζεται, εξαιτίας των λίγων βροχών. Το έδαφος προετοιμάζεται καλά και σπέρνεται κατά το φθινόπωρο. Μερικές ποικιλίες σιταριού σπέρνονται την άνοιξη. Σε κάθε στρέμμα χρησιμοποιούνται 10-25κιλά, ανάλογα με το έδαφος και τον καιρό. Η βλάστηση του σιταριού διακόπτεται το χειμώνα. Μετά την ωρίμανση των σπερμάτων, γίνεται ο θερισμός, το αλώνισμα και τέλος η αποθήκευση του σιταριού. Οι κυριότερες ασθένειες κι οι εχθροί του σιταριού είναι το πλάγκισμα, ο άνθρακας, ο δαυλίτης, η σκωρίαση, οι ακρίδες, οι αρουραίοι, τα ζιζάνια. Οι χώρες που παράγουν το περισσότερο σιτάρι στον κόσμο είναι οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, η Σοβιετική Ένωση, η Ινδία, ο Καναδάς, η Αργεντινή και η Αυστραλία.
BDSBΜΗΔΙΚΗ-ΤΡΙΦΥΛΛΙ Η μηδική είναι το κυριότερο κτηνοτροφικό φυτό της χώρας μας. Καλλιεργείται για την παραγωγή σανού, χλωρού χόρτου και βοσκής σε ποτιστικά ή ξηρικά χωράφια σε όλες τις περιοχές της χώρας. Ευνοϊκοί παράγοντες για την εκμετάλλευση όλων των παραγωγικών δυνατοτήτων της μηδικής είναι: ψηλές θερμοκρασίες, αρκετό νερό, πλούσιο και βαθύ έδαφος. Το ψύχος, η περίσσεια υγρασίας στο έδαφος και το χαμηλό «ΡΗ» είναι περιοριστικοί παράγοντες. Μεσοπρώιμες ποικιλίες μηδικής μπορούν να καλλιεργηθούν με επιτυχία σε οποιαδήποτε περιοχή της Ελλάδας. Τα πολύ όξινα εδάφη (ΡΗ 5,5), αυτά που κατακλύζονται από νερά και αυτά που έχουν αδιαπέραστο στρώμα σε μικρό βάθος (30-40 εκατ.) πρέπει να αποκλείονται από την καλλιέργεια της μηδικής. Τα όξινα, τα πολύ αλκαλικά, τα πολύ συνεκτικά, τα πολύ αμμουδερά, τα φτωχά σε ασβέστιο και αυτά που δεν στραγγίζουν καλά είναι να αποφεύγονται. Να «προτιμούνται» τα βαθιά, μέσης σύστασης γόνιμα εδάφη, που στραγγίζουν καλά και περιέχουν αρκετό ασβέστιο. Το βαθύ καλοκαιρινό όργωμα είναι απαραίτητο και αν η πυκνότητα των πολυετών ζιζανίων είναι μεγάλη τότε ένα ακόμη καλοκαιρινό όργωμα, στο συνηθισμένο βάθος, συντελεί στη ριζικότερη καταπολέμηση τους. Το χειμώνα γίνεται ένα κοινό όργωμα για την καταστροφή των ζιζανίων. Την άνοιξη οι επεμβάσεις που γίνονται είναι πάντοτε ελαφρές και αποσκοπούν στην καταστροφή των ζιζανίων και στην καλή προετοιμασία «κλίνης σπόρου». Η φρέζα πρέπει να «ΑΠΟΚΛΕΙΕΤΑΙ» σαν μέσο προετοιμασίας του εδάφους. Η σπορά γίνεται ή με το χέρι στα πεταχτά ή με σπαρτική μηχανή σε γραμμές (απαραίτητα για τις σποροπαραγωγικές καλλιέργειες). Η καλύτερη απόσταση γραμμών είναι τα 20 εκατ. για τις σανοδοτικές και τα 40 εκατ. για τις ποτιστικές σποροπαραγωγικές καλλιέργειες. Η σπορά πρέπει να γίνει σε μικρό βάθος (1-2 εκατ.) και να σκεπασθεί καλά ο σπόρος. Αν οι εδαφικές συνθήκες το επιτρέπουν, καλό είναι, να γίνει ελαφρό κυλίνδρισμα για να έλθει σε επαφή ο σπόρος με το χώμα και να συγκρατηθεί η υγρασία στο επιφανειακό στρώμα του εδάφους. Αν επικρατεί ξηρασία και χαθεί η επιφανειακή υγρασία είναι απαραίτητο να γίνουν ελαφρά ποτίσματα με τεχνίτη βροχή. Όταν η σπορά γίνεται με το χέρι ή με κοινές σπαρτικές μηχανές σίτου, οι ποσότητες σπόρου που συνιστώνται είναι 2 έως 2,5κιλά ανά στρέμμα, για τις σανοδοτικές και 1 έως 1,5κιλά ανά στρέμμα, για τις σποροπαραγωγικές καλλιέργειες. Αν χρησιμοποιηθεί περισσότερος σπόρος δεν είναι μόνο αδικαιολόγητη αλλά σοβαρό τεχνικό λάθος. Ο όρος διαχείριση εδώ αναφέρεται στους θερισμούς για σανό ή σπόρο, στη βόσκηση και στη διάρκεια του μηδικεώνα. Στης ανοιξιάτικης σποράς σανοδοτικές καλλιέργειες ο πρώτος θερισμός γίνεται στην έναρξη προς γενίκευση της άνθησης (40-45%). Στο ίδιο στάδιο γίνονται και οι άλλοι θερισμοί του πρώτου έτους εκτός από τον τελευταίο που γίνεται αρκετά πριν από την συνηθισμένη ημερομηνία εμφανίσεως των παγετών και εφόσον η βλάστηση έχει ύψος >30εκ. Από το δεύτερο έτος και μετά ο πρώτος θερισμός γίνεται όταν ωριμάσει η βλάστηση. Οι άλλοι θερισμοί γίνονται όπως τον πρώτο χρόνο. Στις καλλιέργειες αυτές αφήνεται για παραγωγή σπόρου η πρώτη βλάστηση χωρίς να γίνει θερισμός για σανό. Από το δεύτερο έτος και μετά στις σποροπαραγωγικές καλλιέργειες γίνεται πρώτα ένας θερισμός για σανό και αφήνεται η δεύτερη βλάστηση για παραγωγή σπόρου. Ο χρόνος του πρώτου θερισμού ρυθμίζεται έτσι ώστε η άνθηση της δεύτερης αναβλάστησης να συμπέσει με ευνοϊκές συνθήκες για τη γονιμοποίηση - καρπόδεση και τη θρέψη του σπόρου. Το πρώτο δεκαπενθήμερο του Ιουνίου συγκεντρώνει, στις περισσότερες περιοχές της χώρας μας, τις μεγαλύτερες προϋποθέσεις για το σκοπό αυτό. Τα έντομα, επικονιαστές, είναι συνήθως την εποχή αυτή αρκετά, η τοποθέτηση όμως 1-2 κυψελών /στρέμμα ευνοεί περισσότερο την καρπόδεση. Η συγκομιδή του σπόρου γίνεται όταν το 75-80% των καρπών (λουβιών) πάρει κιτρινωπό προς καστανό χρώμα. Τα διάφορα αποφυλλωτικά επιταχύνουν την ξήρανση φύλλων και βλαστών και διευκολύνουν τον θεριζοαλωνισμό. Η μηδική πρέπει να κόβεται σε ύψος 5 εκ. περίπου πάνω από το έδαφος για καλύτερα αποτελέσματα. Κοπή σε μεγαλύτερο ύψος σημαίνει απώλεια παραγωγής, κοπή σε μικρότερο ύψος μπορεί να προκαλέσει σοβαρές ζημίες μέχρι και καταστροφή των "κεφαλών" της μηδικής. Τα περιστρεφόμενα χορτοκοπτικά αν δεν ρυθμιστούν καλά θερίζουν πολύ χαμηλά και προκαλούν πολύ σοβαρές ζημίες στη μηδική. Το θεριζόμενο χόρτο πρέπει να απομακρυνθεί το δυνατό συντομότερα από την επιφάνεια του μηδικεώνα για να διευκολύνουμε το ξεκίνημα της νέας αναβλάστησης. Τα φύλλα περιέχουν τα περισσότερα θρεπτικά στοιχεία και φροντίδα μας πρέπει να είναι οι όσο γίνεται μικρότερες απώλειες. Χόρτο με 15% περίπου υγρασία είναι κατάλληλο για δεματοποίηση. Ανάλογα με την περιοχή στις σανοδοτικές καλλιέργειες γίνονται 5-6 κοπές το χρόνο και στις σποροπαραγωγικές 1 για σπόρο και 2-3 για σανό. Στην ξηρική καλλιέργεια ο καλύτερος τρόπος αξιοποιήσεως της αραιάς και χαμηλής καλοκαιρινής αναβλάστησης είναι η βόσκηση. Η φθινοπωρινή αναβλάστηση της ποτιστικής και ξηρικής μηδικής προσφέρεται επίσης για βόσκηση, αρκεί να απομακρύνονται έγκαιρα τα ζώα πολύ πριν από τη συνηθισμένη ημερομηνία εμφανίσεως των παγετών. Η υπερβόσκηση μπορεί να προκαλέσει σοβαρές ζημίες στις κεφαλές της μηδικής και αραίωμα. Η υπερβόσκηση είναι μια από τις κυριότερες αιτίες πρόωρου αραιώματος της μηδικής. Τις μεγαλύτερες αποδόσεις σε σανό παίρνουμε το δεύτερο ή τρίτο χρόνο, αλλά και οι αποδόσεις του τέταρτου, πέμπτου έτους είναι ικανοποιητικές. Οι πρώιμες ποικιλίες αραιώνουν γρηγορότερα ακόμα και όταν εφαρμόζεται η σωστή διαχείριση. Οι μεσοπρώιμες ελληνικές ποικιλίες «ΥΠΑΤΗ» και «ΥΛΙΚΗ» είναι από τις πιο μακρόβιες. Οι ξηρικοί μηδικεώνες αντίθετα από ότι πιστεύαμε παλαιοτέρα διατηρούνται περισσότερο από τους ποτιστικούς.
Εκτός από τα παραπάνω στον τόπο μας ευδοκιμούν και πολλά είδη δέντρων που μας αποδίδουν καρπούς.
Τα συνηθέστερα δέντρα είναι οι μηλιές, οι πορτοκαλιές, οι καστανιές, οι ελιές, οι αχλαδιές, οι βυσσινιές, οι κερασιές και οι ροδακινιές.

ΔΕΝΤΡΑ
  Το φθινόπωρο είναι η κατάλληλη εποχή για να φυτέψουμε στον κήπο μας νέα δέντρα.
Μια κινέζικη παροιμία λέει: « Αν θες 1 χρόνο ευημερίας, φύτεψε καλαμπόκι. Αν θες 10 χρόνια ευημερίας, φύτεψε δέντρα. Αν θες 100 χρόνια ευημερίας εκπαίδευσε τα παιδία»
Από πού προμηθευόμαστε τα δενδρύλλια
Τα δενδρύλλια τα αγοράζουμε από φυτώρια. Τα φυτώρια της περιοχής μας θα μας βοηθήσουν να επιλέξουμε δέντρα που να ταιριάζουν στο μικροκλίμα της περιοχής σας. Συνήθως έρχονται μέσα σε γλάστρες. Αν το δέντρο που έχουμε επιλέξει να φυτέψουμε δεν είναι αυτογόνιμο, θα χρειαστεί να προμηθευτούμε τουλάχιστον δύο δέντρα, συνήθως διαφορετικής ποικιλίας.
Οδηγίες για το φύτευμα δενδρυλλίων
Βήμα 1
images (1)Ανοίγουμε ένα λάκκο στο σημείο που θέλουμε να φυτέψουμε το δέντρο. Βγάζουμε το χώμα μόνο από τη μία μεριά. Ο λάκκος θα πρέπει να έχει διάμετρο 2 με 3 φορές τη μπάλα του χώματος του δέντρου που αγοράσαμε από το φυτώριο. Το βάθος που θα φυτευτεί το δενδρύλλιο είναι μια κρίσιμη παράμετρος που μπορεί να επηρεάσει τη επιβιώσει του νέου σας δέντρου.

Οδηγίες θα λάβουμε από το φυτώριο. Υπάρχουν δύο περιπτώσεις.
Περίπτωση Α: θα μας ζητήσουν να φυτέψουμε το δενδρύλλιο σε τέτοιο βάθος ώστε να καλύπτεται το εμβόλιο.
Περίπτωση Β: θα πρέπει να φυτέψουμε το δενδρύλλιο σε τέτοιο βάθος ώστε η επιφάνεια του εδάφους να είναι στο ίδιο ύψος με την επιφάνεια της μπάλας χώματος.

Γεγονός είναι ότι όσο πιο κοντά στην επιφάνεια βρίσκονται οι ρίζες, τόσο πιο εύκολα απορροφούν οξυγόνο και έχουν πρόσβαση στα θρεπτικά συστατικά που βρίσκονται κυρίως στο επιφανειακό στρώμα του χώματος. Αν έχουμε αμφιβολίες, ή αν ακολουθώντας την περίπτωση Α, δούμε ότι το βάθος φυτεύσεις είναι ανησυχητικά μεγάλο, μπορούμε να ρωτήσουμε  ξανά το φυτώριο σας.
Βήμα 2
imagesΡίχνουμε μέσα στο λάκκο, μία στρώση κομπόστ. Το δέντρο θα χρησιμοποιήσει τα θρεπτικά συστατικά, στους πρώτους κρίσιμους μήνες της ανάπτυξής του στη νέα θέση.
Βήμα 3
  Στη συνέχεια, μπήγουμε έναν πάσσαλο στήριξης μέσα στο λάκκο. Σε αυτό τον πάσσαλο θα δέσουμε το δενδρύλλιο ώστε να μην ταλαιπωρείτε από τους ανέμους. Ο πάσσαλος πρέπει να τοποθετηθεί από τη μεριά που συνήθως φυσά ο αέρας στην περιοχή σας.
Βήμα 4
Αν το δενδρύλλιο μεγάλωνε μέσα σε γλάστρα τότε παρατηρούμε  ότι οι ρίζες του είναι όλες μπλεγμένες και περιστρέφονται γύρω από το κέντρο. Για να βοηθήσουμε τις ρίζες να αναπτυχθούν σωστά, θα πρέπει να τις ξεμπλέξουμε για να το επιτύχουμε αναγκαστικά αφαιρούμε με τα χέρια σας από την μπάλα χώματος και απελευθερώνουμε τις ρίζες. Στο τέλος οι ρίζες θα πρέπει να μοιάζουν σε ξεμαλλιασμένες. Βρέχουμε την μπάλα του χώματος και τις ρίζες.  Τοποθετούμε το δενδρύλλιο μέσα στον λάκκο.
Βήμα 5
Ρίχνουμε λίγο γενικής χρήσης λίπασμα πάνω στο σωρό του χώματος που βγάλαμε ανοίγοντας το λάκκο.
Βήμα 6
Ρίχνουμε ξανά το χώμα με το λίπασμα μέσα στο λάκκο και γύρω από το δενδρύλλιο. Κουνάμε ελαφρά το δενδρύλλιο ώστε το χώμα να πάει παντού και να μην δημιουργηθούν.
Βήμα 7
Δένουμε το δενδρύλλιο πάνω στον πάσσαλο. Το δένουμε προσεκτικά ώστε να μην έρχεται σε επαφή ο πάσσαλος με το δενδρύλλιο. Αν ο πάσσαλος έρχεται σε επαφή με το δενδρύλλιο τότε υπάρχει κίνδυνος τραυματισμού του δενδρυλλίου.
Βήμα 8
Ρίχνουμε μία γερή στρώση από κομπόστ γύρω από το δενδρύλλιο. Φροντίζουμε  ώστε το κομπόστ να μην έρχεται σε επαφή με τον κορμό. Ποτίζουμε το νέο σας δέντρο. Το χειμώνα, ένα πότισμα την εβδομάδα είναι αρκετό.
Βήμα 9
Τέλος αν χρειάζεται κλαδεύουμε το δενδρύλλιο. Καλό θα είναι να ρωτήσουμε στο φυτώριο για οδηγίες σχετικά με το κλάδεμα του δέντρου που φυτέψαμε.

Το αμπέλι είναι διαφορετικό στην καλλιέργεια του αλλά μας αποδίδει πολλούς καρπούς τα σταφύλια.
αρχείο λήψηςΑΜΠΕΛΙΑ Το αμπέλι θέλει αμπελουργό, το σπίτι νοικοκύρη και το καράβι το καλό θέλει καραβοκύρη. Ο σχεδιασμός της φύτευσης  νέου αμπελιού, πρέπει να είναι αντικείμενο εντατικής  μελέτης του εδάφους και της εύρεσης της κατάλληλης ποικιλίας. Οι βασικές παράμετροι, που πρέπει να συνυπολογιστούν σε γενικές γραμμές, είναι : η τοποθεσία, το έδαφος, η διάταξη, η προετοιμασία χωραφιού, η επιλογή ποικιλίας και η φύτευση. ΤΟΠΟΘΕΣΙΑ :Το αμπέλι πρέπει να είναι φυτεμένο σε τέτοια θέση ώστε να δέχεται όλες τις ευεργετικές  και ευνοϊκές επιδράσεις του ήλιου και του αέρα. Επίσης πρέπει να δίνουμε προσοχή στην καλή αποστράγγιση του χωραφιού.
ΕΔΑΦΟΣ  :Πρέπει να προηγηθεί μια εξέταση εδαφολογική ώστε να γνωρίζουμε την χημική σύσταση και σύνθεση του ph που καθορίζει αν το έδαφος είναι όξινο, ή αλκαλικό κοκ. Στα εδάφη που έχουν μεγάλη περιεκτικότητα σε χλωριούχο νάτριο δηλαδή τα αλμυρά εδάφη δεν ενδείκνυται η εγκατάσταση αμπελιού.
ΔΙΑΤΑΞΗ : Η διάταξη και ο προσανατολισμός του αμπελιού είναι σημαντικοί παράγοντες για την  καλλιέργεια. Εξαρτώνται φυσικά από την τοποθεσία και το κλίμα της περιοχής. Το φύτεμα γενικά πρέπει να ακολουθεί όσο το δυνατόν ευθεία διάταξη σχηματίζοντας παραλληλόγραμμα, αναλόγως με τις αποστάσεις μεταξύ των φυτών και γραμμών. Οι αποστάσεις φύτευσης εξαρτώνται από την σύσταση και το βάθος του εδάφους και την ποικιλία. Σε τοποθεσίες με συχνή ξηρασία και μικρό βάθος, οι αποστάσεις μεταξύ μεγαλύτερες και αντίθετα. Γενικά η απόσταση μεταξύ των νέων φυτών είναι από 1 έως 2μέτρα, και η απόσταση μεταξύ των γραμμών φύτευσης από 2 έως 2,5μέτρα. Στις μικρές καλλιέργειες που η άροση γίνεται με μικρές φρέζες, η απόσταση των γραμμών μπορεί να είναι μικρότερη.
ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΙΑ ΧΩΡΑΦΙΟΥ : Η βαθειά άροση είναι το πρώτο βήμα, ώστε να ξεριζωθούν τελείως οι θάμνοι και τα ζιζάνια. Μετά θα απλώσουμε καλά πολύ καλά χωμένη κοπριά. Κατόπιν θα ισοπεδωθεί το χωράφι με φρέζα ώστε η κοπριά να θαφτεί. Η χημική ανάλυση του εδάφους που προηγήθηκε, δίνει τα απαραίτητα οργανοληπτικά στοιχεία που πρέπει να προσθέσουμε στο έδαφος.
ΕΠΙΛΟΓΗ ΠΟΙΚΙΛΙΑΣ: Βασικό του αμπελουργού στο τέλος, είναι και η επιλογή του κατάλληλου αμπελουργικού υλικού. Πρέπει να έχουμε υπόψη μας ποιες ποικιλίες ενδείκνυται για την περιοχή, το αμπελουργικό ιστορικό της περιοχής, το τι αμπέλι επιθυμούμε να εγκαταστήσουμε και για ποιο ακριβώς λόγο. Τα μοσχεύματα πρέπει να είναι ανθεκτικά στην φυλλοξήρα, στις ιώσεις που προσβάλουν το αμπέλι καις ε κάθε περίπτωση να είναι πιστοποιημένα.
ΦΥΤΕΥΣΗ :Το φύτευμα των νέων αμπελιών συνιστάται να γίνεται μέχρι τον Ιανουάριο ή Φεβρουάριο. Σημαδεύουμε τις  γραμμές φύτευσης χρησιμοποιώντας ένα σκοινί με την απόσταση από κλήμα σε κλήμα και ενώ έχουμε ήδη υπολογίσει την απόσταση από γραμμή σε γραμμή. Στην θέση του κάθε κλήματος, μπορούμε να ρίξουμε λίγη μαρμαρόσκονη, ώστε να είναι ευδιάκριτη η θέση φύτευσης, ακόμη και αν βρέξει ή φυσήξει. Κατά την φύτευση είναι υποχρεωτική η τοποθέτηση μικρού υποστυλώματος και για να γνωρίζουμε την ακριβή θέση φύτευσης αργότερα πάνω σε αυτόν. Το φύτεμα των νέων αμπελιών συνίσταται να γίνεται πάνω σε αυτόν, να προσδεθεί το κλήμα, για να αποκτήσει κορμό ευθυτενή μέχρι να δεθεί στα σύρματα αν πρόκειται για γραμμικό αμπέλι ή να αποκτήσει ανθεκτικούς υψηλόκορμους βραχίονες αν πρόκειται για το παραδοσιακό σχήμα του κυπέλου. Στις περιοχές με καλοκαιρινή ξηρασία πρέπει να δώσουμε προσοχή στα συχνά ποτίσματα στα νέα φυτά τον πρώτο χρόνο.
Στις περισσότερες καλλιέργειες χρησιμοποιούμε διάφορα βοηθητικά υλικά όπως λιπάσματα, κοπριά και κομπόστ που βοηθούν στην καλύτερη και πιο γρήγορη ανάπτυξη των φυτών.

ΛΙΠΑΣΜΑ
  Όπως το χώμα, ο ήλιος και το νερό, έτσι και το λίπασμα είναι απαραίτητο για να μπορούν τα φυτά να διατηρούνται εύρωστα και υγιή. Ωστόσο, τα φυτά που είναι φυτεμένα σε γλάστρες έχουν μεγαλύτερη ανάγκη για λίπανση, αφού με το τακτικό πότισμα το έδαφος τους χάνει σταδιακά τα θρεπτικά του στοιχεία.
Το λίπασμα μπορεί να διακριθεί σε διάφορα και πολλά είδη. Πλήρη λιπάσματα λέγονται όσα περιλαμβάνουν τα τρία σημαντικότερα στοιχεία, δηλαδή άζωτο, φώσφορο και κάλιο, που είναι απαραίτητα για την ανάπτυξη των φυτών. Έκτος από τα πλήρη, υπάρχουν και λιπάσματα που περιλαμβάνουν στη σύνθεσή τους δευτερεύοντα στοιχεία, όπως π.χ. σίδηρο, μαγνήσιο, τα οποία χρειάζονται αλλά σε πολύ μικρότερη ποσότητα ή χρησιμοποιούνται περιστασιακά για να καλύψουν συγκεκριμένες ελλείψεις φυτών. Οργανικά αποκαλούνται τα λιπάσματα που προέρχονται από ζωικές/φυτικές  ύλες σε αποσύνθεση, όπως είναι π.χ. η κοπριά, το κομπόστ, το λίπασμα από φύκια κ.ά., ενώ χημικά αποκαλούνται τα λιπάσματα που προέρχονται από τη σύνθεση στοιχείων μέσα από χημική επεξεργασία.
Όλα τα λιπάσματα, είτε είναι οργανικά είτε χημικά, μπορείτε να τα προμηθευτείτε σε στερεή ή υγρή μορφή. Τα στερεά υπάρχουν σε σκόνη ή κόκκους και απλώνονται στο έδαφος. Η αποδέσμευση των θρεπτικών στοιχείων τους γίνεται συνήθως αργά, ενώ χρειάζονται πλούσιο πότισμα για να διαλυθούν και να αποδώσουν. Τα υγρά λιπάσματα ή αυτά που είναι υδατοδιαλυτά (δηλαδή διαλύονται εύκολα στο νερό) είναι πιο πρακτικά στη χρήση τους, αποδεσμεύουν γρηγορότερα τα θρεπτικά τους στοιχεία, αλλά απαιτούν πιο συχνή εφαρμογή. Είναι λιπάσματα κατάλληλα για γλάστρες και ζαρντινιέρες.
  Στο εμπόριο θα βρούμε το κατάλληλο λίπασμα για κάθε ανάγκη των φυτών μας, αλλά και για ειδικές κατηγορίες όπως φυτά εσωτερικού χώρου, κάκτους, οξύφυλλα κλπ. Μπορούμε να βρούμε  λιπάσματα που περιλαμβάνουν τα τρία βασικά στοιχεία σε διάφορες αναλογίες, τα οποία παράλληλα μπορεί να περιέχουν και δευτερεύοντα θρεπτικά στοιχεία. Οι τρεις αριθμοί που αναγράφονται στη συσκευασία τους αναφέρονται στην περιεκτικότητα των τριών βασικών στοιχείων: άζωτο, φώσφορος, κάλιο. Τα δευτερεύοντα στοιχεία, εφόσον περιέχονται, περιγράφονται είτε σε ποσοστιαία αναλογία είτε με απλή αναφορά. Όμως αποφύγουμε  να αγοράζουμε  χύμα λιπάσματα ή λίπασμα στη συσκευασία του οποίου δεν αναγράφετε η σύσταση του και οι οδηγίες χρήσης και εφαρμογής του. Προτιμάμε  το λίπασμα που θα αγοράσουμε να ανταποκρίνεται στη συγκεκριμένη ανάγκη του φυτού για να μην του δημιουργήσουμε  προβλήματα. Για τις γλάστρες είναι καλύτερα να χρησιμοποιούμε  λιπάσματα υγρά ή υδατοδιαλυτά και όχι αυτά που είναι σε κοκκώδη μορφή.
   Τα φυτά διαφέρουν στην λίπανσή τους. Τα δέντρα και οι θάμνοι χρειάζονται πλήρη λίπανση νωρίς την άνοιξη και αργά το φθινόπωρο. Τα εποχιακά φυτά θέλουν πλήρη λίπανση ή καλά χωνεμένη κοπριά κατά τη φύτευση. Οι βολβοί θέλουν λίπασμα που περιέχει φώσφορο κατά τη φύτευση. Οι τριανταφυλλιές χρειάζονται  πλήρη λίπανση μετά το κλάδεμα και επανάληψη περίπου κάθε μήνα μέχρι να ολοκληρωθεί η ανθοφορία. Τα οξύφυλλα θέλουν Λίπανση την άνοιξη ή όποτε χρειαστεί με σίδηρο. Όταν  φυτεύουμε τα λαχανικά, πρέπει να ενσωματώσουμε στο έδαφος καλά χωνεμένη κοπριά ή κομπόστ. Στη συνέχεια, λιπαίνουμε  κατά περίπτωση.
Τα οπωροφόρα θέλουν Πλήρη λίπανση την  άνοιξη ή τον Ιούνιο.
Όμως πρέπει να σταματάμε την λίπανση σε ορισμένες περιπτώσεις οι οποίες είναι:
images (1)-Όταν έχουμε κάνει μεταφύτευση, πρέπει να περιμένουμε 2-3 μήνες μέχρι να χρησιμοποιήσουμε κάποιο λίπασμα.
-Όταν κάνει πολλή ζέστη (πάνω από 30ο C)
-Όταν τα φυτά είναι απότιστα ή έχουν αρρωστήσει.

Υπάρχουν όμως και κάποια tips για καλύτερο αποτέλεσμα όπως:
Για πλούσιο και πυκνό φύλλωμα, χρησιμοποιούμε λίπασμα πλούσιο σε άζωτο.
Για πλούσια ανθοφορία και καρποφορία, χρησιμοποιούμε λιπάσματα πλούσια σε φώσφορο και κάλιο.
Επίσης θα πρέπει να βάλουμε με σωστό τρόπο το λίπασμα. Το ιδανικό είναι να έχουμε διαλύσει το λίπασμα στο νερό πριν το ρίξουμε στα φυτά. Αν όμως χρησιμοποιήσουμε λίπασμα σε στερεή ή κοκκώδη μορφή, καλό είναι να το ενσωματώσουμε στο έδαφος, δηλαδή να σκαλίσουμε καλά και αμέσως μετά να κάνετε πολύ καλό πότισμα. Καθώς τα στερεά λιπάσματα διαλύονται πιο δύσκολα, τα επόμενα ποτίσματα θα πρέπει να είναι πιο συχνά, άλλα με λιγότερη ποσότητα νερού ώστε να μην «ξεπλυθούν» γρήγορα οι θρεπτικές ύλες, που θα αποδεσμεύονται μέχρι να διαλυθεί τελείως το λίπασμα της συσκευασίας ή αυτές που σας έδωσε ο ειδικός.
Η ΚΟΠΡΙΑ ( το φουσκί)
αρχείο λήψης  Η κοπριά είναι το αρχαιότερο και καλύτερο λίπασμα που έχει βρεθεί από τους πρακτικούς. Είναι φυσικό λίπασμα με όλες τις θρεπτικές ουσίες και με όλες τις καλές ιδιότητες για βαριά και για ελαφριά εδάφη. Περιέχει κατά μέσον όρο επί της χιλίοις 4 άζωτο, 2 φωσφορικό οξύ και 4 κάλι (ποτάσα). Περιέχει επίσης και άλλες χρήσιμες ουσίες που δεν έχουν τα χημικά (τεχνικά) λιπάσματα. Σε σύγκριση όμως με τα λιπάσματα η κοπριά είναι πολύ αραιωμένη και χρειάζεται πολλά μεταφορικά έξοδα. Όταν η κοπριά αφεθεί στην αυλή σκορπισμένη στον ήλιο, τον ήλιο, τον αέρα και την βροχή, τότε η αμμωνία της (άζωτο) εξατμίζεται και όλες οι θρεπτικές ουσίες ξεπλένονται ώστε τελικώς απομένει η μισή λιπαντική δύναμη σε αυτή την κοπριά. Για να συντηρήσουμε όλη την λιπαντική ουσία της κοπριάς και να μην έχουμε ανάγκη από χημικά λιπάσματα, χρειάζεται συστηματική εργασία. Όταν δεν έχουμε κτηνοτροφία μπορούμε να κάνουμε τεχνητή κόπρο από τα χόρτα, άχυρο, φύλλα και σκουπίδια του κτήματος. Τίποτε δεν πρέπει να χάνεται στους δρόμους και στα χαντάκια. Τα μαζεύουμε όλα σε ένα λάκκο ή σε σωρό και τα πατάμε καλά όπως το φουσκί. Υπάρχει επίσης η κοπριά των πουλιών. Η κοπριά όλων των πουλιών είναι καλή εκτός της κοπριάς των χηνών και των νεροπουλιών, η οποία είναι υγρή. Η πιο καλύτερη κοπριά είναι των περιστεριών. Δεύτερη ύστερα από την κοπριά των περιστεριών είναι η ανθρώπινη που μοιάζει κάπως με των περιστεριών, ιδίως γιατί καταστρέφει όλα τα αγριοβότανα. Τρίτη έρχεται η κοπριά του γαϊδάρου, η οποία είναι πολύ γόνιμη από τη φύση της και σε όλα τα φυτά πολύ χρήσιμη. Τέταρτη έρχεται η κοπριά των προβάτων που είναι μαλακότερη και κατόπιν η βοδινή. Η χειρότερη κοπριά από όλες είναι η κοπριά των αλόγων και των μουλαριών, όταν είναι μόνη της. Οι γεωργοί πρέπει προ πάντων να προσέχουν να μη χρησιμοποιούν κοπριά της ίδιας χρονιάς. Γιατί δεν ωφελεί καθόλου και καμιά φορά βλάπτει και γεννάει πολλά ζωύφια. Η κοπριά 3 και 4 χρονών είναι πάρα πολύ καλή.

ΚΟΜΠΟΣΤ
            Είναι το οργανικό υλικό που προέρχεται από την διαδικασία της κομποστοποίησης οργανικών υπολειμμάτων. Οι ανθρώπινες ενέργειες που έχουν σκοπό να επιταχύνουν και να καθοδηγήσουν τις φυσικές διεργασίες της βιοαποδόμησης των οργανικών υπολειμμάτων έχει επικρατήσει να ονομάζεται διεθνώς κομποστοποίηση. Το κομπόστ είναι ένα προϊόν με μεγάλη γεωργική αξία. Πρόκειται ουσιαστικά για ένα οργανικό λίπασμα που βελτιώνει το έδαφος. Όταν προστεθεί στην καλλιέργεια δεν ανταγωνίζεται το άζωτο με τα φυτά, είναι απαλλαγμένο δυσοσμιών. Τα κομπόστ περιέχουν συνήθως 2 % άζωτο, 0,5 - 1 % φώσφορο και περίπου 2 % κάλιο. Το άζωτο αποδεσμεύεται και είναι διαθέσιμο στα φυτά με αργό ρυθμό.
Τα πλεονεκτήματα της χρήσης κομπόστ είναι πολλά:
Τα φυτά γίνονται πιο ανθεκτικά στις διάφορες ασθένειες.
Η γεύση και το άρωμα των προϊόντων είναι καλύτερα.
Το έδαφος γίνεται πιο αφράτο, καλύτερο πορώδες, δουλεύουν καλύτερα οι μικροοργανισμοί και δεν κρατάει νερά.
Η απόδοση των φυτών είναι ίδια με την συμβατική καλλιέργεια.
Με τη χρήση του κομπόστ μπορούμε να βοηθήσουμε τα ταλαιπωρημένα εδάφη να ξαναγίνουν οργανικά εδάφη.

Υλικά κατάλληλα για κομποστοποίηση:
Φύλλα από φυτά και δέντρα.
Υπολείμματα καλλωπιστικών φυτών δέντρων (κλαδιά, βλαστοί).
Διάφορα αγριόχορτα (να μην έχουν ώριμους σπόρους).
Μαραμένα λουλούδια.
Χώμα από γλάστρες (όταν ανανεώνεται το χώμα τους).
Κλαδιά δένδρων και θάμνων.
Στάχτη από ξύλα.
Κομμένο γρασίδι από χλοοτάπητες.
Ροκανίδια και πριονίδια ξύλου σε μικρές ποσότητες (όχι εμποτισμένης ξυλείας).
Υπερώριμα ή χαλασμένα φρούτα.
Τσόφλια από αυγά.
Υπολείμματα του καφέ και τσαγιού με το νερό τους.
Υπολείμματα λαχανικών από το καθάρισμα τους στην κουζίνα (φλούδες από λαχανικά και φρούτα, βολβοί από φασόλια, αρακά, κουκιά κ.ά.
Υπολείμματα βρασμένων φαγητών στα οποία δεν έχει προστεθεί λάδι.
Άχυρο από καλλιέργειες ή από ενσταυλισμό ζώων.
Φύκια θάλασσας.
Κοπριά από αιγοπρόβατα και βοοειδή.

Υλικά Ακατάλληλα για κομποστοποίηση:

Πέτρες, μεταλλικά αντικείμενα, πλαστικά, γυαλί, τυπωμένο χαρτί, υπολείμματα φαγητών που περιέχουν λίπη, κρέας, κόκαλα, καθώς και τα υλικά καθαρισμού.


Κατασκευή Κομπόστ
Κομπόστ μπορεί να παρασκευάσει ο καθένας σε λίγα τετραγωνικά μέτρα ανθόκηπου ή λαχανόκηπου, συγκεντρώνοντας τα υλικά σε σωρούς ή μικρές αυτοσχέδιες κατασκευές από ξύλο ή συρματόπλεγμα. Ο χώρος κομποστοποίησης για λόγους αισθητικής και υγιεινής, δεν πρέπει να βρίσκεται κοντά σε κατοικημένες περιοχές. Το κομπόστ μπορεί να γίνει σε έναν απλό σωρό αν ο όγκος είναι τουλάχιστον 3 κυβικά μέτρα. Το ύψος του σωρού δεν πρέπει να ξεπερνάει τα 2 μέτρα για να αποφύγουμε τη συμπίεση και να μπορούμε να ανακατεύσουμε το σωρό πιο εύκολα. Η βάση του σωρού πρέπει να έχει λίγη κλίση για να στραγγίζουν τα νερά. Μπορούμε να φτιάξουμε το στρώμα της βάσης με καλά πατημένο χώμα, άμμο ή χαλίκι.
Το άριστο μέγεθος των υλικών για τον σωρό μας είναι από 1,5-7,5 cm περίπου. Το μέγεθος του υλικού επηρεάζει σημαντικά τη μικροβιακή δραστηριότητα αφού ο θρυμματισμός αυξάνει την επιφάνεια όπου δρουν τα μικροβιακά ένζυμα και μειώνει τα κενά αέρα. Στη βάση του σωρού θα ήταν καλό να τοποθετήσουμε το πρώτο στρώμα από ένα ξηρό ασυμπίεστο υλικό όπως θρύμματα ξύλου, για να εξασφαλίσουμε τον καλό αερισμό από κάτω. Μετά προσθέτουμε εναλλάξ ένα στρώμα υγρών υλικών π.χ. γρασίδι, φλούδες φρούτων και μετά συνεχίζουμε με μια στρώση από απορροφητικά υλικά π.χ. άχυρο, ξερά φύλλα, στάχτη. Καθώς προσθέτουμε κάθε στρώμα, το βρέχουμε με νερό. Τέλος προστατεύουμε το σωρό από τις καιρικές συνθήκες και τον καλύπτουμε με άχυρο ή με ένα μουσαμά στην κορυφή.
Αφού διαμορφωθεί ο σωρός, η αύξηση της θερμοκρασίας φανερώνει έναρξη της μικροβιακής δραστηριότητας. Τα πρώτα δύο ή τρία 24ώρα, η θερμοκρασία αυξάνει και μπορεί να υπερβεί τους 70 ° C και να διατηρηθεί για αρκετές μέρες. Μια θερμοκρασία γύρω στους 55 ° C - 60 ° C είναι απαραίτητη για ένα χρονικό διάστημα (Α φάση) επειδή οδηγεί σε μερική αποστείρωση του υλικού. Κατά τη Β φάση, η βέλτιστη θερμοκρασία κομποστοποίησης βρίσκεται ανάμεσα στους 30 ° C - 37 ° C, ενώ αν μειωθεί κάτω από τους 20 ° C η αποσύνθεση επιβραδύνεται.
Η βιοδιάσπαση είναι αερόβια διεργασία για αυτό οι οργανισμοί που συμμετέχουν πρέπει να εφοδιάζονται με το απαραίτητο οξυγόνο. Αν εκτραπεί η ζύμωση σε αναερόβια, εκλύονται από τον σωρό δύσοσμα αέρια όπως υδρόθειο, μεθάνιο, αμμωνία. Αυτό το διορθώνουμε διώχνοντας την υπερβολική υγρασία, γυρίζοντας το σωρό. Ελέγχουμε την υγρασία κάθε 5-10 μέρες και προσθέτουμε νερό όταν γυρνάμε το σωρό. Η υγρασία δεν πρέπει να υπερβαίνει το 70%. Το μυστικό για γρήγορη κομποστοποίηση είναι συχνό γύρισμα. Εξασφαλίζει τον καλό αερισμό και οι μικροοργανισμοί δουλεύουν κυριολεκτικά πυρετωδώς. Η θερμοκρασία ελέγχεται και μόλις πέσει, ο σωρός γυρίζεται. Η ανάδευση των σωρών πραγματοποιείτε κάθε 7-10 ημέρες. Για να επιτύχουμε όσο το δυνατόν καλύτερο αερισμό η αναστροφή γίνεται με διπλό τρόπο, μέσα έξω και τα πάνω κάτω. Στο τέλος της κομποστοποίησης έχουμε μείωση στο 65 - 70 % του αρχικού όγκου υλικών.
Όπως, ήδη έχουμε όλοι μας καταλάβει πρέπει να τρώμε όλες τις παραπάνω τροφές, προκειμένου να λαμβάνουμε τα απαραίτητα θρεπτικά συστατικά για τον οργανισμό μας. Καθώς επίσης όλοι οι άνθρωποι να χρησιμοποιούν στη μαγειρική των συνταγών που φτιάχνουν καθημερινά, καθώς όλα αυτό τα προϊόντα είναι βασικά για κάθε σπίτι. Γι’ αυτό λοιπόν δεν πρέπει να παραλείπουμε κάποια απ’ αυτά τα υλικά, όπως κάνουμε οι περισσότεροι από εμάς, καθώς και τα μικρά παιδιά, διότι έτσι δε θα έχουμε προσβάλει την θρεπτική αξία της τροφής. Επιπλέον θα πρέπει να αξιοποιήσουμε τη γη, που είναι πολύτιμη και αν την αξιοποιήσουμε σωστά τα δέντρα που καλλιεργούμε θα μας δώσουν τους κατάλληλούς καρπούς, με τους οποίους μπορούμε να τρεφόμαστε ακόμη και για όλη σχεδόν τη χρονιά. Μ’ αυτό τον τρόπο, τα υλικά αυτά θα είναι αγνά, γνήσια και πολύτιμα σε θρεπτική αξία και θα μπορούμε να τα τρώμε όλοι μας με σιγουριά…!!!!! Άλλωστε, ο τόπος μας, μας βοηθάει να καλλιεργούμε ότι θέλουμε, εφόσον ευδοκιμούν πολλά λαχανικά, φρούτα κτλ.. 

Συνταγές Φαγητών
Κουραμπιέδες 
Υλικά:
  • 5 φλιτζάνια ρύζι 200 γρ. ξεφλουδισμένα αμύγδαλα
  • 1 ½ φλιτζάνι αραβοσιτέλαιο
  • 1 κιλό ζάχαρη
  • 10 φλιτζάνια νερό
  • τριμμένο γαρύφαλλο και τριμμένη κανέλα
Εκτέλεση:
1. Το μυστικό αυτής της συνταγής είναι το βούτυρο και η ζάχαρη να χτυπηθούν πολύ καλά, ώσπου να γίνουν άσπρα (καλύτερα στο χέρι)
2.Έπειτα προσθέτουμε τους κρόκους, το λικέρ, το αλεύρι και τις βανίλιες.
3. Πλάθουμε τους κουραμπιέδες και τους ψήνουμε στους 200 βαθμούς για 25-30΄.
4. Τους βγάζουμε από το φούρνο και τους πασπαλίζουμε με άχνη ζάχαρη.

                                               
     Γλυκό κυδώνι
    Υλικά:
  • 1 ¼ κιλού καθαρισμένων ψιλοκομμένο κυδώνι
  • 1 ¼ κιλού ζάχαρη
  • 2 φλιτζάνια τσαγιού νερού
  • 2 χαρτάκια βανίλιας
  • 1 κουταλάκι χυμός λεμονιού
  • ½ φλιτζάνι τσαγιού μιγάδα ασπρισμένα

Διαλέγετε κυδωνιά μεγάλα και αφράτα τα σκουπίζετε να φύγουν τα χνούδια τα καθαρίζετε από τη φλούδα και τα κόβετε σε λεπτές φέτες. Κατόπιν κάθε φέτα την κόβετε σε στενά λουράκια και τα ρίχνετε σε νερό. Τα ξεπλένετε και τα βάζετε με το νερό να βράσουν σκεπασμένα μέχρις ότου μαλακώσουν ρίχνετε τότε τη ζάχαρη και βράζετε σε παπάγια.

ΧΑΛΒΑΣ
  Υπάρχουν τριών τύπων χαλβάδες στην Ελλάδα σουσαμένιος  σιμιγδαλένιος και Φαρσάλων .Ξεχωρίζονται από την όψη  και την υφή Νηστίσιμος είναι ο χαλβάς με σησάμι .Για όσους δεν νηστεύουν το λάδι θεωρούνται νηστίσιμο και οι άλλοι τύποι εφόσον έχουν παρασκευαστεί με λάδι . Σε μερικές χώρες χρησιμοποιούν και υλικά περίεργα για τις ελληνικές γεύσεις όπως καρότο, ρεβίθι, παπάγια  πολύ δυνατή φωτιά να δέση γρήγορα το γλυκό και να διατήρηση το κυδώνι ένα χρώμα και όχι κόκκινου . Προσθετέ το χυμό του λιμανιού καις τη βανίλια και αφού πάρουν 1-2 βράσεις κατεβάζετε ρίχνετε την αμυγδαλόψιχα ανακατεύετε και σερβίρισε στα βάζα.

Νεραντζάκι

Υλικά

  • 1/2 κιλό(ά) αμύγδαλα
  • 1/2 κιλό(ά) καρύδια
  • 3 κ.γλ. κανέλα
  • 1 κ.γλ. γαρίφαλο
  • για το φύλλο:
  • 1/2 κιλό(ά) φύλλο κρούστας
  • 2 κούπα(ες) βούτυρο
  • για το σιρόπι:
  • 6 κούπα(ες) ζάχαρη
  • 4 κούπα(ες) νερό
  • 2 κούπα(ες) μέλι

Διαδικασία

Στο μπλέντερ αλέθω χοντρά τα καρύδια και τα αμύγδαλα. Σε ένα μπολ ρίχνω τους ξηρούς καρπούς μου, την κανέλα και το γαρίφαλο κι ανακατεύω καλά.

για το φύλλο:

Λιώνω το βούτυρο προσεκτικά να μην κάψει σε ένα κατσαρόλι. Ανοίγω το φύλλο, αλείφω ένα-ένα τα φύλλα, εκτός από το τελευταίο και βάζω τη γέμιση ανά 1 ή 2 φύλλα. Χαράζω με ένα μαχαίρι τα κομμάτια μέχρι κάτω και περιχύνω με το βούτυρο που έχω λιώσει. Ψήνω σε προθερμασμένο φούρνο στους 175° C για περίπου 1 ώρα. 

για το σιρόπι:

Σε μια κατσαρόλα βράζω τη ζάχαρη, το νερό και το μέλι κι ανακατεύω με μια ξύλινη κουτάλα. Αφήνω να πάρει μια βράση το σιρόπι μου και κατεβάζω από τη φωτιά. Περιχύνω τον μπακλαβά όταν έχει κρυώσει. 
ΖΙΜΑΤΟΥΡΑ
  Οι άνθρωποι παλιότερα δεν είχαν χρήματα για να αγοράσουν υλικά για να φτιάξουν πολύπλοκα φαγητά και έτσι έτρωγαν φαγητά που γίνονταν με λίγα υλικά. Ένα φαγητό που έτρωγαν συνήθως το πρωί ήταν η ζιματούρα .Η ζιματούρα γίνονταν από τυρί 1-2 φέτες ψωμί και μία καραβάνα καυτό νερό. Έτριβαν το ψωμί και το τυρί μέσα στο νερό και το έτρωγαν.                                     

            ΠΩΣ ΦΤΙΑΧΝΕΤΑΙ ΤΟ ΤΥΡΙ;

   Αρμέγουμε τα πρόβατα και βάζουμε το γάλα σένα δοχείο. Χρησιμοποιώντας την τσαντίλα ( λεπτό πανί ) καθαρίζουμε το γάλα από τη σκόνη και τα διάφορα σκουπιδάκια που μπορεί να περιέχει. Όταν πλέον είναι καθαρό, ενώ ακόμα είναι ζεστό το βάζουμε σ’ ένα άλλο δοχείο, και βάζουμε μέσα μία κουταλιά πυτιά (συστατικό που βοηθά στην πήξη), το αφήνουμε περίπου 2 ώρες για να πήξει καλά και στη συνέχεια το σταυρώνουμε χρησιμοποιώντας μια μεγάλη κουτάλα. Το αφήνουμε 1 ώρα ακόμα για να σφίξει. Μόλις σφίξει το τυρί βγάζει από πάνω ένα υγρό που ονομάζεται τυρόγαλο. Παίρνουμε την  τσαντίλα, την βάζουμε μέσα μια λεκάνη και ρίχνουμε μέσα όλο το γάλα. Μετά, κουνώντας την τσαντίλα στραγγίζουμε το τυρόγαλο, και σε αυτή μένει το τυρί. Τότε την δένουμε και την κρεμάμε. Μέσα σε 3-4 ώρες το τυρί αποβάλλει τα περισσότερα υγρά του. Στο τέλος το βγάζουμε από την τσαντίλα, το τοποθετούμε σε ένα ταψί, του ρίχνουμε χοντρό αλάτι και το βάζουμε σε δοχείο.  

   ΤΟ ΖΥΜΩΜΑ ΤΟΥ ΨΩΜΙΟΥ
Η διαδικασία της παρασκευής του ψωμιού ξεκινά από την προηγούμενη μέρα του ζυμώματος. Η νοικοκυρά κοσκινίζει το αλεύρι με συρμάτινη σήτα για να απομακρυνθεί ένα μέρος από το πίτουρο. Από βραδύς «πιάνει» το προζύμι ή την μαγιά, δηλαδή ανακατεύει το προζύμι ή την μαγιά με το ένα τρίτο περίπου της ποσότητας του αλευριού και με ζεστό νερό. Το ζυμάρι που σχηματίζεται το τοποθετεί στο προζυμόλογο πάνω σε ένα μάλλινο μεσάλι, το σκεπάζει με ένα βαμβακερό μεσάλι και το αφήνει όλη τη νύχτα να φουσκώσει. Την άλλη μέρα ανακατεύει την έτοιμη ζύμη με το υπόλοιπο αλεύρι, ζεστό νερό και λίγο αλάτι. Πριν αρχίσει το ζύμωμα, σταυρώνει το ζυμάρι. Ζυμώνει σε ξύλινο ή χάλκινο ζυμωτήριο έχοντας τα χέρια της γροθιές. Κατά διαστήματα τα βρέχει με ζεστό νερό που το διατηρεί στο μπακρούτσι. Όταν η ζύμη δεν κολλά στα χέρια της και είναι μία συμπαγής μάζα τη σταυρώνει με το δεξί  χέρι της, την κόβει σε κομμάτια, τα πλάθει ένα ένα σε καρβέλια και τα τοποθετεί στο πυνακωτό ανάμεσα σε μεσάλια. Σε μία ώρα περίπου η ζύμη έχει φουσκώσει και είναι έτοιμη για ψήσιμο.

ΤΟ ΨΗΣΙΜΟ ΤΟΥ ΨΩΜΙΟΥ
  Στους ορεινούς κυρίους οικισμούς από το τέλος του 18ου αιώνα καθιερώθηκε ο οικιακός φούρνος, ο οποίος έψηνε με ξύλα που αφθονούσαν στο περιβάλλοντα χώρο. Το ψήσιμο του ψωμιού ήταν αποκλειστικά γυναικεία δουλειά. Όταν το ψωμί κόντευε να γίνει η γυναίκα άναβε το φούρνο καίγοντας κλαδιά και λεπτά ξύλα μέσα στο θάλαμο. Όταν τα ξύλα καίγονταν, η ανθρακιά τραβιόταν προς τα έξω. Το εσωτερικό του θαλάμου καθαριζόταν με ένα βρεγμένο πανί και τα καρβέλια τοποθετούνταν στο ζεστό χώρο με το φουρνόξυλο. Το ψωμί χρειαζόταν περίπου μία ώρα για να ψηθεί.


ΠΛΑΣΤΟΣ

Συνταγές Πιτών

Κολοκυθόπιτα

ΥΛΙΚΑ

  • 2 1/2 κιλό(ά) γλυκιά κολοκύθα
  • 3/4 κούπα(ες) βούτυρο ή
  •  λάδι
  • 3/4 κούπα(ες) μέλι
  • 2 κ.σ. κοπανισμένο παξιμάδι
  • 1/2-1 κ.γλ. ξύσμα πορτοκαλιού
·         1 κ.γλ. κανέλα
  • 160 γρ. καρυδόψιχα
  •  μαύρη σταφίδα (προαιρετικά)
  • 320 γρ. φύλλο
  • 160 γρ. αμυγδαλόψιχα
  • για το σιρόπι:
  • 1 κούπα(ες) μέλι
  • 1 κούπα(ες) ζάχαρη
  • 1 κούπα(ες) νερό

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

Κόβετε την κολοκύθα και τη βράζετε σε ελάχιστο νερό. Τα βάζετε σε τουλπάνι για να στραγγίσει τελείως από το νερό της. Ρίχνετε σε κατσαρόλα τον πολτό της κολοκύθας, το βούτυρο ή το λάδι και το μέλι. Ανακατεύετε το μείγμα σε σιγανή φωτιά και προσθέτετε το παξιμάδι, λίγο ξύσμα πορτοκαλιού, την κανέλα, την καρυδόψιχα και λίγες σταφίδες (προαιρετικά). 

Στρώνετε σε μέτριο ταψί τα μισά φύλλα ως εξής: Αλείφετε το ταψί με λιωμένο βούτυρο ή λάδι και στρώνετε δύο φύλλα. Αλείφετε το δεύτερο φύλλο με λίγο λάδι ή βούτυρο και το πασπαλίζετε με λίγη αμυγδαλόψιχα κοπανισμένη. Στρώνετε άλλα δύο φύλλα και λαδώνετε, πασπαλίζετε με αμυγδαλόψιχα.  Επαναλαμβάνετε έως ότου στρωθούν τα μισά φύλλα.  Κατόπιν απλώνετε επάνω το μείγμα της κολοκύθας και το σκεπάζετε με τα υπόλοιπα φύλλα ενώ αλείφετε κάθε δεύτερο φύλλο και πασπαλίζετε με αμυγδαλόψιχα, όπως κάνατε στην αρχή.
Χαράζετε την πίτα και την ψήνετε σε προθερμασμένο φούρνο στους 180°C επί 30'-40'.

ΓΙΑ ΤΟ ΣΙΡΟΠΙ:

Βράζετε επί 5' το μέλι, τη ζάχαρη και το νερό και ρίχνετε το σιρόπι στην πίτα όταν αυτή μισοκρυώσει. Τη σερβίρετε κρύα.

λαχανόπιτα
ΣΥΝΤΑΓΗ ΧΛΩΡΟΠΙΤΑΣ

Για την χλωρόπιτα  θα χρειαστούμε
-ένα κιλό τυρί χλωρό
-αλεύρι καλαμποκίσιο (μισή κούπα περίπου)
-5-6 αυγά
-ένα ποτήρι ζάχαρη περίπου

Βάζουμε το χλωρό τυρί σε μία λεκάνη και το τρίβουμε με τα χέρια. Στη συνέχεια προσθέτουμε το αλεύρι και ένα-ένα τα αυγά. Έπειτα ρίχνουμε τη ζάχαρη και το ζυμώνουμε καλά για δέκα λεπτά. Τέλος ρίχνουμε λίγο λάδι στο ταψί και ρίχνουμε μέσα στο ταψί το μίγμα και το απλώνουμε να πάει σε όλο το ταψί και το ψήνουμε ώσπου να πάρει το κατάλληλο χρώμα.
Ένα άλλο μυστικό της χλωρόπιτας ότι μπορούμε να βάλουμε και φύλο από πάνω και από κάτω εάν θέλουμε να γίνει πιο τραγανή.

ΣΥΝΤΑΓΗ ΜΑΚΑΡΟΝΟΠΙΤΑΣ

Για την μακαρονόπιτα θα χρειαστούμε
-ένα κιλό μακαρόνια χοντρά
-μία κούπα τυρί τριμμένο φέτα
-μισή κούπα ζάχαρη
-4-5 αυγά
Βάζουμε μία κατσαρόλα νερά για να βράσει ώσπου να κάψει και μετά ρίχνουμε τα μακαρόνια μέσα. Φτιάχνουμε τα φύλα με αλεύρι, λίγο λάδι, λίγο ξύδι και λίγο αλάτι. Τα ζυμώνουμε πάρα πολύ καλά και ανοίγουμε δύο φύλα. Μόλις τα μακαρόνια βράσουν τα σουρώνουνε και τα ξαναρίχνουμε στην κατσαρόλα προσθέτουμε το τυρί τα αυγά που έχουμε χτυπήσει και σιγά-σιγά τη ζάχαρη. Τα ανακατεύουμε πολύ καλά και τα ρίχνουμε στο ταψί. Τέλος σκεπάζουμε με το άλλο φύλο και ρίχνουμε λίγο λάδι από πάνω. Ψήνουμε 45-50 λεπτά.

ΣΥΝΤΑΓΗ ΓΑΛΑΤΟΠΙΤΑΣ

Για την γαλατόπιτα θα χρειαστούμε δύο φύλα όπως και για την μακαρονόπιτα. Βάζουμε σε μία κατσαρόλα μέχρι τη μέση γάλα και το βάζουμε να βράσει στη συνέχεια προσθέτουμε μισή κούπα καλαμποκίσιο αλεύρι ανακατεύοντας πολύ καλά μέχρι να πήξη. Μόλις πήξη τη βγάζουμε από το μάτι και ρίχνουμε μέσα 3-4 αυγά χτυπημένα, μισή κούπα ζάχαρη και τα ανακατεύουμε πάρα πολύ καλά. Τέλος ρίχνουμε το μίγμα στο ταψί αφού πρώτα έχουμε ρίξει λάδι και έχουμε βάλει το φύλο. Τέλος σκεπάζουμε με το άλλο φύλο ρίχνουμε λίγο λάδι και ψήνουμε για 30-35 λεπτά. 

Φωτογραφία0077



Ιστορία Συνταγών

Ιστορία του ελαιόλαδου
Σύμφωνα με τις ανασκαφές που πραγματοποίησε το πρωτοκυκλαδικό (2.700-2.300 πχ) νεκροταφείο Σπεδού το 1.903, ο Κλώνος Στέφανος μεταξύ άλλων ευρημάτων αναφέρεται σε ένα πήλινο αγγείο το οποίο έφερε ίχνη αλλοιωμένου λαδιού. Η επισταμένη έρευνα στο χημείο του εθνικού πανεπιστημίου υπό τον καθηγητή κ. Ζεγγέλη απέδειξε πέραν αμφισβητήσεως την ύπαρξη του ελαιόλαδου.

   

Ιστορία της φασολάδας
Τα φασόλια και τα όσπρια γενικότερα ήταν μάλλον το πρώτο φυτό που καλλιέργησε ο άνθρωπος με μια λαμπρή ιστορία περίπου 10.000 χρόνων. Οι Ινδιάνοι στη Νότια Αμερική θέλοντας να δείξουν το μεγάλο ρόλο που είχαν στη διατροφή τους,  ανέφεραν τα φασόλια ως μία από τις τρεις αδερφές, οι άλλες ήταν το καλαμπόκι και η κολοκύθα. Στην Κλασσική Ελλάδα τα έτρωγαν στα συμπόσια, ενώ στη Νεότερη θεωρήθηκαν εθνικό πιάτο.

Ιστορία της λαχανόπιτας
λαχανόπιταΗ λαχανόπιτα είναι από τις πιο χαρακτηριστικές όσο και παραδοσιακές πίτες του Εμπεσού. Επειδή Τα χόρτα και τα σπανάκια είναι άφθονα στον Εμπεσό, αλλά και γενικότερα στα χωριά, οι νοικοκυρές μπορούν να την φτιάχνουν και τους 12 μήνες του χρόνου. Είναι από τις πιο νόστιμες πίτες και η ιστορία της αναγράφεται από τα πολύ παλιά χρόνια. Επίσης, αποτελούσε και εξακολουθεί να αποτελεί ένα από τα κύρια φαγητά στους γάμους, ιδιαίτερα στους παραδοσιακούς γάμους.

Ιστορία τυριού

Τυρί φτιάχνει ο άνθρωπος από τα πανάρχαια χρόνια. Στην μυθολογία μας, ο Κύκλωπας Πολύφημος ήταν ο πρώτος τυροκόμος. Δεν είναι γνωστό από που βγήκε η λέξη τυρί. Αναφέρεται ως «τύρος» από τον Όμηρο στην Ιλιάδα, από τον Ευριπίδη στον Κύκλωπα και από τον Αριστοφάνη στους βατράχους. 
 Ο Αριστοτέλης και ο Διοσκουρίδης έδωσαν τις πρώτες συνταγές για την παραγωγή του τυριού και από αυτούς γνωρίζουμε ότι οι Αρχαίοι για να πήξουν το γάλα χρησιμοποιούσαν το άσπρο υγρό που βγάζουν οι συκιές στα κοτσάνια των φύλλων τους.
 Υπό του Κτησίου αναφέρεται ότι η βασίλισσα Σεμίραμις δεν έτρωγε άλλον τύρον εκτός από αυτόν που προέρχεται από το γάλα της αγελάδας. Οι Έλληνες που είχαν κατανοήσει τις ωφέλειες ιδιότητες του τυριού, το έδιναν στους παλαιστές για να αυξήσουν τις αντοχές τους.


Ιστορία του χαλβά

Ο χαλβάς είναι δημοφιλές γλύκισμα. Συναντάται, σε διάφορες ποικιλίες, σε όλες τις χώρες των Βαλκανίων, αρκετές της Μεσογείου και αρκετές της Μέσης Ανατολής (μέχρι και την Ινδία και το Πακιστάν). Η προφορά της λέξης στις χώρες αυτές είναι περίπου ίδια. Φαίνεται να προέρχεται από την αραβική ρίζα حلوى (χαλβά) που σημαίνει γλυκό. Δεν είναι γνωστό πότε ακριβώς μπήκε στην Ελλάδα. Πιθανολογείται ότι πέρασε στην ελληνική κουζίνα προς το τέλος του 12ου αιώνα.
Υπάρχουν τριών τύπων χαλβάδες στην Ελλάδα: σουσαμένιος, σιμιγδαλένιος και Φαρσάλων. Ξεχωρίζονται από την όψη και την υφή. Νηστίσιμος είναι ο χαλβάς με σησάμι. Για όσους δεν νηστεύουν το λάδι θεωρούνται νηστίσιμοι και οι άλλοι δύο τύποι εφόσον έχουν παρασκευαστεί με λάδι. Σε μερικές χώρες χρησιμοποιούν και υλικά περίεργα για τις ελληνικές γεύσεις όπως καρότο, ρεβίθι ή παπάγια.

                                              Ιστορία του τραχανά
Κατά την ιστορίας ο τραχανάς προέρχεται από το χυλό που τρώγανε  οι Έλληνες  και οι ρωμαίοι κατά την αρχαιότητα .Άπικρος , ρωμαίος συγγραφείς βιβλίων μαγειρικής του 1ουμ.χ αιώνα να αναφέρει ένα παχύρευστο χυλό με το όνομα ‘ tractate’ , το οποίο χρησιμοποιούσαν για να πήξουν κάθε είδος σάλτσα .Αλλά ,η πιο βάσιμη ιστορική εκδοχή είναι ότι ο τραχανάς προέρχεται από την ανατολική μεσόγειο όπως πολλά άλλα φαγητά .Οι Τούρκοι χρησιμοποιούσαν τη λέξη “take-nankeen” δηλαδή ένα συνηθισμένο φαγητό , φτιαγμένο από δημητριακά και γαλακτικά προϊόντα    


Ιστορία του ψωμιού

ψωμίΗ ανάπτυξη της γεωργίας αποτέλεσε ένα αποφασιστικό βήμα στην εξέλιξη του ανθρώπινου πολιτισμού. Στην Ελλάδα η καλλιέργεια της γης και των σιτηρών εμφανίστηκε την 7η χιλιετία. Για να γίνει το σκάψιμο στα χωράφια, εφευρέθηκαν κάποια γεωργικά εργαλεία, όπως το αλέτρι. Έτσι, σκάβοντας και σπέρνοντας σιτάρι, χρειάστηκε αργότερα να το αλέσουν. Οι κάτοικοι του Εμπεσού είχαν ο καθένας ξεχωριστά δικό του μήλο, έτσι άλεθαν το σιτάρι για να γίνει αλεύρι και να φτιάξουν ψωμί. Υπήρχαν πολλά είδη αλευριού όπως το άσπρο, το καλαμποκίσιο και το σιταρένιο. Το ψωμί βοηθούσε τους Εμπεσιώτες την τότε εποχή, διότι τους πρόσφερε καθημερινή τροφή και από αυτό αντλούσαν θρεπτικά συστατικά. Επίσης, το χρησιμοποιούσαν για προσφορά ευχαριστίας στο Θεό. Στο καθημερινό ή το γιορτινό τραπέζι το ψωμί κατείχε και κατέχει ακόμη πρωταρχική θέση.

Ιστορία του βουτύρου

Η προέλευσή του δεν είναι βέβαιη. Πιθανολογείται ότι οι Χαλδαϊκοί και οι Βαβυλώνιοι ήταν οι πρώτοι που παρασκεύασαν το βούτυρο πριν από 5.000 χρόνια. Ακόμη λέγεται πως βούτυρο ήξεραν να παρασκευάζουν και οι Μογγολοί, οι Θιβετιανοί και οι Γερμανοί.
Οι μεγάλοι πολιτισμοί της Αρχαιότητας, όπως ο Αρχαίος Ελληνικός, αγνοούσαν το βούτυρο, κυρίως γιατί είχαν εξαιρετικές εναλλακτικές λύσεις για τον εμπλουτισμό της διατροφής τους με λίπη, όπως για παράδειγμα το ελαιόλαδο. Αργότερα το βούτυρο διαδόθηκε σε όλο τον κόσμο και παραμένει μέχρι και σήμερα σημαντικό υλικό για την διατροφή μας.

                                          Κραμπουκούκι

    Υλικά
Αλεύρι από καλαμπόκι                                           
Λίγο αλάτι
Νερό βρασμένο


Εκτέλεση
Τα ανακατεύουμε όλα μαζί τα υλικά και φτιάχνουμε τη ζύμη. Έπειτα ρίχνουμε τη ζύμη σε ένα ταψί το οποίο έχουμε αλείψει με λάδι και το βάζουμε στον φούρνο για να ψηθεί. Τέλος το ψήνουμε στους 200ο για 1 ώρα.



                                     
                                               Λαχανόπιτα

 Υλικά
Λάχανα διάφορων ειδών (καθαρισμένα και κομμένα)
Τυρί
Αλάτι
1 αυγό
Μια χούφτα τραχανά 
Αλεύρι για τα φύλλα


Εκτέλεση     
Ανακατεύουμε τα υλικά όλα μαζί και τα ρίχνουμε στο ταψί όπου έχουμε ήδη μια στρώση φύλλο όπου έχουμε ανοίξει. Έπειτα βάζουμε άλλο ένα φύλλο πάνω και το λαδώνουμε. Τέλος την βάζουμε στο φούρνο και το ψήνουμε στους 200ο  για 1 ώρα .                 

 Δαιμονολογίες – Δεισιδαιμονίες

 « Η εμπειρία μπορεί να λέει ότι είναι         
 λανθασμένο και η λογική ότι είναι
παράλογο, η ανθρωπότητα όμως δεν κάνει
παρά να αγκιστρώνεται όλο και
περισσότερο στο παράλογο και στο λάθος »
H. BERGSON

Ο άνθρωπος από τ’ αρχαιότατα χρονιά πίστευε σε θεούς και δαίμονες. Είχε θεούς καλούς και κακούς, χθόνιους και καταχθόνιους. Τους καλούς θεούς προσπαθούσε να τους εξευμενίζει για να τους έχει με το μέρος του, τους δαίμονες που ποτέ δεν έπαιρναν το μέρος του, αλλά ήταν «πλασμένοι για το κακό», προσπαθούσε να τους εξορκίζει, να μην τους συναντά μπροστά του.
Ό,τι όμως και να ’κανε όλο και «θα  ’βρισκε το διάολο του». Νεράιδες, σατανάδες, αρχιδιάολος, βρικόλακες παρουσιάζονταν μπροστά  σε ανθρώπους με πολλούς τρόπους και φερσίματα.
Φυσικά αυτοί που «συναντούσαν» σατανάδες ήταν «αλαφροΐσκιωτοι». Εύκολα κάλπαζε η φαντασία τους και αφηγούνταν σαν προσωπικές τους περιπέτειες ό,τι κατά καιρούς είχαν ακούσει να λένε μεγαλύτεροι για σατανικά.
Ήταν όμως και οι άλλοι «αλαφροΐσκιωτοι» που όταν περνούσαν νύχτα σε ερημικά και σκοτεινά μέρη περίμεναν, από φόβο και έντονη αναμονή, κάτι κακό να δουν και ν’ ακούσουν. Παθαίναν ψευδαισθήσεις. Έτσι ό,τι αφηγούνταν «τ’ ακούγαν και τα ’βλεπαν» αλλά μονό αυτοί.
            Οι νεράιδες σύχναζαν σε σπηλιές και σε λαγκαδιά. Δεν προξενούσαν πάντα  μεγάλο φόβο και κακό οι νεράιδες. Ήταν πολύ όμορφες, φορούσαν άσπρα μακριά αραχνοΰφαντα φορέματα και συνοδεύονταν από μουσικά όργανα που προηγούνταν της πομπής, καθώς οι νεράιδες συνήθως πήγαιναν πολλές μαζί.
Αν συναντούσαν νέο και όμορφο άντρα τον «κλούρωναν», τον έβαζαν δηλαδή μέσα στον κύκλο που σχημάτιζαν. Τον πείραζαν με χειρονομίες, τον κυλούσαν κάτω, τον γαργαλούσαν και έκαναν χάζι μαζί του. Καθεμιά όμως προσπαθούσε να κλέψει ή ν’ αρπάξει ένα προσωπικό αντικείμενο απ’ τον νέο άντρα, κυρίως το μαντήλι του. Αν το κατόρθωνε τον είχε στο χέρι. Τώρα, αυτός πήγαινε κοντά στη νεράιδα που κρατούσε το μαντήλι του, σαν κάποια αόρατη ελκτική δύναμη να τον τραβούσε κοντά της.
Θα μπορούσε όμως να συμβεί και το αντίθετο. Να κλέψει ή ν’ αρπάξει ο άντρας το μαντήλι μιας νεράιδας, οπότε αντιστρέφονταν οι οροί. Αυτή η νεράιδα πήγαινε τώρα κοντά στον άντρα, μαναράκι. Όπως έλεγαν παλιότερα, αυτοί οι δυναμικοί και τυχεροί άντρες παντρεύονταν νεράιδα που τους αναζητούσε και πήγαινε κοντά τους.
Υπήρχαν όμως και οι κακές νεράιδες, άσχημες και μαυροντυμένες που όταν συναντούσαν άνθρωπο τον «χάβωναν». Του προξενούσαν τόσο τρόμο ξαφνικό που έχανε τη λαλιά του. Γύριζε στο σπίτι έντρομος και άφωνος. Έλεγαν τότε πως το κακό συναπάντημα τον «μούτεψε», του πήρε τη φωνή.
Οι σατανάδες ή διάολοι ήσαν κακά πλάσματα ανεξαιρέτως. Κανένα καλό δεν είχαν επάνω τους και κανένα καλό δεν έκαναν. Οπού πλησίαζαν έφερναν την συμφορά. Ζώα αρρώσταιναν και χάνονταν, άνθρωποι κακοτύχισαν.
Με πολλούς τρόπους, μορφές και ενέργειες παρουσιάζονταν ο σατανάς στον άνθρωπο. Είναι γνωστή κι ανατριχιαστική η διήγηση για τον σατανά που παρουσιάστηκε σε έναν άνθρωπο που έψενε το αρνί στην σούβλα σε μια ερημιά την νύχτα. Καθώς ο άνθρωπος έψενε το αρνί του, ξαφνικά και αθόρυβα κάθισε απέναντι του ο σατανάς και έψενε και αυτός στην σούβλα μια αρμάθα βατράχια. Έλεγε στον άνθρωπο με φωνή απόκοσμη και ανατριχιαστική: στακτά, στακτά το δικό σου, τσάκα, τσάκα το δικό μου. Ο άνθρωπος φοβήθηκε αλλά δεν πανικοβλήθηκε. Άρπαξε την σούβλα με το αριστερό χέρι και χτύπησε τον σατανά κατακέφαλα. Ένας δυνατός κρότος σαν έπρηξε ακούστηκε και ο σατανάς εξαφανίστηκε, εξαερώθηκε.
Έσκασε, έκανε μπαμ, γιατί ο άνθρωπος ήξερε πως «πάσσαλος εκρούεται» και χτύπησε το κακό με το κακό , τον σατανά με το αριστερό.
Άλλη μορφή παρουσία του σατανά είναι ο ανεμοστρόβιλος. Ο ανεμοστρόβιλος που πολλές φορές παίρνει και στέγες σπιτιών δεν είναι τίποτα άλλο, παρά χορός διαβόλων. Η σταυρωτή και η επίμονη πτώση χαλαζιού έχει αιτία κάποια στανική  παρέμβαση. Η σήψη ή η ανοστιά φρέσκου κρέατος γίνεται γιατί το κατούρησε ο σατανάς κ.λ.π.
Για ν’ αντιμετωπίσουν το σατανά, ν’ αποφύγουν το συναπάντημα μ’ αυτόν ή για να διακόψουν τη βλαβερή δράση του,  έπαιρναν πολλά και διαφορετικά μέτρα. Έβαζαν στο φυλαχτό τους (χαϊμαλί) αλάτι και λιβάνι. Αν δεν είχαν χαϊμαλί, τα έβαζαν στην τσέπη τους, για να μην συναντήσουν σατανάδες και νεράιδες στα ερημικά μέρη που οι δουλειές τους τους ανάγκαζαν να διαβαίνουν και τις νύχτες. Όταν υποπτεύονταν εμφάνιση σατανάδων έριχναν ντουφεκιές με το αριστερό χέρι. Όταν έπεφτε χαλάζι ακατάπαυστα, έβγαινε ένας έξω από το σπίτι ή την καλύβα και το σταύρωνε με μαυρομάνικο μαχαίρι. Στο φρεσκοσφαγμένο κρεμασμένο σφαχτό κάρφωναν ένα πιρούνι για να μην τον πλησιάζει το ζευζέκης.
Και η δαιμονολογία  συνεχιζόταν.
Πέρα από τα προσωποποιημενα κακά πνεύματα που «συναντούσαν» οι Σακαρετσιάνοι είχαν και πολλές προλήψεις και δεισιδαιμονίες. Πολλές ενέργειες και παραλήψεις τους στον κοινωνικό και εργασιακό  τους βίο υπαγορεύονταν από τέτοια κίνητρα.
Μόλις ξεπέζευε η νύφη μπροστά στο σπίτι του γαμπρού, αμέσως έβαζαν καβάλα στο άλογο της ένα μικρό αγόρι, που είχε μάνα και πατερά, για να γεννάει παιδιά αρσενικά και τυχερά. Δεν αφήναν τους νεόνυμφους να καθίσουν σε πυροστιά, γιατί θα γεννούσαν κορίτσια, αφού η πυροστιά έχει περίπου το σχήμα του γυναικείου αιδοίου.
Όταν όμως έβαζαν τ’ αυγά στην κλώσσα για να τα κλωσσήσει τα περνούσαν ένα ένα μέσα από την πυροστιά για να βγουν πουλακίδες κι όχι κοκόρια. Τη στιγμή που περνούσαν τ’ αβγά από την πυροστά και «έστρωναν» την κλώσσα, απαγορευόταν να καθήσουν κάτω, γιατί τα κλωσσόπουλα θα ’βγαιναν ξεκωλιασμένα.
Το φίδι που τυχόν έμπαινε μέσα στο σπίτι, δεν έπρεπε να το σκοτώσουν. Το φίδι στο σπίτι είναι φίλος. Τα φίδια που ζωγράφιζαν στις ρόκες και στις γκλίτσες ήταν συμβολισμός και όχι καλλωπισμός.
Τη Μεγάλη Πέμπτη τη θεωρούσαν ιερή και τυχερή ημέρα. Την ημέρα αυτή πήγαιναν στο ελατοδάσος κατά ομάδες και έκοβαν το σουβλί που θα έψηναν το λαμπριάτικο αρνί. Το ήθελαν Μεγαλοπεφτήσιο και φρέσκο κι ας είχαν και το σουβλί της προηγούμενης Λαμπρής επίσης Μεγαλοπεφτήσιο.
Την Καθαρή Δευτέρα οι  ανύπαντροι νέοι και νέες νήστευαν όλη τη μέρα. Δεν έτρωγαν και δεν έπιναν τίποτε. Το βραδάκι έφτιαχναν μια μικρή κουλούρα καθάρια που της έριχναν άφθονο αλάτι. Γινόταν λύσσα. Την έτρωγαν όλη και έπεφταν για ύπνο. Στο όνειρο τους θα έβλεπαν ποιον η ποιαν θα παντρευτούν. Τον υποψήφιο γαμπρό ή την υποψήφια νύφη την έβλεπαν λέει σε μια βρύση που τους έδινε νερό σε γυάλινο μαστραπά. Το όνειρο, αν ερχόταν, ήταν πάντως ευεξήγητο.
Την ωμοπλάτη από το λαμπριάκο αρνί την εξέταζαν με προσοχή. Μπορούσε να ’χει σημάδια που προμηνούσαν καλά η κακά για την οικογένεια.
Ο αβασκαμός «το κακό μάτι», έπιανε ανθρώπους και ζώα. Ήταν σε ημερήσια διάταξη και απασχολούσε παρά πολύ τους Σακαρετσιάνους των παλαιότερων χρόνων. Ένα «κακό μάτι» θα μπορούσε ν’ αφανίσει ολόκληρο κοπάδι ζώα. Είναι ατελείωτες οι διηγήσεις που αναφέρονται σε τέτοια περιστατικά. Κάποτε, λέει, αγόρασε κάποιος Σακαρετσιάνος ένα πολύ καλό μουλάρι. Νεαρό, όμορφο και δυνατό. Το μουλάρι τότε είχε μεγάλη αξία για την οικογένεια. Ήταν το μεταφορικό και αρότριον μέσο. Με αυτό πήγαινε στο μύλο, μ’ αυτό μεταφερόταν στις εξοχές, μ’ αυτό καλλιεργούσε τα λίγα χωράφια. Να όμως που ο πατέρας του είχε «κακό μάτι», έκανε και πέτρα να σκάσει. Έκλεισε  το μουλάρι ο γιος στο παχνί για να μην το πάρουν τα μάτια του πατέρα. Ο πατέρας όμως πήγε στην κλειδαρότρυπα, το είδε, το κοίταξε και είπε; «Ε, ρε, μούλα!» Το μουλάρι έπεσε αμέσως και ψόφησε.
Τα μικρά παιδιά εύκολα έπεφταν θύματα αβασκαμού. Χασμουριόταν ακατάπαυστα, έκλαιγαν απαρηγόρητα, δεν κοιμόνταν, κοιμόνταν και ξυπνούσαν με τον παραμικρό θόρυβο και το ’βαζαν πάλι στα κλάματα. Ο αβασκαμός ήταν η διάγνωση. Υπήρχε όμως και το αντίδοτο. Ειδικοί χωριανοί ήξεραν να «ξεβασκαίνουν». Έβαζαν λίγο νερό σε μια κούπα, το διάβαζαν (ήξεραν μαντολόια), το σταύρωναν και μ’ αυτό ράντιζαν τον αβασκαμένο άνθρωπο ή ζώο. Και αμέσως γινόταν καλά. Αν δεν γινόταν καλά, αυτό σήμαινε πως δεν ήταν η αρρώστια από αβασκαμό. Η αιτία ήταν άλλη. Ας την ψάξουν, ας πάρουν γιατροσόφια, ας πάνε στο γιατρό.
Αν ούρλιαζε το σκυλί του σπιτιού ή του κοπαδιού ήταν κακό σημάδι. Το πιθανότερο ήταν να πεθαίνει κάποιος άνθρωπος του σπιτιού. Το σκυλί προαισθανόταν το κακό και θρηνούσε ουρλιάζοντας.
Αν λαλούσε κουκουβάγια κοντά στο σπίτι ή στην καλύβα επίσης κάτι κακό θα τους έβρισκε. Το ανατριχιαστικό λάλημα της κουκουβάγιας μες στη νύχτα δεν μπορούσε να φέρει χαρά και ευχαρίστηση. Κάποιο κακό προμηνούσε.
Αν λαλούσε η πουλακίδα σαν κοκοράκι την έσφαζαν αμέσως, ήταν γρουσουζιά.
 

              Το στοιχειωμένο αγριομελίσσι
Στα απόκρημνα φαράγγια του Αχελώου μεταξύ Ακαρνανίας και Ευρυτανίας στήνουν τις κυψέλες τους τα αγριομελίσσια.
Μαζί με τ’ αλλά κυνήγια των άγριων ζώων οι κάτοικοι επιδίδονταν και στο κυνήγι των αγριομελισσών που ήταν δύσκολο και επικίνδυνο. Απέδιδε όμως οικονομικά περισσότερο κι από του λύκου και της αλεπούς που ήταν επικηρυγμένο κυνήγι. Ένα μελίσσι έδινε μέχρι και 70-80 οκάδες μέλι, χώρια το κερί που ήταν δυσεύρετο και ακριβοπληρωμένο. Θρύλοι δε και παραδόσεις έλεγαν ότι υπήρχαν και στοιχειωμένα αγριομελίσσια. Κάποτε, λέει, σ’ ένα τέτοιο αγριομελίσσι στοιχειωμένο κοντά στον Αχελωο, καθώς το μέλι είχε ξεχειλίσει κι έρρεε χρυσαφένιο, ένας κλεφταρματολός άρχισε να το πυροβολεί για να κοπεί. Το βόλι στραφτάλισε στον αέρα, χτύπησε πάνω στο γυαλιστερό βράχο και γυρίζοντας σαν από θάμα πίσω, του έκοψε το χέρι.
Μια  άλλη  φορά  ένας  παπάς, για  να  φθάσει στη  στοιχειωμένη  κυψέλη,  τον  κρέμασαν στο  γκρεμό με  δυνατή  τριχιά πλεγμένη με  μαλλιά  τράγου. Σαν έφτασε  στο  μέλι κι  άρχισε με  το  μαχαίρι του  να κόβει ,άκουσε  μια  φωνή που  του  είπε:
-Σώνει άλλο  τώρα. (γιατί  πολλές  φορές έπαιρναν  όλο  το μέλι και  το  σμάρι των  μελισσών θανατωνόταν  από  την  πεινά , ή θανατώνονταν  με  καπνό από θειάφι, ή  το  έπνιγαν στο  ποτάμι).
Ο παπάς νομίζοντας ότι  η  φωνή ήταν των  συντρόφων του, τους  είπε:
- Τώρα να  σταματήσω που  μπήκα  στο παχύ  στρώμα; Και  γυρίζοντας βλέπει δίπλα  του  ένα  φίδι . Κτυπάει με  το μαχαίρι  το  φίδι  και  το  κόβει  στα  δυο. Μα αυτό που  έκοψε ήταν  η  τριχιά και η  φωνή ήταν  του  στοιχειού,  κι  ο  παπάς έπεσε  άφαντος  στο  γκρεμό. Από  τότε το  στοιχειωμένο  μελίσσι κανείς δεν  τολμούσε να  το  πλησιάσει. Και  το  μελίσσι κρεμόταν  στα  βράχια σαν  ένας  ξανθός  καταρράχτης…
            Για  το  λύκο ,  το  μεγάλο ζημιάρη  των  κοπαδιών οι  Ακαρνάνες διηγούνται και  το  εξής: επικηρυγμένος ο  λύκος (τοπικά  στα  χωριά) τον  κυνηγούσαν  με  πείσμα. Μια   φορά  έπιασαν  έναν  ζωντανό, τον  γύριζαν  στα  χωριά και  τον διαπόμπευαν φωνάζοντας: Να  τον  γδάρουμε, να  τον  σουβλίσουμε ,  να  τον  κρεμάσουμε, μας  κατάστρεψε τα κοπάδια. Ο λύκος κοίταζε γύρω  του και  δεν  μιλούσε. Είδε  πως περισσότερο απ’ όλους φώναζε ένας  γύφτος, γυρίζει και του λέει: Καλά ωρε  γύφτε, στους  άλλους  έκανα  ζημιά, δίκιο  έχουν, εσύ  τι  φωνάζεις; Τ’ αμόνι σου έφαγα παλιόγυφτε π’ ανάθεμα σε;

Άλλοι μύθοι και  θρύλοι
                                     
Ένας θρύλος που  ακούγεται στην  Ακαρνανία και που  μας  έρχεται,  όμως,  πέρα απ’ τον  Αχελώο, είναι αυτός  που  αναφέρεται στον Καραβά, το  μεγάλο βουνό της  Αργιθέας των  Αθαμανών ορέων και που στεφανώνει το  μοναστήρι της  Παναγίας  της Σπηλιώτισσας, ανάμεσα απ’ τη  Στεφανιάδα και τα Κουμπουριανά κι  ήταν το  στέκι και  το  λημέρι  του  Καραϊσκάκη και  του  Ραγκού. Ο θρύλος αναφέρει ότι  η  Καραβά  είναι, λέει, η  κιβωτός  του  Νώε που  προσάραξε εκεί  στα  Αθαμανικά όρη  της Θεσσαλίας και  απολιθώθηκε. Κάτοικοι διηγούνται ότι  υπάρχουν  ακόμα και  οι  κρίκοι που  προσδέθηκε εκεί  η  Κιβωτός.
Κι  ακόμα θρυλείται, ότι εκεί κοντά στον Καραβά σ’ ένα  βάλτο κατοικεί ο Ήταυρος, ένα φοβερό θηρίο, που  όταν μουγκρίζει σημαίνει πως κάποιο μεγάλο κακό θα βρει τον τόπο. Και πως να μην δημιουργηθούν θρύλοι στο ανεξήγητο θέαμα ενός τέτοιου τοπίου που απ’ όλες τις πλευρές χάσκουν φαράγγια και γκρεμοί που σου προκαλούν ίλιγγο και που μόνο  αετοί και γύπες μπορούν να πατήσουν. Το 1963 μια φοβερή κατολίσθηση άνοιξε τη γη στα δυο, μεταξύ Στεφανιάδας και Κουμπουριανών και σχηματίσθηκε μια λίμνη. Τότε, φοβερή βοή ακούστηκε υπόγεια και σείστηκε ο τόπος. Ήταν, λέει, το μουγκρητό του Ήταυρου!
Ένας άλλος μύθος μας μιλάει για μια Δρακότρυπα στο βουνό Πεταλά του Βάλτου. Σ’ ένα ξέφωτο ανάμεσα από δένδρα υπάρχει μια πλατειά τρύπα. Εκεί, πίστευαν πως κρυβόταν ένας δράκος, που έβγαινε τις νύχτες και πήγαινε, λέει, και αντάμωνε σε απόκρημνα βράχια του Βάλτου μια βοσκόπουλα όμορφη. Η βοσκόπουλα απ’ το φόβο της, στην αρχή, δεν είπε τίποτα  στους δικούς της,  μα μετά το μαρτύρησε στ΄ αδέλφια της και μαζί με άλλους συγγενείς, κτύπησαν τον δράκο. Τράβηξε τότε σκούζοντας, με τα αίματα, έφτασε και ψόφησε στην τρύπα του. Η τρύπα είναι ακόμα, λέει, κόκκινη από τα αίματα και τις νύχτες ακούγεται το σκούξιμο του.




     ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ  ΠΡΟΦΟΡΙΚΕΣ ΑΠΟΔΟΣΕΙΣ ΑΠΟ ΕΝΑΝ ΚΑΤΟΙΚΟ ΤΟΥ ΧΩΡΙΟΥ ΠΕΡΔΙΚΑΚΙΟΥ ΑΘΑΝΑΣΙΟ  ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ

«Ήταν κάποτε μια γριά μάγισσα στην περιοχή του σημερινού Περδικακίου. Εκείνη την εποχή το Περδικάκι είχε σφοδρούς ανέμους που κατεδάφιζαν σπίτια, στάβλους και γενικά ολόκληρη την περιοχή, ακόμα και τους ιδίους τους ανθρώπους συχνά τους σκότωνε ο άνεμος. Η Λούβρενα γι’ αυτούς ήταν η μόνη λύση, ήταν η μοναδική που μπορούσε να κατέβει στον ποταμό Αχελώο και να καρφώσει με ένα τεράστιο καρφί  τους ανέμους. Η Λούβρενα  το εκμεταλλεύτηκε και κάθε φορά που ο άνεμος ξεσπούσε απαιτούσε από τους κατοίκους της περιοχής διάφορα αγαθά, όπως φαγητό, ρούχα, αλλά και ζώα για να μεταφέρεται. Μια μέρα,  ο άνεμος ξέσπασε ξανά στην περιοχή, όμως οι κάτοικοι δεν θέλανε να δώσουν αγαθά. Σκεφτήκαν ότι θα ήταν καλό να ξεγελάσουν τη Λούβρενα και να την σκοτώσουν, κι έτσι έγινε. Μια μέρα, κατέβασαν οι ίδιοι τη μάγισσα, κι αφού της είπαν ότι θα της έδιναν τα αγαθά μόνο αν αυτή κάρφωνε το ξύλο. Αυτή συμφώνησε και την ίδια μέρα κατέβασαν αυτή στον ποταμό με ένα σκοινί. Αφού η Λούβρενα κάρφωσε το ξύλο,  οι άνεμοι σταμάτησαν και πριν προλάβει να ανέβει οι κάτοικοι έκοψαν το σκοινί. Από τότε και στο εξής στην περιοχή επικρατούσε ήπιο κλίμα χωρίς σφοδρούς ανέμους. Λέγεται  μέχρι  και σήμερα ότι το καρφί αυτό υπάρχει σε μια περιοχή κοντά στο ποτάμι και μπορούμε να το δούμε μέχρι και τώρα. Μάλιστα οι ίδιοι οι κάτοικοι πιστεύουν ακόμα ότι  το φάντασμα της Λούβρενας περιφέρετε γύρω από το χωριό περιμένοντας να πάρει εκδίκηση…Ακόμη επικρατεί η άποψη πως όποιος καταφέρει και βγάλει το καρφί είτε θα μείνει μουγκός για την υπόλοιπη ζωή του είτε θα πεθάνει».
                                                                         

  «Ήταν κάποτε ένας κτηνοτρόφος, ο οποίος  τα βράδια έμενε στο βουνό για  να φυλάει τα ζωντανά του. Εκείνη τη νύχτα καθώς είχε κάτσει μπροστά στη φωτιά και ήταν έτοιμος να κοιμηθεί εμφανιστήκαν μπροστά του κακίες νεράιδες. Αυτός προσπάθησε να τις πλησιάσει αλλά οι νεράιδες ήταν κακές κι έτσι άρχισε να επιστρέφει. Αυτές τον περιτριγύρισαν αυτός άπλωσε τα χεριά του και κατάφερε να αρπάξει από μια το μποτάκι της. Λέγεται ότι το παπούτσι αυτό έμεινε στα χεριά του συγκεκριμένου, ώσπου πέθανε κι υστέρα κανείς δεν έμαθε που ο παππούς τότε το έβαλε.»

                                                ΠΡΟΛΗΨΕΙΣ ΤΟΥ ΒΑΛΤΟΥ
1.       Την Πρωτοχρονιά, αν ήταν λιακάδα, “αν ήλιαζε η αρκούδα  τα μικρά της” πίστευαν ότι επί 40 ημέρες θα ήταν κακοκαιρία, ενώ αντίθετα θα ήταν καλοκαιρία.
2.       Μυθολογείται για τον Φεβρουάριο ότι δεν ήταν ο δεύτερος μήνας αλλά ο τρίτος και ο δεύτερος ήταν ο Μάρτιος και άλλαξαν τη θέση τους δια τον εξής λόγο :
Κατά τα  τέλη Μαρτίου  μια γριά που είχε  κτηνοτροφία είπε “Πρίτς-πρίτς Μάρτη, τα αρνοκάτσικά μου τα γλύτωσα και δεν σ’ έχω  ανάγκη”.
Ό Μάρτης θύμωσε και ζήτησε δύο ημέρες από τον επόμενο μήνα για να εκδικηθεί τη γριά. Ό Φεβρουάριος  του έκανε τη χάρη με τον όρο όμως να αλλάξουν θέση.
Έτσι και έγινε.
3.       Εάν έβρεχε πολύ τον Φεβρουάριο πίστευαν ότι οι πηγές θα έχουν άφθονο νερό το καλοκαίρι. Και δεν είχαν και τόσο άδικο.
4.       Την 1ην Μαρτίου έδεναν στο μπράτσο ή στο μικρό δάκτυλο δίχρωμη κλωστή (κόκκινο-άσπρο) για να μην τους μαυρίσει η ήλιος.
5.        Την 1ην Μαΐου θα είναι μεγάλο κατόρθωμα, αν πετύχει κάποιος να κόψει το κεφάλι οχιάς, το οποίο τοποθετημένο σε κουτί με τρία σπειριά   σιτάρι κα τρία σπιριά αλάτι, το πηγαίνει κρυφά στην εκκλησία  και το αφήνει σαράντα μέρες  σε απόκρυφο μέρος. Τούτο θεωρείται φυλαχτό για τα μάγια.
Την 2αν  Μαΐου δεν απλώνουν στον ήλιο    δεν απλώνουν στον ήλιο άσπρα ρούχα γιατί πίστευαν ότι  θα πέσει χαλάζι και καταστρέφεται η γεωργία.
Κατά  τον μήνα αυτόν δεν γίνονται γάμοι γιατί τους πιάνουν τα μάγια.

6.       Κατά τον Νοέμβριο (Χαμένον)  ομοίως  δεν γίνονται γάμοι γιατί καταστρέφονται.
7.       Όταν βρίσκουν φωλιά  άγριων πουλιών δεν πρέπει να αναφερθεί τούτο μπροστά σε φωτιά ή σε γάλα, γιατί τα αυγά ή τα μικρά  πουλάκια  της φωλιάς θα τα φάει το φίδι.
8.       Τα κορίτσια το χειμώνα δεν πρέπει να κάθονται στη γωνιά γιατί μετά τον γάμο τους θα γεννούν κορίτσια.
9.       Στο τραπέζι κατά την ώρα του φαγητού, αν κατά λάθος τοποθετηθεί  ένα κουτάλι (χλιάρι)  περισσότερο, πιστεύεται ότι η οικογένεια έχει εχθρό και για να διωχθεί, πετάνε έξω από την πόρτα το περίσσιο κουτάλι.
10.   Στο τραπέζι εκείνος, που τρίβει άθελά του το ψωμί (κάνει τρίματα) θα έχει πολυτεκνία κατά την ζωήν του.
11.   Η γυναίκα που πλέκει με βελόνες  δεν πρέπει, με κάθε θυσία, να αφήσει στην μέση τη βελόνα, γιατί κάποιος από  το σπίτι θα πεθάνει.
12.   Κατά την ώρα του φαγητού δεν επιτρέπεται να αφήνουμε μια μπουκιά (χαψιά) ψωμί, γιατί θα γίνει χωρισμός  του ζευγαριού.  
13.   Όταν λαλήσει κοντά στο σπίτι κουκουβάγια, νομίζουν ότι κάποιος από την οικογένεια θα πεθάνει.
14.   Όταν σφυρίζει (λαλεί) το αφτί μας,  κάποιος θα πεθάνει και για να μη γίνει το κακό πρέπει να πούμε αμέσως ‘’μακριά κι αλάργα κι από πέρα απ’ το  ποτάμι.
15.   Όταν μας ερεθίζει (τρώγει) η μύτη, κάτι κακό θα πάθουμε.
16.   Όταν αισθανόμαστε κνισμόν   (φαγούρα) στην παλάμη του δεξιού χεριού, κάποιον θα  χαιρετήσουμε ή του  αριστερού, θα λάβωμε χρήματα (λεπτά).
17.   Όταν αισθανόμαστε φαγούρα στην  παλάμη (πατούσα) του ποδιού, έχουμε δρόμο (ταξίδι).
18.   Όταν κοκκινίζει από θερμότητα (καίει) το αυτί μας, κάποιος  αναφέρει για καλό ή κακό το όνομά μας.
19.   Δεν επιτρέπεται να μετράμε τα αστέρια ή να τρώμε άβραστο σιτάρι, γιατί  θα βγάλουμε σπιριά στο κεφάλι ή βαρβαρίτσες (μικρά εξογκώματα) στα χέρια.
20.   Τη  Λαμπρή (Πάσχα) εξετάζεται ωμοπλάτη (πλάτη) του αρνιού και αν υπάρχει μαύρο σημάδι ή βαθούλωμα , κάποιο κακοπεριμένεται στο σπίτι, ενώ αν κοκκινίζει η επίπεδη επιφάνεια  της πλάτης θα γίνει πόλεμος.
21.   Η έγκυος γυναίκα, αν  κατά την εργασία της έχει τυχαίως στραμμένα τα νώτα της προς το τζάκι, θα γεννήσει κορίτσι.
22.   Κατά το ψήσιμο σχισμένου νεφρού στα κάρβουνα (κάρνα) , η έγκυος (γκαστρωμένη)  γυναίκα που θα το φάει θα γεννήσει αγόρι αν κατά το ψήσιμο κλείσει το νεφρό, ενώ αν μείνει ανοιχτό  θα γεννήσει κορίτσι.
23.   Εκείνος που έβγαλε κριθαράκι (πρίξιμο βλεφαρίδος) δεν πρέπει ποτέ να φάει νεφρό , γιατί θα το ξαναπάθει το κακό.
24.   Το τίναγμα των φτερών της κότας μέσα στο σπίτι σημαίνει τον ερχομό μουσαφίρη (επισκέπτη). Πρέπει να σκουπιστεί αμέσως το μέρος όπου έγινε το τίναγμα.
25.   Όταν νίβεται η γάτα, βρέχει.
26.   Αν κατά το νίψιμο (γλείψιμο) της κοιλιάς της έχει το πισινό  πόδι της σηκωμένο προς τα πάνω, πιστεύεται όσο και τα παιδιά να προσέχουν να μη εγγίζουν στη σκούπα, γιατί θα μείνουν μικρόσωμα. 
27.   Κατά το σκούπισμα (σάρωμα) του σπιτικού, πρέπει, τόσο η νοικοκυρά, όσο και τα παιδιά  να προσέχουν να μην αγγίζουν στη σκούπα, γιατί θα μείνουν μικρόσωμα.
28.   Το μπουσούλισμα   (περπάτημα με χέρια-πόδια) μικρού παιδιού, ενώ μπορεί να περπατεί  όρθιο, θεωρείται ως προειδοποίηση ότι θα έλθει επισκέπτης (μουσαφίρης) στο σπίτι.
29.   Αν καθίσει στο πρόσωπο κάποιου αλογόμυγα, μαρτυρεί ότι κάποιος αγαπητός συγγενής ή φίλος, που έλειπε  μακριά, θα τον φιλήσει.
30.   Αν κρεμαστεί από τον ιστό της αράχνης μέσα στο σπίτι είναι δείγμα  ότι θα έλθει μουσαφίρης .
31.   Η εμφάνιση σαλαμάνδρας (πολύχρωμης σαύρας), προμηνύει βροχερό καιρό 40 ημερών.
32.   Κορίτσι, που θα βάλει στον κόρφο της (στήθος) σαλαμάνδρα, θα γίνει άριστη στο κέντημα.
33.   Υπάρχουν ακόμη γριές, που ξέρουν ξόρκια για το μάτιασμα (βασκανία). Με τρία σπειριά  χοντρού αλατιού, σταύρωναν τον ματιασμένο, άνθρωπο ή ζώο λέγοντας μερικά κρυφά λόγια και κατόπιν τα ρίχνουν στη φωτιά και  αν σκάσουν, νικήθηκε το μάτιασμα.
Εάν ο ματιασμένος δεν είναι παρών φτιάχνουν νερό με αλάτι και με αυτό τον ραντίζουν.


34.Επίσης για να ξεματιαστεί κάποιος, ένας πρωτότοκος γράφει με κάρβουνο στο βαθούλωμα μιας ξύλινης κουτάλας  τα ονόματα που είδαν τον ματιασμένο αυτή την ημέρα, ρίχνει νερό και με το δάχτυλο το ανακατεύει. Κατόπιν δίνει με την κουτάλα με το ίδιο του το χέρι να πιεί ο άνθρωπος από τις τρείς πλευρές της κουτάλας και στη συνέχεια ρίχνει την κουτάλα πίσω από τον άρρωστο περνώντας την πάνω από το κεφάλι  του.
            Προσέχουν τότε να ιδούν πώς η κουτάλα έπεσε. Αν έπεσε ανάποδα, δηλαδή με το βαθούλωμα επάνω,  το μάτιασμα νικήθηκε.
35.Υπάρχει ένα σκουλήκι (φρυγγανίδα)  κολλημένο  στη χλόη, που αν το φάει το ζώο ψοφά.  Ένας  άνθρωπος που έκοψε με τα δόντια του τη φρυγγανίφα τρείς φορές,  αν φτύσει το ζώο τρείς φορές στο στόμα τούτο θα γίνει καλά.
36. Υπάρχουν άνθρωποι, που μπορούν τάχα να σταματήσουν το πέσιμο του χαλαζιού. Λέγοντας μερικά κρυφά  λόγια καρφώνουν στο χώμα ένα μαυρομάνικο μαχαίρι  ή σουγιά.
37. Οι  δύο κορυφές στο τρίχωμα του κεφαλιού, φανερώνουν ότι αυτός θα παντρευτεί δυο φορές.
38. Όσες ρυτίδες(ζάρες) σχηματιστούν στον πήχη του χεριού όταν λυγίζει, τόσες φορές θα παντρευτεί αυτός.
39. Μετά την δύση του ηλίου απαγορεύεται το νίψιμο του προσώπου, το χτένισμα και το καθρέφτισμα, γιατί  πεθαίνει ο ένας από τους γονείς.
40.Απαγορεύεται να χωρίσει ο άνθρωπος δυο φίδια, γιατί θα μπει γρίνια στο σπίτι του . Το ίδιο πρέπει να γίνεται στους δυο μαχόμενους πετεινούς.
41.Αν λαλήσει κίσσα( άγριο πουλί) στην αυλή μας πρέπει να περιμένουμε μουσαφίρη( μσαφίρη).
42. Αν πρωί-πρωί, στο δρόμο συναντήσει  κανείς  λαγό, κάτι κακό να περιμένεις.
43. Όταν λαλήσει κότα σαν πετεινός, θανατικό θα πέσει στο σπίτι και για να προλάβουμε το κακό, σφάζουμε την κότα με το τσεκούρι στο κατώφλι της πόρτας. Ευκαιρία καλή για μαγείρεμα.
44.Απαγορεύεται να κουνούν την κούνια του παιδιού δύο γυναίκες γιατί η μητέρα του μελλοντικά θα γεννήσει δίδυμα.
45. Όταν επισκέπτονται λεχώνα, στο κατώφλι της πόρτας  πρέπει να υπάρχει αναμμένο κάρβουνο  και για αυτό ειδοποιούν πριν μπουν μέσα.
46.Όταν κάποιος ρίξει  ένα πράγμα στον αέρα και το πιάσει άλλος, θα πει ότι μεταξύ των υπάρχει μεγάλη αγάπη.
47.Εκείνος που πίνει νερό από τη βαρέλα θα γεννήσει πολλά κορίτσια.
48.Δεν πρέπει να ψήνουμε καλαμπόκι (φακιόλες) στη γωνιά, γιατί αν σκάσει θα απορριχτούν τα ζώα μας.
49.Όταν, κατά λάθος, τοποθετηθεί ανάποδα στο τραπέζι το ψωμί, κάποιος θα πεθάνει. Το ίδιο θα συμβεί αν κατά το ζύμωμα, ξεχαστεί ανάλατο.
50.Όταν  ξεχάσει κάποιος μπουκιά ψωμί και κόψει άλλη από τη φέτα, θα πει ότι κάποιος από τους πεθαμένους του σπιτιού πεινάει .
51.Αν η  πυροστιά (τρίποδο για την τοποθέτηση της κατσαρόλας στη φωτιά )  καίεται (σπινθηροβολεί)  πιστεύεται ότι ο νοικοκύρης θα λάβει χρήματα.
52.Δεν πρέπει η πυροστιά να ξεχαστεί χωρίς την κατσαρόλα στην φωτιά, γιατί θα κουράζεται το φορτηγό μας ζώο.


ΠΑΛΙΑ ΠΑΙΧΝΙΔΙΑ
Στα παλιότερα χρόνια δεν υπήρχαν τα σημερινά μέσα επικοινωνίας και ψυχαγωγίας, τα οποία καθηλώνουν μικρούς και μεγάλους σε μια καρέκλα ακίνητους να παρακολουθούν τηλεόραση ή να παίζουν «κουλουχέρηδες», τότε που δεν υπήρχαν οι καφετέριες και τα μπαρ, όπου ξημεροβραδιάζονται τώρα οι νέοι, σ' εκείνα τα χρόνια τα παιδιά έπαιζαν  παιχνίδια κινητικά σε ζωτικούς χώρους που υπήρχαν παντού και κυρίως στα χωρία, όπως το Σακαρέτσι.
Τα παλιά παιχνίδια που έπαιζαν τα παιδία και οι νέοι του Σακαρετσιού μπορούμε να τα χωρίσουμε σε δυο κατηγορίες, ανάλογα με το χώρο που παιζόταν: στα παιχνίδια του σπιτιού και στα παιχνίδια έξω από το σπίτι.
Τα εσωτερικά παιχνίδια ήσαν: το τλουποφανάκι, τσίμπου τσίμπου το λεφτό, πόσα αστέρια έχει η πούλια, ω κυρά  κυρούλα κ.α. Στα εσωτερικά παιχνίδια μπορούμε να κατατάξουμε και τα αινίγματα, τους γλωσσοδέτες και τις πεντάλφες.
Τα εξωτερικά ήσαν κυρίως τα εξής: η γρούνα, η τόπα στ' αλώνι, η τόπα με τα λιθάρια, οι λαγοί με τα ζαγάρια, οι λύκοι με τ' άλογα, το κρυφτούλι, οι σκλάβοι, η τσέλικα, το τζ κ.α.
  Θα περιγράψουμε λίγα απ' αυτά:

α) ΕΞΩΤΕΡΙΚΑ
1) Η γρούνα. Τη γρούνα την έπαιζαν και μεγάλα παιδιά, κυρίως αυτά. Πάντοτε αγόρια και ποτέ κορίτσια. Ο αριθμός των παικτών δεν ήταν ορισμένος. Από δέκα μέχρι είκοσι παιδιά θα μπορούσαν να παίξουν ένα καλό παιχνίδι. Απαραίτητα όργανα: η γρούνα, δηλαδή ένα γερό στρογγυλό ξύλο που είχε το μέγεθος που έχει ένα μπαλάκι του γκόλφ. Στην ανάγκη και ένα άδειο καρούλι κουβαρίστας υποκαθιστούσε το στρογγυλό ξύλο. Μια γερή γκλίτσα για τον κάθε παίκτη. Ο χώρος ήταν μια λάκκα, ένα χωράφι, ένα γούπατο κλπ.
Στο κέντρο του χώρου έφτιαχναν μια τρύπα να χωράει τη γρούνα. Την τρύπα αυτή την έλεγαν μίτζα του γουρνάρη. Γύρω γύρω από την μίτζα του γουρνάρη, κυκλικά και σε ακτίνα 20-30 μέτρων, κάθε παίκτης έφτιαχνε τη δική του μίτζα. Την έφτιαχνε πλάγια και όχι κατακόρυφη, ώστε να μπαίνει μέσα το άκρο της γκλίτσας πλαγίως και ο παίκτης κρατώντας την έτσι έπαιρνε θέση κατάλληλη για τα χτυπήματα της γρούνας.
Στόχος των παικτών ήταν να βάλλουν τη γρούνα μέσα στη μίτσα του γουρνάρη, ενώ του γουρνάρη στόχος ήταν να τους εμποδίσει,  αλλά και να καταλάβει με τη γκλίτσα του τη μίτζα κάποιου παίκτη.
 Πριν όμως αρχίσει το παιχνίδι,  έπρεπε να ορισθεί γουρνάρης, ο οποίος οριζόταν με την εξής διαδικασία κλήρωσης: Ένας από τους παίκτες άπλωνε τα χέρια του σε θέση πρότασης και στα χέρια του τοποθετούσαν όλοι τις γκλίτσες τους και πάνω σε αυτές τη γρούνα. Φώναζε δυνατά «ψόφια και ανάλατα» και με μια δυνατή κι επιδέξια κίνηση των χεριών προς τα πίσω πετούσε πάνω απ' το κεφάλι του το σωρό με τις γκλίτσες και τη γρούνα. Οι γκλίτσες σκορπίζονταν στο έδαφος και μετά από λίγες ταλαντεύσεις ηρεμούσαν και κάπου εκεί κοντά στεκόταν και η γρούνα. Κανένας δεν είχε δικαίωμα να μετακινήσει γκλίτσες και γρούνα, ούτε να τις πλησιάσει πολύ. Γι' αυτό ο παίκτης είχε φωνάξει «ψόφια και ανάλατα», που σήμαινε ότι τα πράγματα αυτά τώρα είναι πεθαμένα και ακίνητα και κανένας μην τα πλησιάσει, γιατί μυρίζουν.
            Ο κάτοχος της γκλίτσας στην οποία έτυχε να βρίσκεται πιο κοντά η γρούνα, αυτός τα φύλαγε γουρνάρης. Δεν ήταν λίγες οι φορές που προέκυπτε διαφωνία ως προς την απόσταση. Προσπαθούσαν όλοι μαζί να δώσουν λύση στο πρόβλημα. Αν όμως τύχαινε να απέχει η γρούνα ακριβώς το ίδιο από δυο ή περισσότερες γκλίτσες, τότε η διαδικασία κλήρωσης επαναλαμβανόταν ανάμεσα σ' αυτές τις γκλίτσες. Τελικά, οριζόταν γουρνάρης και το παιχνίδι άρχιζε.
Καθένας έπιανε τη μίτζα του και ο γουρνάρης τη δική του. Ο γουρνάρης άφηνε τη θέση του και κτυπώντας με τη γκλίτσα του ελαφρά και επιδέξια τη γρούνα έβγαινε στο κέντρο του χώρου προκαλώντας τους άλλους παίκτες να βγουν και αυτοί και να βάλλουν αν μπορούν τη γρούνα στη μίτζα του γουρνάρη. Οι παίκτες άρχιζαν να κάνουν εξόδους και προσπαθούσαν να πάρουν με τις γκλίτσες τους τη γρούνα και να τη βάλουν στην κεντρική τρύπα. Οι γκλίτσες κροτάλιζαν, τα χτυπήματα έπρεπε να είναι επιδέξια και ζυγισμένα, ώστε να μη φεύγει η γρούνα πολύ μακριά, γιατί αυτό θεωρούνταν εκδικητικό για τον γουρνάρη. Ο παίκτης που έκανε την έξοδο όφειλε να προσέχει και τη μίτζα του, διότι αν ο γουρνάρης τη στιγμή της μονομαχίας κατόρθωνε με ξαφνική και γρήγορη κίνηση να πιάσει με τη γκλίτσα του τη μίτζα του παίχτη πριν αυτός βάλει τη γρούνα στη μίτζα του γουρνάρη, τότε ο παίχτης αυτός γινόταν ο γουρνάρης και ο γουρνάρης έπαιρνε τη θέση του.
Ο γουρνάρης ήταν «ένας εναντίον όλων», γι' αυτό αν δεν είχε καλά αντανακλαστικά και ικανότητα καταμερισμού της προσοχής του, δεν θα απαλλασσόταν εύκολα από το δύσκολο έργο του. Άσε που στο τέλος θα έβλεπε και θα άκουγε όλους να τον κοροϊδεύουν.
Αν κάποιος παίκτης κατά τη διάρκεια του παιχνιδιού αναγκαζόταν λόγω ανωτέρας βίας να εγκαταλείψει τη μίτζα του, φώναζε δυνατά: «σκατά στ' μίτζα κι στ' μυτ' γουρνάρ». Αυτό το έλεγε για να δεσμεύσει ήθικα το γουρνάρη, ώστε να μην του πιάσει τη μίτζα στη διάρκεια της ολιγόλεπτης και δικαιολογημένης απουσίας του.

 2) Η ΤΟΠΑ ΣΤ' ΑΛΩΝΙ  Ήταν κι αυτό ένα πολύ καλό παιχνίδι της παλιάς εποχής. Ονομάστηκε «τόπα στ' αλώνι», επειδή παιζόταν με μια τόπα (τόπι) μέσα σε ένα αλώνι(κύκλο). Το παιχνίδι ασκούσε μυαλό και σώμα. Άρεσε πολύ στα παιδιά, γι' αυτό και το έπαιζαν πολύ συχνά, σχεδόν καθημερινά, όταν ο καιρός τους το επέτρεπε.
Μοναδικό όργανο του παιχνιδιού μια τόπα και φυσικά ο απαραίτητος μεγάλος χώρος, το αλώνι. Η τόπα ήταν ένα μπαλάκι πάνινο, που το έφτιαχναν οι μανάδες ή και μόνα τους τα παιδιά, μάζευαν κουβάρι λίγα κουρελάκια, τύλιγαν το κουβάρι μ' ένα μεγαλύτερο πανί, το έραβαν με δυνατή κλωστή για ν' αντέχει στη χρήση και η τόπα ήταν έτοιμη. Το μέγεθος της δεν ξεπερνούσε το μέγεθος ενός κανονικού μήλου.
Ο αριθμός των παικτών και σ' αυτό το παιχνίδι δεν ήταν ορισμένος. Πάντως για να γίνει καλό παιχνίδι χρειαζόταν καμιά εικοσαριά παιδιά, αλλά και περισσότερα χωρούσαν. Χάραζαν στο έδαφος έναν κύκλο μεγάλο για να κινούνται άνετα μέσα τα μισά παιδιά. Γι' αυτό και το μήκος της ακτίνας του κύκλου εξαρτιόταν από τον αριθμό των παικτών. Την περιφέρεια του κύκλου τη χάραζαν στο έδαφος με ένα ξύλο ή μια μυτερή πέτρα. Αν ο τόπος δεν χαρασσόταν εύκολα, τότε σχημάτιζαν τον κύκλο με μικρές πετρούλες.
 Χωρίζονταν σε δυο ομάδες. Δυο παιδιά που είχαν καθιερωθεί ως ομαδάρχες αντίθετοι, «έβαζαν πόδια» για να μοιράσουν τους παίκτες. Δηλαδή έπαιρναν θέση κατά μέτωπο αντίθετοι ο ένας στον άλλον σε απόσταση 10-15 μέτρα. Από εκεί και εναλλάξ έφερνε ο καθένας με τη σειρά του την πτέρνα του ενός ποδιού στα δάκτυλα του άλλου ποδιού φωνάζοντας «βάνω, βάνω», ώστε να τηρείται η σειρά στην εναλλαγή των ποδιών. Εκείνος που θα πατούσε το πόδι του άλλου έπαιρνε προτεραιότητα στην επιλογή του πρώτου παίκτη, ακολουθούσε στην επιλογή ο δεύτερος ομαδάρχης, ώσπου μοίραζαν όλους τους παίκτες εξίσου. Καμιά φορά μερικοί παίκτες «κολλητοί» με τον έναν ή τον άλλο αρχηγό ζητούσαν να πάνε με την ομάδα του κολλητού τους χωρίς επιλογή.  Έτσι, εντάσσονταν δυο τρεις παίκτες στην κάθε ομάδα ισάριθμοι.
Αφού έτσι χωρίζονταν σε δυο ομάδες, έπρεπε τώρα να κανονίσουν ποια ομάδα απ' τις δυο θα έμπαινε μέσα στον κύκλο και ποια θα ήταν απ' έξω. Την κλήρωση την έκαναν απλούστερη και συντομότερη. Επειδή δεν υπήρχαν κέρματα, διάλεγαν μια πέτρα άσπρη  και επίπεδη, την έφτυναν απ' τη  μια μεριά και αυτός που θα την έστριβε ρωτούσε τους δυο ομαδάρχες ποια απ' τις δυο επιφάνειες της πέτρας προτιμούσε ως τυχερή, τη σαλιωμένη ή την ξεσάλιωτη. Μετά το στρίψιμο ο τυχερός διάλεγε φυσικά να παίξει με την ομάδα του έξω απ' τον κύκλο. 
Αναλυτικότερα το παιχνίδι παίζονταν ως εξής: Οι παίκτες της έξω ομάδας μαζεύονταν σ' ένα μέρος πιο πέρα από τον κύκλο κι εκεί  ένας απ' όλους στα κρυφά έπαιρνε την τόπα. Και αυτός και όλοι οι άλλοι έβαζαν τα χέρια σταυρωτά κάτω απ' τις μασχάλες και μέσα απ' το σακάκι ή το πουλόβερ ή τα έβαζαν στις τσέπες, όπως ήθελε καθένας και όπως τον βόλευε η ενδυμασία της στιγμής. 'Έτσι όλοι μαζί κατευθύνονταν προς την περιφέρεια του κύκλου και την καταλάμβαναν. Κύκλωναν τους μέσα αραιωμένοι.
Στόχος του παίκτη που κρατούσε την τόπα ήταν να χτυπήσει έναν από τους μέσα με την τόπα, χωρίς να πατήσει μέσα στον κύκλο. Οι μέσα προσπαθούσαν να ψυχολογήσουν τους έξω και να καταλάβουν ποιος απ' όλους κρατούσε «το όπλο». Αν τον καταλάβαιναν θα ήταν δύσκολο γι' αυτόν να πετύχει τον στόχο του. Μερικοί απ' τους μέσα έπαιρναν το ρίσκο να πλησιάσουν κάποιους απ' τους έξω, ώστε αν δεν κρατούσαν την τόπα να τους αχρηστεύσουν ως παίκτες.  Κάποια στιγμή με γρήγορη και ζυγισμένη κίνηση έβγαζε την τόπα αυτός που την κρατούσε και την έριχνε εναντίον συγκεκριμένου αντιπάλου. Αν τον χτυπούσε, ο χτυπηθείς ήταν υποχρεωμένος να βγει απ' το παιχνίδι.
Οι μέσα παίκτες μόλις έπεφτε η τόπα έσπευδαν να την πάρουν, για να χτυπήσουν κάποιον απ' τους έξω, οι οποίοι έτρεχαν ν' απομακρυνθούν γιατί αυτός που τυχόν θα χτυπούσε η τόπα, έβγαινε απ' το παιχνίδι. Καθένας απ' τους έξω προσποιούνταν πως αυτός κρατάει την τόπα, κάνοντας παραπλανητικές απόπειρες εκτόξευσής της, ενώ συγχρόνως όφειλε να προσέχει και τον συμπαίκτη του, που πραγματικά κρατούσε την τόπα, ώστε τη στιγμή που θα την έριχνε εναντίον των μέσα να σπεύσει κι αυτός ν' απομακρυνθεί, για να μην τον πιάσουν στον ύπνο οι μέσα και να ανταποδώσουν το χτύπημα σ' αυτόν,  χτύπημα που θα τον υποχρέωνε να βγει απ' το παιχνίδι και να το παρακολουθεί ως θεατής, αλλά ηττημένος πρώην παίκτης. Μερικοί έβγαζαν τα χέρια από τους κόρφους ή τις τσέπες τους, όπου κρατούσαν ή δεν κρατούσαν κρυμμένη την τόπα, και τα κουνούσαν αδιάφοροι κάνοντας βόλτες στην περιφέρεια του αλωνιού. Αυτό ήταν που μπέρδευε περισσότερο τους μέσα, οι οποίοι αναρωτιόταν: Να την έχει; Να μην την έχει; Αν την είχε γιατί θα την άφηνε από το χέρι του; Για να δυσκολευτεί στο ρίξιμο; Αν δεν την είχε γιατί να μην προσποιείται ότι την έχει κρύβοντας τα χέρια του; Δύσκολη ψυχολόγηση.
Τελικά με χτυπήματα από τους έξω και τους μέσα ο αγώνας συνεχιζόταν ωσότου να χτυπηθούν όλοι οι παίκτες της μιας από τις δυο ομάδες, η οποία θα ήταν και η ηττημένη. Προς το τέλος, ο αγώνας αποκτούσε ζωηρότατο ενδιαφέρον, καθώς οι παίκτες απέμεναν λίγοι και επομένως δύσκολοι στόχοι οι μέσα για τους έξω και αντιστρόφως.
Καμιά φορά τύχαινε να απομείνει ένας στην κάθε ομάδα. Αυτοί οι δυο ήταν κατά τεκμήριο οι ικανότεροι αντίπαλοι παίκτες, αφού κατόρθωσαν ν' αποφύγουν τα χτυπήματα των αντιπάλων και να παραμείνουν ως το τέλος αχτύπητοι. Γι' αυτό και η αγωνία κορυφωνόταν. Η μονομαχία εξελισσόταν σε τιτανομαχία. Και διαρκούσε πολλή ώρα. Ο έξω παίκτης δεν υπήρχε πια λόγος να προσποιείται, κρατούσε φανερά το όπλο του έτοιμος να ρίξει στον μέσα, αλλά και ο μέσα είχε ζωτικό χώρο να κινηθεί και να ελιχθεί, καθώς ήταν στη διάθεσή του όλο το αλώνι. Και ο έξω είχε πλεονεκτήματα ως μοναδικός παίκτης, αφού ρίχνοντας την τόπα, έστω και άστοχα, αυτή απομακρυνόταν γιατί δεν υπήρχαν άλλοι παίκτες να την πιάσουν εκτός από τον ένα που προσπαθούσε να την αποφύγει, οπότε έτρεχε μετά να την μαζέψει δίνοντας χρόνο στον αντίπαλο να απομακρυνθεί και να βρεθεί πέρα από το βεληνεκές του. Οι επιδοκιμασίες, οι αποδοκιμασίες, τα χειροκροτήματα, τα σφυρίγματα, τα γιουχαΐσματα έδιναν κι έπαιρναν από τους θεατές πρώην παίκτες.
 Τελικά κάποιος από τους δυο θα χτυπούσε τον άλλον και έτσι θα αναδείκνυε την ομάδα του νικήτρια. Και τώρα «ουαί τοις ηττημένοις». Όπως προέβλεπαν οι όροι του παιχνιδιού, αλλά και κατά τα συμφωνηθέντα λίγο πριν αρχίσει το παιχνίδι, οι παίκτες της ηττημένης ομάδας όφειλαν να πάρουν ζαλίγκα ή τουρκοκάβαλα τους νικητές και να τους πηγαίνουν δυο τρεις φορές πέρα δώθε από τη μια άκρη της λάκκας ως την άλλη. Στις διαδρομές οι νικητές προσπαθούσαν να μειώσουν και να πικάρουν τους ηττημένους. Τους φέρονταν και τους μιλούσαν σαν να ήσαν υποζύγια. Τους φώναζαν «Ουστ γαϊδουράκι μ'», «Ότσι μπλαράκι μ'», «του θκό μ' έχει γιρά καπούλια», «τούτο του θκό μ' είν' ντιπ αχαμνό» κλπ. Παρά τα σκληρά πειράγματα κανένας από τους ηττημένους δεν αρνούνταν να δεχτεί την ήττα του. Γιατί ήξερε πως αν αρνιόταν, για πάρα πολύν καιρό δε θα τον δέχονταν στα παιχνίδια. Θα ήταν ο αποδιοπομπαίος τράγος. Έτσι μάθαιναν να παίζουν και να χάνουν, όχι μόνο να κερδίζουν. Αυτά έχει η ζωή.

 β) ΕΣΩΤΕΡΙΚΑ ΠΑΙΧΝΙΔΙΑ
   Το χαρακτηριστικό των παιχνιδιών που παίζονταν μέσα στο σπίτι ήταν πως έπαιζαν αγόρια και κορίτσια μαζί. Ενώ θεωρούνταν αδιανόητο να παίξουν κορίτσια τη γρούνα ή την τόπα στ' αλώνι.
 1) ΤΛΟΥΠΟΦΑΝΑΚΙ: Η λέξη είναι σύνθετη και παράγεται από τις λέξεις τουλουπώνομαι (τυλίγομαι-κουκουλώνομαι) και φαίνομαι. Σημαίνει ότι κάποιος κουκουλώνεται, αλλά και φαίνεται.
Συγκεκριμένα: κάποια βροχερή μέρα, ένα χειμωνιάτικο βράδυ μαζεύονταν αρκετά παιδιά μέσα σε ένα δωμάτιο. Δε χρειαζόταν παρά μια λωρίδα σκούρο πανί ή το μαύρο κεφαλομάντηλο μιας γυναίκας του σπιτιού. Με αυτό έδεναν τα μάτια ενός παιδιού, ώστε να μη βλέπει καθόλου. Με δεμένα τα μάτια και απλωμένα τα χέρια προσπαθούσε να πιάσει και με την αφή ν' αναγνωρίσει τα άλλα παιδιά, τα οποία πρόχειρα κρύβονταν στο δωμάτιο.
  Ποιος όμως θα «κλουπουφανιάζονταν»; Αν δεν βρισκόταν εθελοντής, τότε οριζόταν με το «ριμπέρι το ριζό». Δηλαδή, όλα τα παιδιά έκαναν ένα κύκλο, έμπαινε στη μέση ένας και απάγγελνε μετρώντας τους τροχαϊκούς στίχους: το ριμπέρι το ριζό που ξεκούφανε το ζω καλαμιά να το χτυπήσει κόψε ξύλο κι έβγα όξω. Ενώ συγχρόνως με την πρώτη τονούμενη συλλαβή του δισύλλαβου μέτρου χτυπούσε ελαφρά στο στήθος τους παίκτες κατά σειρά, χωρίς να εξαιρεί τον εαυτό του. Σε όποιον αντιστοιχούσε η τελευταία συλλαβή (όξω), έβγαινε έξω από τον κύκλο. Έτσι ένας ένας έβγαιναν έξω. Ο τελευταίος τα φύλαγε. Με τον τρόπο αυτό και η διαδικασία της κλήρωσης γινόταν ένα ευχάριστο και αγωνιώδες παιχνιδάκι. Και το παιχνίδι άρχιζε.
Έδεναν τα μάτια στο παιδί που θα τα φύλαγε, αυτό έψαχνε στα τυφλά να πιάσει και ν' αναγνωρίσει τ΄ άλλα παιδιά. Εκείνα αμίλητα και αθόρυβα μισοκρύβονταν μέσα στο δωμάτιο, ενώ ο «τλουπουφανισμένος» με απλωμένα στα χέρια, σαν να υπνοβατούσε, γινόταν κάπως γελοίος, καθώς έπεφτε και σκόνταφτε πάνω σε διάφορα αντικείμενα του σπιτιού. Αν πλησίαζε κάπου επικίνδυνα του φώναζαν οι άλλοι τζίζ τζιζ κι εκείνος άλλαζε κατεύθυνση. Όταν τέλος έπιανε κάποιο παιδί το ψαχούλευε με τα χέρια του για να το αναγνωρίσει. Αν το αναγνώριζε, αυτό έβγαινε απ' το παιχνίδι. Αν αργούσε πολύ να πιάσει παιδί, τότε τον πλησίαζε κάποιο, προσποιούνταν πως έπεσε στα χέρια του τυχαίως, δεν έβγαζε κιχ και ανέμενε την αναγνώριση ή μη. Όταν τους έπιανε και τους αναγνώριζε όλους, τότε πλέον έβγαινε από το σκοτάδι. Τα φύλαγε άλλος.
Και αυτό το παιχνίδι ήταν χρήσιμο για την εποχή, καθώς τότε πολλές φορές οι άνθρωποι βρίσκονταν στην ανάγκη να ψάχνουν μέσα στο σκοτάδι να βρούν κάτι, να προβυζάξουν τα αρνοκάτσικα τα άγρια μεσάνυχτα χωρίς αχτίδα φωτός κλπ.

 2) ΠΌΣΑ ΑΣΤΕΡΙΑ ΕΧΕΙ Η ΠΟΥΛΙΑ: Τα παιδιά ανά δυο στέκονταν όρθια με τις πλάτες τους. Από εκεί έφερναν ανοιχτά τα χέρια τους προς τα πίσω, τα έπλεκαν στο ύψος των μπράτσων και τότε ο ένας με βαθειά επίκυψη έφερνε τον άλλον από πάνω στην πλάτη του να κοιτάζει το ταβάνι. Από τη θέση αυτή γινόταν ο εξής διάλογος με πρωτοβουλία του αποκάτω:
 - Πόσα αστέρια έχει η πούλια;
 - Πέντε κι ένα.
 - Γύρνα πάρε με κι εμένα
  Αμέσως μετά γύριζαν και ο από πάνω ερχόταν από κάτω. Συνέχιζαν έτσι με πολλές εναλλαγές, ώσπου κουράζονταν και σταματούσαν το παιχνίδι. Γύμναζε και δυνάμωνε το σώμα και αυτό το παιχνιδάκι. Τα παιδιά το απολάμβαναν.

 
  Ο θάνατος

Ο θάνατος όπως είναι φυσικό. Προξενεί θλίψη και ταραχή μεγάλη στους συγγενείς  και φίλους του αποθανόντος. Αν μάλιστα πεθαίνει νέος στην ηλικία άνθρωπος , τότε η λύπη είναι άφατη και η παρηγοριά πολύ δύσκολη. Όταν κάποιος αρρώσταινε βαριά και οι συγγενείς του φοβούνταν μην πεθάνει, μαζεύονταν και τον ξενυχτούσαν. Διηγούνται  πώς  στα παλιότερα χρόνια προσπαθούσαν να φοβίσουν το Χάρο για να μην έρθει και πάρει τον άνθρωπο τους.  Έβγαινε ένας  έξω  στην είσοδο του σπιτιού και έριχνε μια δυο ντουφεκιές. Οι ντουφεκιές θα μπορούσαν και το Χάρο να εμποδίσουν , αλλά και τον άρρωστο να σοκάρουν, ώστε να «γυρίσει » και να μην πεθάνει.  Άλλοι έκλειναν σφαλιστά τα πορτοπαράθυρα του σπιτιού, για να μην μπορεί να μπει από πουθενά ο Χάρος, ενώ ένας έσκυβε στην γωνία του τζακιού και ντουφεκούσε από την καμινάδα, ώστε ν΄αποκλεισθεί και η μόνη δίοδος για τον Χάρο. Η προσωποποίηση του χάρου είναι φανερή. Ήξεραν βέβαια πως αν είναι να έρθει ο χάρος, θα έρθει και δε θα προσπεράσει. Δεν ήθελαν όμως να παραδώσουν τον άνθρωπό αμαχητί.
Οι γέροντες και οι γριές γνωρίζοντας πως το τέλος τους πλησιάζει, φρόντιζαν να έχουν όλα τα απαραίτητα για το νεκροστόλισμα. Ρούχα, παπούτσια, σάβανο, τα φύλαγαν συνήθως μέσα σε κασέλα κλειδωμένη ώστε ούτε αυτά να φθείρονται ούτε οι νεότεροι και τα παιδιά του σπιτιού να βλέπουν και να σοκάρονται.
Το νεκροστόλισμα είχε τη διαδικασία του. Πρώτα πρώτα έπλεναν το νεκρό. Στο πλύσιμο παραβρίσκονταν άνθρωποι  που είχαν άμεση επαφή με το νεκρό, όταν ήταν ζωντανός. Γονείς, σύζυγοι, αδελφοί, αλλά και άλλοι ειδικοί και θαρραλέοι αναλάμβαναν το άχαρο αυτό έργο.  Αν ήταν νέα κοπέλα την έντυναν συνήθως σαν νύφη, ενώ αν ήταν νέος ανύπαντρος το στόλιζαν σαν γαμπρό. Τους έβαζαν τα προσωπικά τους αντικείμενα. Όπως γκλίτσα, ρόκα, ρολόι κλπ.
Το νεκρό τον τοποθετούσαν στη μέση του δωματίου πάνω σε πρόχειρο νεκροκρέβατο με το κεφάλι προς τη Δύση. Οι συγγενείς και φίλοι  έφερναν και άφηναν δίπλα στον πεθαμένο λουλούδια, αλλά και κάποιο φρούτο όπως μήλο, κυδώνι, πορτοκάλι, ρόδι. Αυτά τα έστελναν χαιρετίσματα στους δικούς τους πεθαμένους.
Πρόσεχαν να μην μπει γάτα μέσα στο δωμάτιο που είχαν τον πεθαμένο και προπαντός  να μην διαβεί η γάτα από πάνω του γιατί θα βρικολάκιαζε. Όταν τον σήκωναν έσπαγαν ένα πιάτο,  για να μην ξαναέρθει στην πόρτα τους ο χάρος.                       
 Στην κηδεία πήγαινε όλο το χωριό. Θεωρούσαν  και θεωρούν ιερή υποχρέωσή τους να συνοδεύουν το νεκρό στην τελευταία του κατοικία όλοι οι συγχωριανοί του.  Οι συγγενείς πενθούν τον άνθρωπό τους που έφυγε ανάλογα με το βαθμό συγγένειας και την ηλικία του. Αν ήταν νέος, το πένθος κρατούσε και τρία και πέντε χρόνια. Αν ήταν γέρος λιγότερο, στο χρόνο το πένθος αραίωνε.
Οι γυναίκες φορούσαν μαύρες φορεσιές και μαύρο μαντήλι χαμηλωμένο μέχρι τα μάτια. Οι άντρες φορούσαν και αυτοί μαύρο πουκάμισο και άφηναν  γενειάδα. Στο υπέρθυρο της εισόδου του σπιτιού κρεμούσαν μεγάλο μαύρο πανί με άσπρα τα αρχικά του μακαρίτη. Στις γιορτές και τα πανηγύρια οι πενθούντες δεν συμμετείχαν.
Έκαναν -και κάνουν- τρία τουλάχιστον επίσημα μνημόσυνα. Στις σαράντα μέρες από το θάνατο, στο εξάμηνο και το χρόνο. Τα μνημόσυνα ακολουθούσαν γεύματα που παρέθετε η οικογένεια σε πολλούς συγγενείς και φίλους.

                                              Το πένθος στην Ακαρνανία
Μετά το γάμο και τις χαρές η ζωή έχει και την άλλη όψη της, τη δυσάρεστη. Το δυσάρεστο γεγονός ενός θανάτου σήμαινε πένθος για όλο το χωριό. Γυναίκες ειδικές για τέτοιες τελετουργίες έτρεχαν για συνδρομή και ο πρώτος μαραγκός, χωρίς να του το ζητήσει κανείς, ετοίμαζε τη νεκρόσακα με δικά του υλικά και δεν διανοούνταν ποτέ κανείς να του προσφέρει αμοιβή.
Συχνά μιλούν για τον τρόπο που πενθούν οι κάτοικοι της Μάνης ή της Κρήτης ή για τα μοιρολόγια τους και τον τρόπο που κλαίνε και τιμούν τους νεκρούς τους και παραλληλίζοντας με τις συνήθειες της Ακαρνανίας σε τέτοιες περιπτώσεις, δεν υπερτερούν σε τίποτε απ’ τους γνωστούς σ’ όλη την χώρα Μανιάτικους θρήνους. Παλιά επί σαράντα ημέρες η πενθούσα οικογένεια δεν μαγείρευε. Κάθε νοικοκυρά του χωριού ετοίμαζε με τη σειρά της τη λεγόμενη “παρηγοριά” δηλ. φαγητό, ψωμί, κρασί κι αφού τους έστρωνε τραπέζι καθόταν κι έτρωγε μαζί για συντροφιά. Κι επειδή υπήρχε και έλλειψη αγαθών ήταν οικογένειες που την είχαν ανάγκη αυτή την “παρηγοριά”.
 Τα θρηνητικά στιχουργήματα, τα μοιρολόγια που λέγονταν από γυναίκες συνήθως ηλικιωμένες είναι κυρίως αυτοσχέδια ή και στιγμιαίας έμπνευσης από τις μοιρολογίστρες. Μερικά επικρατούν και μένουν. Ο Σπ. Ζαμπέλιας μας λέει: "Τα μοιρολόγια των γυναικών μας, θαυμαστά ελεγειογραφίας αριστουργήματα, αυτόφυτα της Ελληνικής ευαισθησίας προϊόντα, κινούσι τον θαυμασμό των ποιητών και εφελκύουσι των γραμματολόγων την προσοχήν, όσον ουδέν άλλο, έστω και το εντεχνότερον των λοιπών εξευγενισμένων και τετορνευμένων ημών στιχουργημάτων". Ένα μοιρολόι είναι:
                                             
1)Ρεζιά σου πέφτω μαύρη γη
   χατήρι να μου κάμεις
   τον μουσαφίρη που θα 'ρθεί                                        
   να μου τον συμμαζέψεις.
   Γιατί τον είχαμ' άρχοντα
   και καλομαθημένο.
   Στρώστου σεντόνια μαλακά
   και πουπουλένιο στρώμα.
   Τι στο κορμί του έχει πληγές
   και θα πονεί στο χώμα.

2)Η μάνα του Χάρου
   Ποιός έχει πέτρινη καρδιά, θέλω να μη ραϊσει,
   να ειπώ τραγούδι χλιβερό και παραπονεμένο
   μηδ' από χήρες τ' άκουσα μηδ' από παντρεμένες
   του Χάρου η μάνα τό 'λεγε τό 'σουρνε μοιρολόγι.
   "Πό 'χουν παιδιά ας τα κρύψουνε, κι αδέρφια ας τα φυλάξουν,
    γυναίκες των καλών ανδρών, να κρύψουνε τους άνδρες
    γιατί έχω γιό κυνηγητή, γιατί έχω γιό κουρσάρο,
    ούλο τις νύχτες περπατεί και τις αυγές κουρσέβει
    κι όθ' έβρει τρείς παίρνει τους δυο κι όθ' έβρει δυο τον ένα
    κι όθ' έβρει ένα μοναχό, κείνον τον ξεκληρίζει.

   - Ήλιε μου και τρισήλιε μου και κοσμογυριστή μου
    ψες έχασα μια λυγερή και ακριβοθυγατέρα
    να μην την είδες πουθενά να μην την απαντήσεις;

   - Εψές προψές την είδηκα στου Χάρου το σαράϊ
    ο Χάρος έτρωγε ψωμί κι η κόρη τον κερνούσε
    κι έτρεχαν τα ματάκια της σα μαρμαρένια βρύση
    κι έτρεμε κι η καρδούλα της σα μήλο μαραμένο...


    3) Ο Χάρος εβουλήθηκε να φκιάξει περιβόλι.
    Τ' όφκιαξε το καλόργωσε πιάνει να το φυτέψει.
    Βάνει τις νιές για λεμονιές, τους νιους για κυπαρισσια.
    Βάνει και τα μικρά παιδιά γαρούφαλα και βιόλες.
    Και βάνει και τους γέροντες τριγύρω για φράχτη.
    Θέ μου να πάαινα κι εγώ σε κειό το περιβόλι
    να ξεριζώσω λεϊμονιές να κόψω κυπαρίσσια
    να πάρω και στα χέρια μου γαρούφαλα και βιόλες
    και να γλυκοκουβέντιαζα στον τοίχο με το φράχτη.

          Και το πιο συνηθισμένο τοπικό μοιρολόγι είναι ετούτο:
          Τί χάλευες τί γύρευες σε τούτο περιβόλι.
          Εδώ φυτρών' ένα δενδρί που τρών οι πικραμένοι.
          Τρών οι μανούλες την κορφή, οι αδερφές τους κλώνους.
          Γυναίκες των καλών ανδρών αυτές το ξεριζώνουν.

  Κι όταν έξω ο μαραγκός του χωριού κάρφωνε και ετοίμαζε το σανιδένιο φέρετρο, μέσα οι γυναίκες μοιρολογούσαν κι έλεγαν:

                                5) Όξω σελώνουν τ΄ άλογο
                                κι όξω το καλιγώνουν
                                βάζουν τα πέταλα χρυσά
                                και τα καρφιά ασημένια.
                                Χίλιοι σελώνουν τ΄ άλογο
                                χίλιοι το καλιγώνουν
                                και χίλιοι σε παρακαλούν
                                να το καβαλικέψεις.
                                Τήρα μη σε γελάσουνε
                                και το καβαλικέψεις
                                τι όσοι το καβαλίκεψαν
                                ποτέ τους δε γυρίσαν.

  Και άλλα διάφορα μοιρολόγια που ξεχειλίζουν από πόνο και φαντασία, για το μυστήριο και το άγνωστο του θανάτου.

                 6) Θέλετε δένδρα ανθίσετε θέλετε μαραθείτε
                 στον ίσκιο σας δεν κάθομαι μηδέ και στη δροσιά σας.
                 Γιατί θα πάω στη λησμονιά, π’ αλησμονιέται ο κόσμος
                 που μάνες λησμονούν παιδιά κι οι αδελφές τ’ αδέρφια.

                 Εδώ σε τούτην εκκλησία σε τούτο μοναστήρι
                 ποιός ειν΄ ο κλειδοκράτος ποιος ειν΄ ο νοικοκύρης
                 να μου χαρίσει τα κλειδιά από το κοιμητήρι
                 ν΄ ανοίξω για να μπω κι εγώ σ΄ αυτό το περιβόλι
                 να ιδώ τους νιούς πώς χαίρομαι τις νιές πως καμαρώνουν
                 να ιδώ και τα μικρά παιδιά πως παίζουν και γελάνε.

                 Εβγήκα νύχτα στα βουνά ψηλά στα κορφοβούνια
                 βλέπω το χάρο νάρχεται στο γρίφο καβαλάρη.
                 Παίρνει τους νιούς απ΄ τα μαλλιά τους γέρους απ΄ το χέρι
                 και τα μικρούτσικα παιδιά στη σέλα αρμαθιασμένα.
                 - Χάρε μου για ξεπέζεψε εδώ στην κρύα βρύση
                 να φάν οι άρχοντες ψωμί και οι φτωχοί νεράκι
                 και τα μικρούτσικα παιδιά να παίξουν να γελάσουν.
                 Με ξεγέλασαν τα πουλια της Άνοιξης τ΄ αηδόνια.
                 Μούπαν ποτέ δεν αρρωστώ ποτέ δεν θα πεθάνω
                 και βγήκα νύχτα στα βουνά, νύχτα στα κορφοβούνια
                 κι ακούω τα πεύκα να βογκούν και τις οξιές να σκούζουν.
                 Ακούω μια ρούσα πέρδικα να ρίχνει τα φτερά της.
                 Τα πεύκα ειν΄ η μάνα μου και οι οξιές τ΄ αδέρφια
                 κι αυτή η ρούσα πέρδικα ήταν η αδερφή μου
                 Μοιρολογούσε κι έλεγε μοιρολογάει και λέει:
                 Δεν σ΄ είχα αδερφέμ για κλάματα
                 μηδέ για μοιρολόγια, σ΄ είχα για γάμο
                 για χαρές και για γλυκά τραγούδια.

Οι οικείες γυναίκες του πεθαμένου οπωσδήποτε έλεγαν μοιρολόγια στον άνθρωπό τους. Βέβαια υπήρξαν γυναίκες που διακρίνονταν στον αυτοσχεδιασμό μοιρολογιών. Είχαν μια καταπληκτική  ικανότητα  και ευχέρεια να στιχουργούν μοιρολόγια, αλλά και να τα τραγουδούν λυπητερά. Αυτές οι γυναίκες έκαναν «και τις πέτρες να δακρύζουν». Ο σκοπός του μοιρολογιού ήταν λυπητερός και μακρόσυρτος.

7)Στο θάνατο του συζύγου
 Δε σ' είχα γω για κλάματα ούτε για μοιρολόγια
 Σ' είχα να σ' έχω στήριγμα, κολόνα του σπιτιού μου.
 Κι ο χάρος σε αγάπησε κι ήρθε και σε πήρε
 και μου 'κλεισε το σπίτι μου, μου 'κοψε το κεφάλι.

8)Ο Χάρος Χαλαστής
Τ' απάνου κόσμου τα καλά ο χάρος τα χαλάει
Παίρνει τους νιούς παίρνει τις νιές,
χωρίς να τους ρωτάει.
Χωρίζει μάνες με παιδιά, γυναίκες απ΄ τους άντρες.

9)Αρνησιά
Πες μου καλέ μ΄ πότε θα 'ρθεις, πότε να περιμένω,
να σου 'χω γιόμα ζάχαρη, να σου χω δείπνο μέλι,
να σου χω και τα ρούχα σου έτοιμα για ν' αλλάξεις.
Εγώ ποτέ δεν έρχομαι να μη με καρτερείτε
Το γιόμα σου γιομάτιστο, το δείπνο δείπνισέ το,
όσο και για τα ρούχα μου βάλε φωτιά και κάψτα.

10)Οι Αδικοσκοτωμένοι
Για πάμε όλες οι απαθείς κι όλες οι παθημένες,
να χύσουμε τα δάκρια μας, να γίνει ένα ποτάμι,
και το ποτάμι ν' συρτό, να πάει στον κάτω κόσμο,
για να πληθούν οι αστόλιστοι, οι αδικοσκοτωμένοι,


                                   Το μοναστήρι του Αγίου Θωμά Εμπεσού Βάλτου
Δυτικά, ριζωμένο στους πρόποδες του όρους Μητσελίου του Ορεινού Βάλτου είναι το μοναστήρι του Αγίου-Θωμά. Φθάνει κανείς ως εδώ σχετικά εύκολα αφού ένα μικρό κομμάτι του δρόμου είναι χωματόδρομος.  Ένα πλούσιο μοναστήρι με μεγάλη έκταση με πλούσια κτηνοτροφία και πολλά κτήματα. Οι κάτοικοι μας πληροφόρησαν ότι πριν από 80 χρόνια περίπου ασκήτεψε εδώ κι ένας μοναχός ονόματι Σπύρος Μπούτας, που πέθανε στο μοναστήρι. Λέγεται, ότι είχε κτιστεί το 1700 περίπου. Δε γνωρίζουμε αν στα δύσκολα χρόνια της σκλαβιάς προσέφερε στους κατοίκους κάτι ή αν φιλοξένησε τους πολλούς και γενναίους κλεφταρματολούς της περιοχής. Κατά την εθνική αντίσταση στην κατοχή της χώρας στο Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο είναι γνωστό ότι ήταν στέκι των αντιστασιακών και των δύο οργανώσεων στα χρόνια που εφημέριος ήταν ο αείμνηστος παπά-Καραπάνος απ' τα Τοπόλιανα Ευρυτανίας.                                                                                                                                     Σήμερα βρίσκεται σε πολύ καλή κατάσταση και ο Ναός και τα γύρω οικοδομήματα (κελιά).
                                                                                                                                                                                                       Μοναστήρι του 1700, κτισμένο από τον αρματολό του Βάλτου, Καπετάν Σταθά, από το γειτονικό ιστορικό χωριό, το Σταθά. Υπέρθυρη επιγραφή, την οποία διάβασε ο Παπακυριακού γράφει: «Κτίτωρ Καπετάν Σταθάς 1700 Απριλίου 8 ». Είναι τρίκλιτη βασιλική με οκταγωνικό τρούλο. Στην είσοδο του λιθόκτιστου προαυλίου υψώνεται λιθόκτιστο καμπαναριό του 1800.      

Στο προαύλιο, δεξιά και αριστερά από την είσοδο υπάρχουν δύο υπόστεγα για τις κοινωνικές εκδηλώσεις που γίνονται στο μοναστήρι και για το πανηγύρι που γίνεται στη γιορτή του Αγίου Θωμά. Υπάρχουν ακόμη και κτίρια που χρησιμοποιήθηκαν ως κελιά σε εποχές δόξας του Μοναστηριού.

Στο ανατολικό μέρος του μοναστηριού βρίσκεται η Σπηλιά του Αγίου Θωμά, στην οποία, λέγεται, βρέθηκε η εικόνα του Αγίου Θωμά, για την οποία υπάρχουν και διάφορες παραδόσεις σχετικά με το κτίσιμο του μοναστηριού.





Επάνω ακριβώς από τη Σπηλιά έχει διαμορφωθεί τα τελευταία χρόνια ειδικός χώρος «ΤΟ ΑΓΝΑΝΤΕΜΑ ΤΟΥ ΚΑΠΕΤΑΝ ΣΤΑΘΑ» πανοραμική θέση για όλη τη γύρω περιοχή. Το μοναστήρι ήταν και η κύρια εκκλησία του Εμπεσού από το κτίσιμο του ως τη 10/ετία του 1980, οπότε κτίστηκε στο νέο χωριό ο Ιερός Ναός του Σωτήρος, ως κύρια εκκλησία του Εμπεσού.
Στον Άγιο Θωμά είναι και το κοιμητήριο του Εμπεσού από το κτίσιμο του Μοναστηριού. Τα τελευταία χρόνια η Νομαρχία Αιτ/νίας, ασφαλτόστρωσε το δρόμο ως το Μοναστήρι και η πρόσβαση έγινε άνετη και ευχάριστη, αφού είναι κτισμένο έξω από το χωριό, σε θέση που, κατά τα χρόνια της Τουρκοκρατίας, ήταν φαίνεται η πιο κατάλληλη.
Πολλοί προσκηνυτές συγκεντρώνονται στον Άγιο Θωμά στη Γιορτή Του (Κυριακή του Θωμά μετά το Πάσχα), οπότε γίνεται πανηγύρι με πολλή μεγαλοπρέπεια, με γλέντι και χορούς στο προαύλιο ολοήμερο, από πολύ παλιά.
Ο ναός σήμερα
Τα κελιά                                                                               Ο σταυρός

Το μοναστήρι της Παναγίας του Ρέθα
Το σημαντικότερο Μοναστήρι του Βάλτου είναι η Μονή Ρέθα που ανήκει στο Δημοτικό Διαμέρισμα Ανοιξιατίκου του Δήμου Αμφιλοχίας. Βρίσκεται κοντά στο όρος Θύαμο της οροσειράς του Μακρυνόρους και βορινά της Αμφιλοχίας.
Το μοναστήρι ήταν αξιόλογο, η εκκλησία βασιλικού ρυθμού εχει αξιόλογες αγιογραφίες και ξυλόγλυπτα. Το καθολικό του μοναστηριού, μέσα σε περίβολο κελιών, αρχιτεκτονικά ανήκει στον τρίκλιτο τετρακιόνιο σταυρεπίστεγο τύπο. Στεγάζεται με πέντε τρούλους, ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του μνημείου, έναν κεντρικό και από δύο σε κάθε κλίτος. Μοναδική είναι η παράσταση της αποκάλυψης στον εξωνάρθηκα και η επιβλητική σκηνή της Δευτέρας Παρουσίας, ενώ η θαυματουργή εικόνα της Παναγίας, «της Κυρίας του Βάλτου», με τον Χριστό δεσπόζει στον Ναό. Μέ τόν πρωτότυπο για την περιοχή αρχιτεκτονικό τύπο και την πλούσια και σπάνια εικονογράφηση (ο τροχός της ζωής, ο κυνοκέφαλος Άγιος Χριστόφορος, ο Εσταυρωμένος μοναχός, ο Άγιος Βάρβαρος) θεωρείται από τα αξιολογότερα μοναστικά κέντρα της Ακαρνανίας. Πρόσφατα εγκαταστάθηκε μικρή γυναικεία αδελφότητα.
Η μονή χρονολογείται στα τέλη του 17ου αιώνα και γιορτάζει στις 8 του Σεπτέμβρη. Στη διάρκεια της τουρκοκρατίας ήταν άσυλο ατόμων με ψυχικές παθήσεις, ακόμα και σήμερα διατηρούνται οι κρίκοι για την καθήλωση των ψυχασθενών. Στο μοναστήρι υπάρχουν 2 λειψανοθήκες που περιέχουν λείψανα των Αγίων Προκοπίου, Παρασκευής, Τρύφωνος, Ανδρέου του Ερημίτου, Αναστασίας, Κοσμά και Δαμιανού, Παντελεήμωνος, Βαρβάρας, Νικήτα, Χαραλάμπους και μεταξύ αυτών και ανώνυμών αγίων.
Στη χάρη της Παναγίας του Ρέθα πήγαιναν τους ψυχικά ασθενείς και φρενοβλαβείς για να ζητήσουν βοήθεια με τάματα και αναθέματα από την θαυματουργή εικόνα της. Δυστυχώς όμως πολλές φορές κατέληγαν να δένουν τους ασθενείς με αλυσίδες και σιδερένιους κρίκους στις κολώνες που υπάρχουν και σήμερα στον πρόναο σαν ένα φρικτό ενθύμιο εκείνης της εποχής. Συχνά ακουγόταν στο Βάλτο, αλλά και στην ευρύτερη περιοχή η φράση "ΕΙΣΑΙ ΓΙΑ ΤΑ ΡΕΘΑ". Για το λόγο αυτό ακόμα και σήμερα η λέξη , Ρέθα, ακούγεται με αποτροπιασμό.
                                                                                                                                                                                         Για να επισκεφτούμε το μοναστήρι της Παναγίας της Αρεθιώτισσας ανηφορίζουμε δεξιά του χωριού Ανοιξιάτικου Αμφιλοχίας διασχίζουμε, σχεδόν κατακόρυφα το Μακρυνόρος σε ένα άθλιο χωματόδρομο με στροφές και γκρεμούς και κατάκορφα συναντάμε ένα μικρό χωριό, Αγία Τριάδα καλούμενο, (οικισμός του Ανοιξιάτικου). Και έπειτα φθάνουμε στο μοναστήρι πίσω από το πυκνό δάσος.  Λέγεται ότι εδώ πέρασε αρκετό καιρό η Ζωή Ντιμισκή, η μητέρα του Γ. Καραϊσκάκη η καλόγρια, και ότι εδώ γινόταν και οι μοιραίες συναντήσεις της με τον Δ.ΚαραΪσκο που απ' την ένωσή τους προέκυψε ο μεγαλοφυής στρατηγός της Ρούμελης.  Άλλοι εκ παραδόσεως λένε ότι η Ζωή καλογύρεψε στον Αη-Γιώργη κοντά στην Καρδίτσα ή και στα δύο, κατά καιρούς μοναστήρια.                                                                                                            Είναι συχνές οι διχογνωμίες στην ιστορία.


 http://www.amfiloxia.gov.gr/Default.aspx?tabid=358
http://www.imaa.gr/index.php/2012-03-18-21-38-34/2010-12-04-15-43-33


 ΑΓΙΟΣ ΑΝΔΡΕΑΣ Ο ΕΡΗΜΙΤΗΣ
 
Ο Άγιος Ανδρέας ο Ερημίτης έζησε στους χρόνους του Δεσπότη της Ηπείρου Μιχαήλ Β’ Κομνηνού (1237-1271). Καταγόταν από το Μονοδένδρι της Ηπείρου. Επιθυμούσε την τέλεια αφιέρωση του στο Κύριο, εγκατέλειψε τα πάντα (σύζυγο, τέκνα και περιουσία) και πήγε στο Σπήλαιο στο όρος Καλάνα Βάλτου, κοντά στο χωριό Χαλκιόπουλο, όπου ασκήτευσε προσευχόμενος μέρα και νύχτα, βάζοντας σε δοκιμασία το σώμα του με νηστείες και κακουχίες. Στο σπήλαιο αυτό, ο Άγιος έζησε και τα υπόλοιπα χρόνια του βίου του «εν ψυχή και γημνότητι» και με προσευχή και νηστεία και φθάνοντας σε βαθιά γεράματα κοιμήθηκε στο σπήλαιο.
Τον θάνατο του Αγίου ανδρός, φανέρωσε ο κύριος με το εξής θαυμαστό γεγονός: «Λαμπάδες φωτός κατέβαιναν από τον ουρανό και σκέπαζαν τον τάφο του Αγίου Ανδρέα και ανέβαιναν πάλι στον ουρανό. Το θαύμα αυτό έπεσε και στην αντίληψη της Αγίας Θεοδώρας, Βασίλισσας της Άρτας, η οποία επισκέφθηκε το σπήλαιο με τη συνοδεία της και βρήκε το Λείψανο το οποίο ενταφίασαν με τιμές και στη συνέχεια με έξοδά της ανήγειρε ναό προς τιμή του Αγίου.
 Έκτοτε εορτάζεται η μνήμη του Αγίου Ανδρέα στις 15 Μαΐου.
Ο καθηγητής Βυζαντινής αρχαιολογίας Αθαν. Παλιούρας  αναφέρει: ''Το σπήλαιο έχει μικρό πλάτος και μέγα βάθος. Σε απόσταση δώδεκα μέτρων από το άνοιγμα υπάρχει χτιστή κόγχη που σε συνδυασμό με πρόχειρο νεότερο τέμπλο δημιουργούν το χώρο του ιερού. Η κόγχη φιλοξενεί μια εκπληκτική πλατυτέρα και τις μορφές τεσσάρων ιεραρχών που  συλλειτουργούν των Αγίων Βασιλείου, Χρυσοστόμου, Αθανασίου και Επιφανίου Κύπρου. Η πλατυτέρα
χωρίζεται από τους ιεράρχες με ταινία καστανού χρώματος, πάνω στην οποία γράφεται αλληγορικό κείμενο. Προσεκτική ανάγνωση του κειμένου αποκαλύπτει ιαμβικό ποίημα που αρχικά αποδόθηκε στο Βυζαντινό ποιητή Μανουήλ Φιλή ( 1275-1345 ), αλλά που ανήκει στον Κων/νο Μιχαήλ Ψελλό (1018-1078). Το περιεχόμενο του ποιήματος αποτελεί ύμνο στην Παναγία.Η κλασική και σπουδαία αυτή τέχνη ανήκει στον 14ο αιώνα''.

   
   

   


                    
Τα συγύρια του σπιτιού

Είναι όλα τα πράγματα που χρειάζονταν ένα παραδοσιακό αγροτικό σπίτι για όλες τις ανάγκες τις οικογένειας. Το σπίτι εκείνο ήταν μόνο μια απλή κατοικία. Ήταν συγχρόνως και χώρος οικοτεχνίας. Σ’ αυτό ζύμωναν και έψηναν το ψωμί, μαξούλευαν το γάλα, έγνεθαν το γνέμα και ύφαιναν τα ρούχα στον αργαλειό, έραβαν στη ραπτομηχανή, μπάλωναν τα ρούχα, έκοβαν τα ξύλα, έψηναν και άλεθαν τον καφέ και άλλα πολλά.
Ανάλογα ήταν και τα συγύρια του, για να ανταποκριθεί στον πολυσύνθετο ρόλο του. Συγύρια - αντικείμενα μικρά και μεγάλα, αλλά όλα πολύ αναγκαία.
Το καθένα απ' αυτά τα πράγματα, αλλά και οι εργασίες που γίνονταν με αυτά, είχαν τα ονόματα τους. Ονόματα- λέξεις που χάνονται μαζί με τα ίδια τα πράγματα, με το παραδοσιακό σπίτι, με την παράδοση μας, με την ιστορία μας.

Τα  συγύρια του σπιτιού αναφέρονται σε ενότητες ανάλογα με τη χρήση τους:
   1. Όσα χρησιμοποιούνταν για το ψωμί και το φαί.
   2. Για το νερό.
   3. Για το γάλα και τα προϊόντα του, για το μαξούλεμα.
   4. Για τα ρούχα.
   5. Για τον καφέ.
   6. Διάφορα.
Για το ψωμί και το φαί

    Αυτά ήταν:
το αμπάρι, ξύλινος χώρος με δυο χωρίσματα, όπου αποθήκευαν το σιτάρι και το καλαμπόκι.

η κασέλα, όπου έβαζαν το αλεύρι.

η σήτα, με τη σήτα κοσκίνιζαν το αλεύρι για να το ζυμώσουν. Μετά το κοσκίνισμα έμειναν τα απουσήτια, με τα
οποία έφτιαχναν ζυμάρι για τις κότες ή για τα γουρούνια.

το σκαφίδι, ξύλινο μονοκόμματο από πλάτανο, όπου ζύμωναν το ψωμί και τις πίτες.

το ταψί, χάλκινο, σ' αυτό έψηναν το ψωμί, τις πίτες και άλλα φαγητά, τάψα, το μεγάλο ταψί.

η γάστρα, κάτω απ' τη γάστρα έψηναν το ψωμί, τις πίτες και άλλα φαγητά.

η πυρουστιά, σιδερένια με τρία πόδια. Ήταν απαραίτητη και για τη γάστρα και για τις κατσαρόλες στη φωτιά.

η μάσια, απαραίτητη για τη φωτιά.

η τέντζερη, το κακάβι, κατσαρόλα χάλκινη , όπου έβραζαν διάφορα φαγητά στη φωτιά επάνω στην πυροστιά.

το καπάκι, χάλκινο σκέπασμα της τέντζερης και του κακαβιού.

το κακάβι, χάλκινο με χερούλι. Χρησιμοποιούνταν για βράσιμο φαγητών αλλά και για μεταφορά φαγητού στο
χωράφι.

σαγάνι(το),χάλκινο πιο βαθύ από πιάτο και χρησιμοποιούνταν ως πιάτο για πολύ φαγητό.

τ’γάνι (το τηγάνι), χάλκινο. Ήταν δύο ειδών: το ρηχό για τηγάνισμα αυγών κλπ. Και το βαθύ για κουρκούτη, τραχανά και άλλα φαγητά. Ένα είδος τηγανιού ήταν το βλαχοτήγανο, βαθύ τηγάνι με σπαστή τη λαβή του.

Όλα αυτά τα χάλκινα σκεύη ήταν με ένα όνομα τα χαλκώματα.

πλαστήρ' (το πλαστήρι), ξύλινο, μονοκόμματο από πλάτανο με λαβή. Κύρια χρήση του ήταν για να φτιάχνουν τα φύλλα  (τα πέτρα) για τις πίτες.

πιτρόβιργου (το πετρόβεργο),ο πλάστης. Ήταν φτιαγμένο από διάφορα ξύλα. Το όνομά του από τα πέτρα (τα φύλλα)   που έφτιαχναν στο πλαστήρι.

κάν(ι)στρα (η), ψωμοκάλαθο, φτιαγμένο από καλάμια και βέργες καναπίτσας (λυγαριάς).Έβαζαν το ψωμί για να μη μπαίνουν ζωύφια και για να παίρνει αέρα να μη χαλάσει.

χλιαρουθήκη (η χουλιαροθήκη),η κουταλοθήκη. Ξύλινη με θήκες. Το όνομά της από το χλιάρι (χουλιάρι),το κουτάλι και τις κουτάλες.

πιατουθήκη (η πιατοθήκη), ράφια στον τοίχο για τα πιάτα.
                                               

                                                   Για το νερό

βαρέλα (η), φτιαγμένη με δούγες από κέδρο ή δέντρο. Χρησίμευε για να καβαλάνε οι γυναίκες το νερό απ' τη βρύση.

μποτ' (το μπότι), πήλινη στάμνα για να διατηρείται δροσερό το νερό της βρύσης.

τσ' καλι (το τσουκάλι), χάλκινο. Για να πίνουν νερό ή με αυτό να σερβίρουν νερό στα μπικιόνια.

μπικιόνι (κύπελλο),αλουμινένιο.

μαστραπάς (ο),κανάτα γυάλινη.


                                                 Για το γάλα                                                              
     Σχετικά με το γάλα το σπίτι ήταν και τυροκομείο. Εκεί έφτιαχναν όλο μαξούλι: τυρί, κλοτσοτύρι, βούτυρο, μυζήθρα,  γιαούρτι και τσιαλαφούτι. Όλα στο σπίτι με ευθύνη της νοικοκυράς. Κι ήταν σοβαρή και λεπτή δουλεία. Το γάλα ήθελε πολλή προσοχή, γιατί εύκολα χαλούσε και τότε όχι μόνο αχρηστεύονταν, αλλά γινόταν και επικίνδυνο για την υγεία.
    Για το λόγο αυτό και όλα όσα χρειάζονταν για το γάλα και το μαξούλεμά του ήταν όλα ξύλινα, τα ''ξ(υ)λάγγεια''. Αυτά ήταν: η καρδάρα, το καδί ,το φουρλέτσι, η κάδη. Απαραίτητα ήταν ακόμα η τσαντίλα και τα τομαρια, δέρματα για το τυρί και το κλοτσοτύρι.

καρδάρα (η),και η μικρή το καρδάρι, ήταν φτιαγμένη με δούγες από κέδρο ή από δέντρο και με στεφάνια λαμαρινένια ή και ξύλινα. Στην καρδάρα άρμεγαν το γάλα στη στρούγκα και το μετέφεραν στο σπίτι. Αν ήταν λίγο το μετέφεραν με το καρδάρι, το οποίο είχε και λαβή. Εκεί το στράγγιζαν με την τσαντίλα. Το γάλα, κύρια τροφή της αγροτικής οικογένειας, το έτρωγαν γλυκό, όπως ήταν δηλ. άβραστο ,βρασμένο, γινωμένο και ξινόγαλο. Μετά το στράγγισα όσο δε χρειάζονταν να φάνε το έβαζαν σε μια καρδάρα, όπου είχαν κι άλλο από την προηγούμενη μέρα, ''για να γίνει'', να το κοπανίσουν. Εκεί ξίνιζε και έπηζε. Αυτό ήταν το γάλα το ''γινωμένο''. Το πάνω πάνω απ' αυτό, το πιο πηχτό, ήταν όλο βούτυρο.

καδί (το),φτιαγμένο κι αυτό με δούγες από δέντρο,  χρησίμευε μόνο για το κοπάνισμα. Κοπάνιζαν το γάλα το γινωμένο και έβγαζαν το βούτυρο. Το κοπάνισμα γινόταν πάντα πολύ πρωί και ρίχνοντας μέσα λίγο λίγο πολύ κρύο νερό. Αυτό που έμενε μετά το βούτυρο ήταν το ξινόγαλο. Το ξινόγαλο το έβραζαν κι έφτιαχναν το κλοτσοτύρι. Μετά το βράσιμο το στράγγιζαν στην τσαντίλα, όπου έμεινε το  κλοτσοτύρι. Το υγρό που έβγαινε, ''τον καπέτη'', το έδιναν για τροφή στα γουρούνια. Με το κλοτσοτύρι που έβγαζαν ''το χλωρό'', το ανάλατο δηλ. έφτιαχναν τις ''κλοτσοτρόπτες''. Το υπόλοιπο το αλάτιζαν στις κάδες και το έτρωγαν σαν το τυρί ''προσφάι'' δηλ.,το έβαζαν στον τραχανά, έφτιαχναν τ' γανιστο και σματούρα.

φουρλέτσι (το), γινόταν από έλατο το μακρύ ξύλο και από πλάτανο η βάση του που χτυπούσε το γάλα.

κάδη (η), γινόταν κι αυτή με δούγες από κέδρο ή δέντρο και με στεφάνια λαμαρινένια ή ξύλινα. Χρησίμευε για να γίνεται το γάλα για κοπάνισμα, για να αλατίζουν το τυρί και το κλοτσοτύρι, ώσπου να το βάλουν στα βαρέλια ή στα τομάρια (τυρί τουλουμίσιο) και για να φτιάχνουν το τσιαλαφούτι.

Από το γάλα προέρχονται οι λέξεις-ονόματα:
τρόγαλου (το τυρόγαλο),το υγρό που έβγαινε από την τσαντίλα, όταν στράγγιζαν το τυρί. Απ' το τυρόγαλο γινόταν με βράσιμο η μυζήθρα.

κουσ(ι)μάρ' (το κουσ(ι)μάρι),είδος φαγητού με χλωρό τυρί (ανάλατο - φρέσκο) ανακατεμένο με αλεύρι και γινόταν στο τηγάνι.

χλουρόπτα (η χλωρόπιτα), πίτα φτιαγμένη με χλωρό τυρί, ανάλατο.

κλουτσουτρόπτα (η κλοτσοτυρόπιτα), πίτα φτιαγμένη με κλοτσοτύρι ανάλατο.

γαλατόπτα (η γαλατόπιτα), πίτα με κουρκούτη με γάλα.
αλιυρόγαλου (το αλευρόγαλο), κουρκούτη με γάλα και αλεύρι, σαν κρέμα.

διαουρτόσπουρο (το γιαουρτόσπορο), η μαγιά γιαουρτιού για το πήξιμο του γιαουρτιού (της διαούρτης).

Για τα ρούχα: χοντρόρουχα και άλλα υφαντά

Αργαλειός (ο), το εργαστήρι της γυναίκας σε κάθε παραδοσιακό αγροτικό σπίτι. Σ΄ αυτόν έφτιαχναν τα χοντρόρουχα (τα τσιόλια) για το σπίτι: μαντανίες, απλάδια στρώσες, χιράμια, διαδρόμους, σαΐσματα και πάντες, σακιά, σακούλια, δισάκια κ.α. Όλα τα χοντρόρουχα (χοντροσκούτια από τα σκτια, τα ρούχα) αποτελούσαν το γίκο του σπιτιού.



Οι πάντες, υφαντές στον αργαλειό, ήταν για τη διακόσμηση του σπιτιού. (Δείγμα καλής υφάντρας και προκομμένης νοικοκυράς).
Αναγκαία συγύρια του σπιτιού και ιδιαίτερα της νοικοκυράς ήταν οι ρόκες, τα αδράχτια, οι άδραχτοι και τα σφοντύλια. Δεν εννοούνταν γυναίκα να μην ξέρει να γνέσει και να πλέξει. Μερικά, ρόκες και αδράχτια ήταν σκαλιστά, πραγματικά καλλιτεχνήματα.
Λανάρια (τα), ήταν απαραίτητα για την επεξεργασία του μαλλιού των προβάτων. Αυτά ήταν τα συνηθισμένα λανάρια. Άλλο είδος ήταν τα τουρκολάναρα, στα οποία λανάριζαν τα μαλλιά που προορίζονταν για τα δίμ’τα.
Η επεξεργασία του μαλλιού γίνονταν με τις εξής ενέργειες :
·         Το πλύσιμο, το οποίο γίνονταν στο καζάνι, όπου έβραζαν το νερό και έπλυναν το ποκάρι για να φύγει ο πίγκος,
·         Το ξάσιμο, το οποίο γίνονταν με τα χέρια,
·         Το λανάρισμα, που το ετοίμαζαν για να γίνουν οι τουλούπες,
·         Το γνέσιμο, με τις ρόκες και  τ’ αδράχτια κι ύστερα η ανέμη, τα μ’τάρια, τα χτένια, η σαΐτα στον αργαλειό.
·         Κόπανους (ο κόπανος), από ξύλο μονοκόμματο πλατανίσιο για το πλύσιμο των χοντρόρουχων.
·         Σκαφίδα (η), από ξύλο ή λαμαρίνα για το πλύσιμο των ρούχων.
·         Καλάθ’ (το καλάθι), πλεχτό από βέργες λυγαριάς (καναπίτσας). Έβαζαν τα ρούχα, ασπρόρουχα κυρίως, όταν τα έπλεναν με αλισίβα.

Για τον καφέ: φιλοξενίας συγύρια
Ψήστρ’ς (ψήστρης), έψηναν τον καφέ στη φωτιά στο τζάκι γυρίζοντας τον συνέχεια ώσπου να ετοιμαστεί.
μύλους (ο μύλος) ή καφόμπλους (καφόμυλος), μετά το ψήσιμο τον άλεθαν στο μύλο.
Καφουκούτ’ (το καφοκούτι), κουτί τσίγγινο με δύο χωρίσματα, ένα για τη ζάχαρη κι ένα για τον καφέ. Το καφοκούτι μαζί  με τα μπρίκια και της κίκαρες (τα φλιτζάνια) ήταν όλα μαζί τα καφόμπρικα. Δεν εννοούνταν σπίτι χωρίς αυτά. Και πάντα θα υπήρχε καφές. Μπορεί οι ίδιοι να μην είχαν να πιουν καφέ, αλλά για τους ξένους θα υπήρχε και καφές και γλυκό της κούπας και ρακί. Η νοικοκυροσύνη της γυναίκας και του σπιτιού κρίνονταν απ’ αυτά. Απ’ αυτά κι απ’ το φαγητό στους μουσαφίρηδες. Τους έκτακτους περαστικούς επισκέπτες. Ήταν αρχή βασική, αρχή φιλοξενίας. Ο μουσαφίρης, όποια ώρα κι αν έρχονταν, θα  ‘πρεπε να φάει καλό φαί και να πιει καφέ.



Διάφορα
Λάμπες(οι), η πρόχειρη λάμπα ήταν με τσίγκο, χωρίς λαμπόγυαλο και οι λάμπες με τα λαμπόγυαλα, η στρωτή και πιο όμορφη η ψηλή
Σίδερο (το), με κάρβουνα
Σφράιση (η), ξύλινη μεγάλη «σφραγίδα» για τις λειτουργιές και τα υψώματα, τα ειδικά ψωμιά που πηγαίνουν οι γυναίκες στην εκκλησία, τις λειτουργιές για τους νεκρούς και τα υψώματα για τους εορτάζοντες.
Σαρμανίτσα (η), ξύλινη κούνια για να κουνάνε τα βρέφη για να κοιμηθούν. Σ ‘αυτή όλοι στις παλιότερες εποχές άκουσαν τα γλυκά νανουρίσματα της μάνας και έπεφταν όμορφα στον ύπνο.
Φουρτσέρι (το μπαούλο),απαραίτητο σε κάθε σπίτι. Σ’ αυτό οι νοικοκυρές είχαν τα διάφορα μικροπράματα που χρειάζονταν κάθε φορά. Τα μπαούλα με ασπρόρουχα, πετσέτες κτλ. ήταν απαραίτητα μαζί με τα άλλα προικιά στις κοπέλες που παντρεύονταν.
Κόσκ(ι)νου (το κόσκινο), χρειαζόταν οπωσδήποτε στο αλώνι, για να κοσκινίζουν το καλαμπόκι, άλλα και στο σπίτι για να φτιάχνουν τραχανά.
Δριμόνι (το), είδος κόσκινου, άλλα όχι με τρύπες, με σύρματα. Το χρησιμοποιούσαν για να καθαρίσουν το σιτάρι από το αγριοκόκι και τα άλλα μικροαντικείμενα, άλλα και στο σπίτι, για να φτιάχνουν τραχανά ψιλό.
Στατέρ’ (το στατέρι), για να ζυγίζουν τα διάφορα βάρη σε πάρα πολλές περιπτώσεις. Είδη στατεριού είναι: η παλάντζα, για να ζυγίζουν βάρη που έβαζαν απάνω στο δίσκο και μικρότερα από εκείνα που ζυγίζουν με στατέρι, το στατεράκι ή κλεφτοστάτερο με το οποίο ζυγίζουν πολύ μικρά βάρη.
Τσιμπίδα (η), για να πιάνουν τα κάρβουνα, συνήθως για να ανάβουν το τσιγάρο, όταν κάθονταν κοντά στο τζάκι.
Εικονοστάσι (το), ξύλινο, όπου τοποθετούσαν τις εικόνες του σπιτιού (του Χριστού, της Παναγίας, του Αγίου του χωριού και του Αγίου που έφερε το όνομα του πατέρα του  σπιτιού) και το καντήλι, το οποίο άναβαν παραμονή το βράδυ και πρωί κάθε Κυριακής και γιορτής.
Βιλόνις (οι βελόνες) για τα διάφορα πλεκτά, που ήταν πολλά και αναγκαία (τσουρέπια, μπλούζες, φανέλες, γιλέκα, κ.α.) και το βιλονάκι που έπλεκαν σάλια και μπέρτες.
Βιλόνια (τα βελόνια) μαζί και δακτυλήθρες και οι κοβαρίστρες, απαραίτητα σε κάθε γυναίκα για το μπάλωμα.
Σακουράφα (η σακοράφα) βελόνι αρκετά μεγάλο για να μπαλώνουν τα σακιά, απ’ όπου πήρε και το όνομα της.
Κουπίδια και βελόνες (τα κουπδουβέλονα) ,χρήσιμα για να σολιάζουν τα παπούτσια και να φτιάχνουν τρύπες σε διάφορα αντικείμενα, κυρίως δερμάτινα.
Σκεπάρνι, καλ(ι)βουσφυρ’, τανάλια, εργαλεία της ίδιας κατηγορίας για το πελέκημα των ξύλων, το κάρφωμα και το ξεκάρφωμα με τις πρόγκες.
Τσικούρ’ (το τσεκούρι), τελείως απαραίτητο για το κόψιμο και το σκίσιμο των καυσόξυλων, αφού στο παραδοσιακό σπίτι οι ίδιοι – και κυρίως οι γυναίκες – πήγαιναν στο δάσος και στο λόγκο κι έφερναν τα καυσόξυλα.
Πριόνια (τα), απαραίτητα για να κόβουν τα ξύλα .
  

     
  
Τα ξύλινα σκεύη ζυμώματος: (σκαφίδι και πλαστήρι και το πετρόβεργο)



Ο /αλκωματένιος τέντζερης με το καπάκι του: (κατσαρόλα)
Η λαϊκή παροιμία λέει: «κύλισε ο τέντζερης και βρήκε το καπάκι...».
 • Κακάβια /αλκωματένια: σ’ αυτά πολλές φορές άρμεγαν και εν συνεχεία έβραζαν το γάλα.
 Σημείωση: τα χαλκωματένια σκεύη (ταψιά, καζάνια, τεντζερέδες, κακάβια, τηγάνια, σάνια κ.λ.π.) έπρεπε να είναι γανωμένα για να μην δηλητηριάζεται ο κόσμος. Γι’ αυτό και τα πήγαιναν μια φορά το χρόνο στους γανωτήδες,
γανωματήδες η καλαντζήδες.










Παραδοσιακός μύλος αλέσματος καφέ:                                  Τα /αλκωματένια καζάνια: Χρησιμοποιούνταν κυρίως
μ’ αυτόν άλεθαν το κριθαρένιο κυρίως καφέ.                             για μαγείρεμα φαγητού σε γάμους και πανηγύρια, για
να λιώνουν το γουρούνι τα Χριστούγεννα και να
βγάζουν τη λίπα και τις τσιγαρίδες, για να βράζουν το στάρι του γλυκού τραχανά, να βάφουν τα ρούχα κ.λ.π.


Η γάστρα: « φορτωμένη» ήταν ο φούρνος μέχρι που ήρθαν οι στόφες (σόμπες ξύλου που είχαν και χώρο για ψήσιμο) και αργότερα οι ηλεκτρικές κουζίνες. Στη γάστρα έψηναν το ψωμί, τις πίτες, τον πλαστό και τα αρνί και το κατσίκι, τις λειτουργιές και τα γλυκά ταψιού.



Η Βαρέλα: συνήθως από κέδρινο ξύλο φτιαγμένη, ήταν το κύριο μέσο μεταφοράς πόσιμου νερού από τη βρύση στο σπίτι. Κάπου έξω από το κάθε σπίτι υπήρχε ειδική θέση υπερυψωμένη που έβαζαν τη βαρέλα με το νερό για να μπορούν να τη γυρίζουν και να παίρνουν το νερό στην κανάτα, στο τσουκάλι ή σε άλλα δοχεία.








Εδώ διακρίνουμε το σκαφίδι, το πλαστήρι, τις σίτες, το πετρόβεργο και την τάβλα. Ήταν εργαλεία για το κοσκίνισμα και το σίτισμα του αλευριού, το ζύμωμα του ψωμιού, το άνοιγμα του φύλλου για τις παραδοσιακές πίτες και τα γλυκά με «πέτρα». Η κρεμασμένη αρμάθα δεν είναι φύλλα καπνού, αλλά κουτσουπιάς που τα έβαζαν στο πλαστήρι και απάνω τους άπλωναν το ψωμί ή την κουλούρα για να μη σταχτώνεται από τη γωνιά.









Η παραδοσιακή σφραγίδα με την οποία σφράγιζαν τη λειτουργιά.

Σκαφίδια για το πλύσι»ο των ρούγων: χρησιμοποιούνταν και για το πλύσιμο του κορμιού.
Ο κόπανος εργαλείο για το κοπάνισμα των ρούχων στο πλύσιμο ή για το στούμπισμα του καλαμποκιού.










             

                                                Γεωργικό λεξιλόγιο

    Το γεωργικό λεξιλόγιο περιλαμβάνει τις λέξεις που χρησιμοποιούσαν παλιά οι γεωργοί για την επικοινωνία τους. Οι περισσότερες απ' αυτές έπαψαν πια να είναι σε χρήση, αφού δεν υπάρχουν και τα αντίστοιχα εργαλεία. Το όργωμα δε γίνεται με το ζευγάρι.

αλέτρ (το αλέτρι), ξύλινο με γυνί σιδερένιο. Το αλέτρι το χρησιμοποιούσαν στο σπάρσιμο και όταν το χωράφι ήταν πολύ μαλακό.

αλιμαργιές (οι αλαιμαργιές), λαιμαργιές, τις φορούσαν στο λαιμό των αλόγων ή των μουλαριών όταν όργωναν ή έσπερναν ή σβάρνιζαν.

αλώνι (το), ειδικό μέρος όπου αλώνιζαν το σιτάρι ή ξεφλούδαγαν και στούμπιζαν το καλαμπόκι. Τα καλά αλώνια ήταν λιθόστρωτα, τα πετράλωνα.

αρέλιγους (ο αρέλεγος), είδος κόσκινου για το σιτάρι με συρμάτινο το επίπεδο μέρος.

αυλακιά (η),το μέρος που άνοιγε κάθε φορά το αλέτρι ή η μηχανή. Αυλακιές έφτιαχναν στο χωράφι με το τελείωμα της σποράς, που χρειάζονταν για το πότισμα.

βαντάκια (τα), μικρά δεμάτια καλαμποκιάς με το μέρος από τον καρπό και πάνω. Τα καλαμπόκια βοντακίζονταν, όταν ωρίμαζε αρκετά ο καρπός κι όταν ξεραίνονταν οι καλαμποκιές, δένονταν τα βαντάκια και αποθηκεύονταν για τροφή των αλόγων το χειμώνα.

βαρέλι (το), για το νερό των γεωργών στο χωράφι, όπως και το ασκί.

βιδούρα (η), ξύλινο δοχείο για το μέτρημα του καλαμποκιού στο αλώνι, μέτρο βάρους. Η χωρητικότητα της ήταν 9 οκάδες.
2 βιδούρες =μια καρδάρα =18 οκάδες
2 καρδάρες =ένας κάδος=36 οκάδες
2 κάδοι =1 φόρτωμα =72 οκάδες

βουκέντρα (η), μακρύ και λεπτό ξύλο με μύτη στην άκρη για το κέντρισμα των βοδιών στο όργωμα.

βουτανίζου (βοτανιζω), βγάζω τα βότανα, τα αγριόχορτα από το καλαμπόκι ή από άλλα σπαρτά.

βρίζα (η), η σίκαλη. Ο μακρύς βλαστός της χρησίμευε για στέγη (στέγαση) των καλυβιών.

Βρόμη (η), δημητριακό που καλλιεργούνταν για τον καρπό της, που ήταν η καλύτερη τροφή των αλόγων.

Διβουλίζου (διβολίζω), οργανώνω για δεύτερη φορά ένα χωράφι. Η εργασία λέγεται δίβουλος ή διβόλισμα και γινόταν συνήθως με το ξύλινο αλέτρι και κάθετα προς το αρχικό όργωμα.

Δικριάνι (το), γεωργικό εργαλείο ξύλινο (συνήθως) για το καθάρισμα του σιταριού από το άχυρο στο αλώνι.

Δμήνι (το διμήνι), ποικιλία σιταριού που γίνεται σε ένα δίμηνο.

Δράβια (τα), γεωργικά εργαλεία για το στούπισμα του καλαμποκιού στο αλώνι και το βγάλσιμο από τα κότσιαλα.

Δριμόνι (το), είναι με άλλο όνομα ο αρέλεγος.

Δριπάνι (το δρεπάνι), για το θέρισμα του σιταριού, της βρόμης, του κριθαριού και της σίκαλης.

Ζεύλις (οι ζεύλες), έπιαναν στο λαιμό των βοδιών.

Ζ(υ)γός (ο ζυγός), απαραίτητος για να κινούνται τα βόδια μαζί στο όργωμα.

Κάδους (ο κάδος), με βάρος (χωρίς να υπάρχει συγκεκριμένο μέτρο) ίσο με 36 οκάδες (4 βιδούρες).

Καλαμπόκι (το), ο καρπός και το φυτό.

Καλ(ι)βώνου (καλιβώνω), πεταλώνω άλογο ή μουλάρι.
Καμτσίκι (το), λουρί μήκους 1,5 μέτρου περίπου, πλεγμένο στα τρία και δεμένο στην άκρη ενός ξύλου, με το οποίο χτυπούσαν τα άλογα κατά το όργωμα.

Καπίστρ’ (το καπίστρι), για τα άλογα. Με αυτό τα κατευθύνουν ή τα σέρνουν.

Κότσιαλα (τα), τα κοτσάνια απ’ τα καλαμπόκια, όταν βγάλουν τα σπυριά το καλαμπόκι με το στούμπισμα στο αλώνι.

Κουσκ(ι)νάου (κοσκινίζω), κοσκίνιζαν τα καλαμπόκι με το κόσκινο για να βγάλουν ό,τι άχρηστο. Το ίδιο ρήμα χρησιμοποιείται για το αλεύρι με τη σήτα.

Μηχανή (η), σιδερένιο αλέτρι για όργωμα.

Μσιακό (το μεσιακό χωράφι), γινόταν με τους εξής όρους: ο ένας έβαζε το χωράφι και ο άλλος τη δουλειά όλη. Όλα τα άλλα (σπόρους, λιπάσματα κ.α.) μαζί και μοιράζονταν τη σοδειά.

Ξαλών(ι)σα, τελείωσα με τις δουλειές στο αλώνι.

Ξιφλουδάου (ξεφλουδίζω), βγάζω τα φύλλα απ’ τις ρόκες, το ροκόφυλλα στο αλώνι.

Ουργώνου (οργώνω), καλλιεργώ το χωράφι με μηχανή, το ξεκίνημα της καλλιέργειας.

Παλαντζέτα (τα), συνδέουν τη μηχανή ή το αλέτρι με τα άλογα με τα τραβτά.

Παρασπόρ (το παρασπόρι), ένα μικρό καλλιεργημένο χωράφι.

Πιτσούρ’ (το), μικρό χωραφάκι, μια γωνιά χωραφιού.

Ρόκα (η), το φυτό της καλαμποκιάς και ο καρπός μαζί με το κότσιαλο.

ρουκιά (η),το χωράφι που ήταν σπαρμένο καλαμπόκι μετά το μάζεμα του καλαμποκιού.

σαμάρ' (το σαμάρι), για το φόρτωμα των αλόγων, των μουλαριών ή των γαιδάρων. Γίνεται από ειδικούς τεχνίτες με ξύλα, δέρμα ή λινάτσα και άχυρο.

σαμαρουσκούτ' (το σαμαροσκούτι), ρούχο, σκουτί ειδικά φτιαγμένο για κάτω από το σαμάρι.

σβάρνα (η), φτιαγμένη με ξύλα ειδικά, χρησίμευε για το στρώσιμο του χώματος μετά το όργωμα και τη σπορά.

σβαρνάου (-ω), στρώνω το χώμα στο οργωμένο ή το σπαρμένο χωράφι. Ουσ. το σβάρνισμα, η ενέργεια του σβαρνάω. Παλιά το σβάρνισμα ήταν η χαρά των παιδιών, ήταν παιγνίδι.

σκαλουκόβου (σκαλοκόβω), αλλάζω τη ροή του νερού στο αυλάκι που ποτίζω τα καλαμπόκια ή άλλα σπαρτά.

σκάλους (ο σκάλος), το σκάλισμα του καλαμποκιού, των φασολιών ή των κουκιών. Ήταν η πιο δύσκολη και κουραστική γεωργική δουλειά.

σπουρίτις (οι σπουρίτες), ρόκες που μετά το ξεφλούδισμα τις κρατούσαν για να βγάλουν σπόρο για την επόμενη χρονιά.

στατέρ' (το στατέρι), απαραίτητο για τις δοσοληψίες σε καλαμπόκι, σιτάρι κτλ.

στμπάου (στουμπάω), το στούμπισμα γινόταν με τα δράβια στο αλώνι, μετά το ξεφλούδισμα του καλαμποκιού. Οι στουμπστάδες ήταν γεροδεμένοι άνδρες και ήταν χωρισμένοι σε δυο παρέες.

τραβτά (τα), είναι τα σχοινιά που ενώνουν το αλέτρι με τ' άλογα και με τα οποία ο γεωργός κατεύθυνε το ζευγάρι.

τσιβουλίζου (τριβολίζω) ,οργώνω για τρίτη φορά το χωράφι για να τριφτούν εντελώς οι μπλάνες (σβόλοι).

τρίβουλος (ο τρίβολος), το τρίτο όργωμα σ' ένα χωράφι, για να γίνει το χώμα ψιλό, χωρίς σβόλους, έτοιμο για σπορά.

τσιουγκριάνα (η), τσουγκράνα ξύλινη για να ξεχωρίζουν τ' άχυρο ή τα κότσαλα απ' τον καρπό.

φκυάρ' (το φτυάρι), ξύλινο φτυάρι για να μαζεύουν το καλαμπόκι ή το σιτάρι στο αλώνι. Φτιαγμένο από μονοκόμματο ξύλο πλατάνου.

φόρτουμα (το φόρτωμα),το φόρτωμα είναι 72 οκάδες. Πολλές συναλλαγές των γεωργών γινόταν, όχι με βάση το ζύγισμα άλλα με αυτές τις έννοιες. ''Χρωστάου ένα φόρμουμα σ(ι)τάρι, έναν κάδο (36 οκ.),μια καρδάρα (18 οκ.)''

χέρσου (το χέρσο), χωράφι ακαλλιέργητο.

χιρόβουλου (το χερόβολο), ένα δεμάτι σιτάρι θερισμένο. Με το θέρισμα τα χερόβολα στήνονταν στο χωράφι δεμένα ώσπου να μεταφερθούν στο αλώνι για το αλώνισμα.

ψάν(ι)σαν, ωρίμασαν. Το ρήμα αναφέρεται κυρίως για τις ρόκες, το καλαμπόκι. Αναφέρεται επίσης και για τα μποστάνια: καρπούζια, πεπόνια κτλ.

 Κτηνοτροφικό λεξιλόγιο
                                                                                                                                                                                             
     Το κτηνοτροφικό λεξιλόγιο, είναι το λεξιλόγιο που χρησιμοποιούσαν οι κτηνοτρόφοι και οι αγρότες γενικώς στην παραδοσιακή κτηνοτροφία. Αναφέρεται στην εποχή που οι τσοπάνηδες με τ' ασκί και με την κάπα πήγαιναν κοντά στα γίδια και στα πρόβατα. Τότε που άρμεγαν στην καρδάρα κι έπιναν αφρό χωρίς το φόβο του μελιταίου. Τότε που οι γυναίκες μαξούλευαν μόνες τους το γάλα στο σπίτι. Σίγουρα πολλές από αυτές τις λέξεις επιβιώνουν ακόμη στη γλώσσα και των σημερινών κτηνοτρόφων μας, όσο κι αν διαφοροποιήθηκαν οι συνθήκες.
Οι λέξεις γράφονται όπως λέγονταν (ή όπως λέγονται κάποιες ακόμη) και αποκαταστημένες στη νεοελληνική. Στη συνέχεια ερμηνεύονται.





αγκλίτσα (η γκλίτσα), το ειδικό έμβλημα του κτηνοτρόφου. Τη χρησιμοποιούσε τόσο για να στηρίζεται όσο και για να πιάνει από τα πόδια τα γίδια ή τα πρόβατα. Μερικές -αγκλίτσα και αγκλιτσόξυλο-  ήταν πραγματικά καλλιτεχνήματα.

αλαταριές(οι), πέτρες μεγάλες και επίπεδες από μια πλευρά όπου έριχναν το αλάτι και έρχονταν τα γίδια και έτρωγαν. Κάθε κοπάδι είχε τις δικές του αλαταριές και δεν επιτρέπονταν σε καμιά περίπτωση να ταΐσει άλλος βοσκός τα δικά του.

Ανακατώνουντει (ανακατώνονται), ζευγαρώνουν. Η λέξη χρησιμοποιούνταν για ν' αποφευχθεί η λέξη μαρκαλιώνονται ή βατεύονται.

αναχαράζει, μηρυκάζει.

Απόρξει (απόρριξε), απέβαλε η γίδα ή προβατίνα κτλ.

Απουκόβου (αποκόβω), εμποδίζω και σταματώ οριστικά τα κατσίκια ή τ' αρνιά να βυζαίνουν. Στα κατσίκια γίνονταν με τα σαλιβάρια ή με το χωρισμό τους για λίγο καιρό και στ' αρνιά με το βάψιμο των μαλλιών τους από πάνω.

αρμ' (η άρμη),το αλμυρό υγρό στα βαρέλια με το τυρί ή στα τουλούμια (τα τουμάρια), όπου έβαζαν το τυρί μετά το πήξιμο και το αλάτισμα.

Άρμιγμα (το άρμεγμα), γίνονταν στη στρούγκα, όπου περνούσαν μια μια οι γίδες ή οι προβατίνες στο στουγκόλ(ι)θου και τις άρμεγαν στην καρδάρα. Ρ. αρμέω, αορ. άρμεξα.

αρμάδα(η),το θηλυκό αρνί. Παράγωγα: αρνιακό, το δέρμα του αρνιού, αρνίσιο, το κρέας του αρνιού.

Αρνουπόκι (το αρνοπόκι),το ποκάρι (το μαλλί) από το αρνί. Μαλλί μικρής αξίας, γιατί ήταν κοντό.

Αρτμή (η αρτυμή), κλοτσοτύρι ή τρίμματα τυριού που έπαιρναν συνήθως μαζί τους οι τσοπάνηδες για να τρώνε κοντά στο κοπάδι.

ασκί(το), δέρμα από αρνί ή κατσίκι κατεργασμένο για να παίρνουν νερό μαζί τους οι τσοπάνηδες, τότε πήγαιναν όλη μέρα κοντά στο κοπάδι. Ήταν δυο ειδών :το απλό ασκί και ο ματαράς.

αφρός(ο),ο αφρός που έκανε το γάλα στην καρδάρα με το άρμεγμα. Παλιότερα τα παιδιά χαίρονταν να βρεθούν στο άρμεγμα και να πιουν αφρό.

βάκρα(η), προβατίνα άσπρη με μαύρο κεφάλι και μαύρα πόδια, ουδ. το βάκρο.

βαλμάς(ο), ο βοσκός κοπαδιού αλόγων.

βαρβατίλα(η), η μυρωδιά από βαρβάτα ζώα, κυρίως γίδια την εποχή που ζευγάρωναν.

Βαρβάτου (το βαρβάτο), αρσενικό ζώο που δεν έχει (τσουκανιστεί) ευνουχιστεί.

βέλασμα(το), η φωνή των γιδών ή των προβάτων, ρ. βελάζει

βιτούλα (η βετούλα), κατσίκα μικρότερη ενός χρόνου, αρσεν. του βιτούλι, υποκ. η βιτλούλα, του βιτλάκι.

Βνιες (οι βουνιές), η κοπριά των γελαδιών, αλογουβνιές, η κοπριά των αλόγων.

Βουκουλιό (το βουκολιό), κοπάδι γελαδιών, βουκόλος ο βοσκός του βουκολιού.

Γαλάρ (το γαλάρι), το μεγαλύτερο μέρος της στάνης, ασκέπαστο όπου κοιμούνταν τα γίδια ή τα πρόβατα.
γαλάρια(τα), είναι τα γίδια ή τα πρόβατα που γέννησαν κι έχουν γάλα, αντιθ. τα στέρφα.

γαλαρόκ(υ)πρους(-ος), κύπρος μικρός με μόνο γλωσσίδι. Άλλα είδη είναι: λιαπόκ(υ)προς, μικρότερος, διπλόκ(υ)προς με γλωσσίδι σαν τον κύπρο, οι γαγάνες οι πολύ μεγάλοι που είναι για τα γκισέμια.

γ(ι)δάρς(ο γιδάρης),ο βοσκός ,ο τσοπάνης των γιδιών.

Γιδιά (η), το δέρμα γιδιού.

γίδιου(το γίδιο),  γάλα, βούτυρο, γιαούρτι ή τυρί από τα γίδια.

Γινουμένου (γινωμένο), γάλα ξινό πηχτό που είναι για κοπάνισμα. Γίνεται σε καρδάρα και περιέχει πολύ βούτυρο.

γκιόσα(η), γίδα μαύρη με άσπρες λωρίδες στο πρόσωπο, στο λαιμό και στα πόδια, αρσεν. ο γκιόσος.

γκιουσέμ' (το γκεσέμι), τραΐ που έχει μεγάλο κύπρο και οδηγεί το κοπάδι, προπορευόμενο πάντα. Είναι το καλύτερο και το μεγαλύτερο, τσοκανισμένο και ειδικά κουρεμένο. Στα πρόβατα είναι το κριάρι, αλλά μπορεί να είναι και τραΐ.

γρέκι(το), το μέρος όπου συνήθως ένα κοπάδι πρόβατα ή γίδια πάνε και κοιμούνται έξω απ' τη στάνη, μτφ. το σπίτι.

γρίβα(η), γίδι με χρώμα γκρίζο, αλλιώς μούσ(ι)κα.

Έρσαν (έρουσαν), ξεκίνησε το κοπάδι σε γραμμή προς κάποια κατεύθυνση.  ουσ. ρούσμα.

Ζιουγκανιάσκει (ζιουγκανιάστηκε), αποκλείστηκε σ' ένα μέρος ανάμεσα σε γκρεμούς και δεν μπορεί να βγει.

ζ(υ)γούρ' (το ζυγούρι), πρόβατο ως ενός έτους αλλά μεγαλύτερο από το αρνί, θηλ. ζ(υ)γούρα.

Ίγκλις (οι ίγκλες), ζωνάρια για τα ζώα. Σκοπός είναι να ημερώσει (άλογο ή μουλάρι),να δέχεται καπίστρι, σαμάρι κτλ.

Καϊάρκου (το καϊάρκο), αρνί ή κατσίκι που είναι πάντοτε κοντά στη φωτιά με τον τσοπάνη.

Κακαβούσια(η), γίδα με κέρατα γυρισμένα μπροστά.

κακαράντζις(-ες),η κοπριά των γιδιών.

κάλισια(η), προβατίνα άσπρη με μαύρα μάγουλα, ουδ. το κάλεσιου, μτφ. καλός, καλύτερος από κάποιον άλλον.

κανούτα(η), γίδα με χρώμα σταχτί, ουδ. το κανούτο.

κάπα(η), είναι το κατεξοχήν έμβλημα των τσοπάνηδων. Είναι φτιαγμένη στον αργαλειό με τραγόμαλλο για να μην περνάει το νερό της βροχής κι έχει και κατσιούλα (κουκούλα).Την έραβαν ειδικοί ραφτάδες, λέγεται και κοντοκάπι ή καπότο.

καπέτ'ς (ο καπέτης), το υγρό που βγαίνει από την τσαντίλα που στραγγίζει το κλοτσοτύρι. Ο καπέτης είναι κατάλληλος για τροφή των γουρουνιών.

Καπνόγκιουσακαπνόγκιοσα), γίδα σαν τη γκιόσα, αλλά όπου εκείνη έχει άσπρο αυτή έχει κόκκινο, ουδ. το καπνόγκιοσο.

καραμάν(ι)κα (τα), πρόβατα άσπρα με μαύρο τρίχωμα γύρω απ' τα μάτια, μακριά μαλλιά και πλατιά ουρά, θηλ. καραμάνα πρατίνα.

καράς(ο) και καράτκου (το καράτ(ι)κο), άλογο μαύρο γενικώς, αλλά και όνομα Καράς.

καρδάρα(η)
καρδάρ' (το καρδάρι)

κάτσινα(η κάτσενα), προβατίνα άσπρη με κοκκινωπό πρόσωπο.

κ(ι)τάρ' (το κιτάρι), το ύστερο του ζώου.

κλαμπάτσα(η), αρρώστια του συκωτιού των προβάτων και των γιδιών. Αρρωσταίνουν, όταν βόσκουν σε μέρη βαρκά. Ρ.κλαμποτσιάζω, επιθ. κλαμπατσιάρκου.

Κλάρουσαν (κλάρωσαν),αορ. του κλαρώνω, αναφέρεται αποκλειστικά σε κοπάδια γίδια. Σκορπίστηκαν στο πλάι και βόσκουν ήσυχα χωρίς να φεύγουν.

κλαφνάει, το επίμονο γάβγισμα κυνηγόσκυλου την ώρα που βγάζει το θήραμα του.

κλουτσουτύρ' (το κλοτσοτύρι), γίνεται από το ξινόγαλο με βράσιμο και στράγγισμα στην τσαντίλα. Το ξινόγαλο είναι το γάλα που μένει απ' το κοπάνισμα μετά το βγάλσιμο του βουτύρου.

Κοινουμένα (κοινωμένα), έβαζε ένας έναν αριθμό από γίδια ή πρόβατα και ο άλλος τα διπλάσια. Τα φυλούσε αυτός που έβαζε τα λίγα, μοιράζονταν τα έσοδα και τα έξοδα και στα τρία χρόνια μοιράζονταν στη μέση το κοπάδι.

κουλουκρίζου(-ω),το πρώτο κούρεμα των προβάτων την άνοιξη κάτω απ' το λαιμό, την κοιλία και την ουρά, ουσ. το κουλουκούρ(ι)σμα.

κουμάσι(το), το μέρος που έκλειναν το γουρούνι ή τα γουρούνια.

κουντνέλα(η κοντινέλα), το τέλος απ' το κοπάδι, τα γίδια ή τα πρόβατα, όταν κατευθύνονται προς κάποιο μέρος όλα μαζί. Αντιθ. μπρουσ(ι)νέλα, η αρχή απ' το κοπάδι.

Κουπανίζου (κοπανιζω), χτυπάω το γάλα το γινωμένο στο καδί με το φουρλέτσι και βγάζω το βούτυρο.

κούρους(ο κούρος), το κούρεμα των γιδιών και των προβάτων. Για τους κτηνοτρόφους ο κούρος ήταν σοβαρό θέμα και γι' αυτό γλεντούσαν, έψηναν, έτρωγαν κι έπιναν, τραγουδούσαν.

κουρύτα(η) και τα κουρύτια, ξύλα μακριά με άνοιγμα σαν σκαφίδια, όπου έβαζαν το νερό και πότιζαν τα ζώα.

κουρφίγκι(το κορφίγκι), γίνεται με γάλα γίδιο ή πρόβιο χοντρό, όταν γεννούν τα γίδια ή τα πρόβατα. Είναι σαν τυρί χωρίς αλάτι κι είναι πολύ νόστιμο. Πήζει αμέσως μετά το βράσιμο, χωρίς την προσθήκη καμιάς ουσίας.

κούσ(ι), μαύλισμα των γουρουνιών κουτ κουτ, μαύλισμα των σκυλιών.

κουτσουκέρα(η), γίδα με σπασμένο κέρατο.

κρούτα(η), γίδα με τα κέρατα προς τα πλάγια, ουδ. κρούτου τραΐ.

λάια(η), μαύρη προβατίνα ή γίδα, ουδ. το λάιο.

λακ(ι)νιά (η), κοπάδι από άλογα, μουλάρια ή γαϊδούρια, μτφ. πολλά παιδιά

λατανάει, βυζαίνει χωρίς να βγάζει γάλα.

λιάρα(η), γίδα μαύρη με άσπρα μαλλιά στην κοιλία, ουδ. του λιάρου.

λ(ι)βαδιάτκου (λιβαδιάτικο), η πληρωμή, το ενοίκιο σε είδος για το λιβάδι.

μαντρί (το), ο χώρος που έκλειναν τα πρόβατα.

μαντρόσκ(υ)λου (το μαντρόσκυλο), το σκυλί, το τσοπανόσκυλο που φυλάει το κοπάδι.

μαξούλι (το),το τυρί, το βούτυρο, το κλοτσοτύρι κτλ. που γίνονται από γάλα.

μαρκαλιώντει(-νται), ζευγαρώνουν τα γίδια ή τα πρόβατα, αλλιώς ανακατώνονται, ουσ. ου μαρκάλους,

μαρμάρα (η), γίδα ή προβατίνα που δε γεννά ποτέ.

μαρτίνι (το), κατσίκι ή αρνί που το τρέφουν ξεχωριστά απ' τ' άλλα, για να παχύνει, θηλ. η μαρτίνα, υποκ. μαρτνάκια, μαρτνούλες.

μάσ(ι)να (η), η καλύβα της στάνης που είναι συνέχεια απ' το γαλάρι, για να κοιμούνται τα γίδια όταν βρέχει ή όταν κάνει κρύο.
μαστάρια (τα), ο μαστός των ζώων.
μουνουβύζαμονοβύζα), γίδα ή προβατίνα με ένα βυζί από κάποια αρρώστια.

μούσ(ι)κα (η), γίδα με γκριζόμαυρο μαλλί, ουδ. το μούσ(ι)κο.

μπάλια (η), γίδα με λίγα άσπρα μαλλιά στο μέτωπο, αρσ. ο μπάλιος, ουδ. το μπάλιο.

μπάρτσα (η), γίδα μισή μαύρη μισή άσπρη, τη λένε και λιόπρα.

μπλιόρα (η), γίδα ή προβατίνα ενός χρόνου, ουδ. τα μπλιόρια, υποκ. μπλιοράκια, μπλιορούλες.

μπούτσ(ι)κα (η), γίδα με κόκκινα μαλλιά στα μάγουλα.

μπρουσ(ι)νέλα (η), τα πρώτα γίδια ή πρόβατα όπως πηγαίνουν στη σειρά, αντιθ. η κουντ(ι)νέλα.

μσιακά (τα μεσιακά), γίδια ή πρόβατα. Ο ένας βάζει τα γίδια ή τα πρόβατα, ο άλλος όλη τη δουλειά και ό,τι άλλο χρειαστεί και σε τρία χρόνια μοιράζονται ό,τι έσοδα έχουν, αφού εκείνος που έβαλε τα γίδια θα πάρει πάλι όσα έβαλε και μάλιστα της ίδιας ηλικίας. Γενικώς κάτι που το έχουν δυο και το μοιράζουν στη μέση.

ντουρής (ο), άλογο με χρώμα κόκκινο, αλλά και όνομα Ντουρής, θηλ. η ντουριά.

όκι όκι, φωνές στα γίδια για να γυρίσουν προς άλλη κατεύθυνση απ' αυτήν που πάνε.

ουβουρός (ο οβαρός),το μέρος όπου κλείνουν το βράδυ το κοπάδι τα γελάδια, ένα μαντρί για αγελάδια.

ουρμώνου (ορμώνω), πηγαίνω το κοπάδι τα γίδια προς κάποιο μέρος, τα κατευθύνω.

ουρσ(ι)δάτη (η), γίδα μαύρη ή γκιόσα με άσπρο το μέτωπο της.

Ουστ (ακλ), φωνή μόνο για τα γαϊδούρια, για να περπατήσουν πιο πολύ.

Παλκουκέρα (η), γίδα με τα κέρατα ίσια επάνω σαν παλούκια.

παραβαλ(η)μένα (τα), ζώα που είναι συνηθισμένα να φεύγουν από εκεί που βόσκουν και να πηγαίνουν μέσα στα σπαρτά και να κάνουν ζημιές,

παρμός (ο), αρρώστια γιδών ή προβάτων με την οποία κουτσαίνουν και δεν μπορούν να πάνε να βοσκήσουν.

πιτούλι (το), μικρό και πρόχειρο μανδράκι μέσα στη μασίνα, όπου έκλειναν το βράδυ λίγα κατσίκια, για να είναι χώρια από τις μανάδες τους και χώρια από τα άλλα κατσίκια στον τσάρκο όπου, επειδή ήταν πολλά, υπήρχε κίνδυνος να τα πλακώσουν και να ψοφήσουν.

πλαχούρα (η), γίδα με μεγάλα αφτιά γυρισμένα προς τα κάτω στη μέση, ουδ. το πλαχούρκο,

πρατάρς (ο πρατάρης),ο βοσκός των προβάτων.

πρατίνα (η),η προβατίνα, παραγ. πρόβιο γάλα, κρέας, τυρί, γιαούρτι αλλά πρατόγαλο, πρατάρκου κατσίκι, πηγαίνει με τα πρόβατα.

προυβζαίνου (προβυζαίνω), βγάζω τα μικρά κατσικάκια από τον τσάρκο και φροντίζω να βυζάξουν στις μανάδες τους και πάλι να τα κλείσω.

προυγκάνει (προγκάνε), φεύγουν ξαφνικά και γρήγορα, σκορπάν από κάτι ξαφνικό.

π' σουκέρα (πισωκέρα,η), γίδα με τα κέρατα πίσω, ουδ. το π' σουκέρκου.

ριβέλα (η),μια σειρά γίδια ή πρόβατα που κινούνται στη γραμμή προς κάποια κατεύθυνση, ρήμα: ριβέλιασαν, κινούνται στη γραμμή.

σαλαγάου (σαλαγώ), ειδικές φωνές με τις οποίες κατεύθυναν το κοπάδι τα γίδια προς κάποια κατεύθυνση, ουσ. σαλάημα, σαλαητός. Αντιθ. ασαλάητος (ασαλάγητος),με σημασία για τον άνθρωπο τον ανυπάκουο, αυτόν που δε δέχεται συμβουλές.

σαλ(ι)βάρ' (το σαλιβάρι), ειδικά ξυλάκια που βάζουν στα κατσίκια για να μη βυζαίνουν, για να τα αποκόψουν.

σιούτα (η), γίδα χωρίς κέρατα, ουδ. σιούτο, τραΐ σιούτο.

σκάρους (ο σκάρος),το βγάλσιμο των γιδών απ' τη στάνη τη νύχτα, ώστε να βοσκήσουν για κάμποση ώρα, κι έπειτα πάλι να τα κλείσουν. Αυτό γινόταν το χειμώνα που ήταν μεγάλη η νύχτα. Τότε τα γίδια δεν τα τάιζαν με άλλες τροφές, μόνο ό,τι βοσκούσαν μόνα τους.

σκληκιάρκου (το σκουληκιάρικο), ζώο με σκουλήκια σε κάποιο μέρος τους σώματος του από σκουληκόμυγα,

σταλίζνει (σταλίζουν), κάθονται κάτω από ένα δέντρο στον ίσκιο για να αποφύγουν τον ήλιο.

σταλός και στάλους (-ος),ο ίσκιος και κατ' επέκταση το δέντρο κάτω από το οποίο σταλίζουν γίδια και πρόβατα. Λέξη συγγενική στη ρίζα της με τη στάνη.

στάνη (η), μαντρί γιδών, κυρίως για το χειμώνα, που αποτελείται από το γαλάρι, όπου κοιμούνται τα γίδια τις καλές νύχτες, από τη μάσινα για να κοιμούνται όταν βρέχει ή όταν κάνει κρύο, και από τον τσάρκο όπου κλείνονται τα κατσίκια μετά το προβύζασμα.


στέρφα (τα),τα γίδια ή τα πρόβατα που δεν έχουν γάλα σε αντίθεση με τα γαλάρια. Θηλ. η στέρφα, γίδα ή προβατίνα, ρημ. στερφεύουν, στέρφεψαν.
στιρουπούλα (η), γίδα ή προβατίνα δυο χρόνων.

στιφάνι (το στεφάνι), ξύλινο στεφάνι, αντί για λουρί, γύρω από τον λαιμό απ' το κρέμεται ο κύπρος ή το κουδούνι.

στουμώνου (στομώνω), γυρίζω το κοπάδι τα γίδια ή τα πρόβατα προς άλλη κατεύθυνση.

στρούγκα (η), μέρος περιφραγμένο για το άρμεγμα των γιδών ή των προβάτων.

στρουγκόλ(ι)θου (το στρουγκόλιθο), το λιθάρι για κάθισμα, αλλά και η πόρτα της στρούγκας, όπου κάθονταν αυτοί που άρμεγαν τις γίδες, συνήθως ήταν δυο.

στρουμπαριάσκει (στρουμπαριάστηκε), αρρώστησε από τα τσιμπούρια και δεν μπορεί να περπατήσει, ζαλίζεται και πέφτει.

σφάγια, (τα), ζώα πουλημένα για το χασάπη, για σφάξιμο.

τραγούσια (η), γίδα με κέρατα ανοιχτά δεξιά κι αριστερά, ουδ. του τραγούσιου.

Τραΐ (το τραΐ),ο τράγος.

τσαγκάδα (η), γίδα ή προβατίνα που γέννησε, άλλα έχασε το μικρό της, ρήμα τσαγκαδεύκει (-τηκε), και για να μη χάσει το γάλα της τη θηλάζει κάποιο άλλο μικρό.

τσαπ τσαπ, φωνές στα τραγιά για να περπατήσουν ή να γυρίσουν προς άλλη κατεύθυνση απ' αυτή που πηγαίνουν.

τσάρκους (ο τσάρκος), μικρό καλυβάκι στη στάνη, με την πόρτα του στο γαλάρι, στο οποίο έκλειναν τα μικρά κατσίκια το βράδυ για να έχουν ζέστη, με τα ειδικά στρώματα που τους είχαν, τη λεσιά.

τσέλιγκας (ο),ο ιδιοκτήτης μεγάλων κοπαδιών προβάτων, γιδών και άλλων ζώων.

τσέργα (επιρρ.), μέσα. Ρ. τσέργουσαν, ήταν όλα μέσα.

τσιουκάνι (το), πλακέ κουδούνι, το κρεμούσαν συνήθως σε γελάδια και σε άλογα.

τσιουκανίζου (-ω), ευνουχίζω ένα τραΐ ή ένα κριάρι. Για τα γουρούνια το αντίστοιχο ρήμα είναι διαλέγω και για τα άλογα το στρίβω.

τσιούλα (η), γίδα ή προβατίνα με πολύ μικρά αυτιά.
τσιουπάνης (ο τσοπάνης),ο βοσκός ενός κοπαδιού και ο έμμισθος βοσκός σε ξένο κοπάδι.

τσίπου τσίπου, μαύλισμα γιδών.

τσουραπάτη (η), γίδα μαύρη με άσπρο το κάτω μέρος των ποδιών της.

φλόρου (το φλόρο),το άσπρο.

φριγκάνιδα (η), σκουλήκι τυλιγμένο σε ειδικό κουκούλι. Όταν το φάνε τα γίδια μαζί με τα χορτάρια, αρρωσταίνουν και μπορεί να ψοφήσουν.

φρίντζις (οι φρίντζες), νάρθηκες αυτοσχέδιες από τους τσοπάνηδες για να θεραπεύουν τα σπασμένα πόδια των ζώων.

χανάκα (η), τρία ξύλα δεμένα σε σχήμα τρίγωνου για το λαιμό των γουρουνιών για να μην μπορούν να περάσουν τους φράκτες των κήπων.

ψαρής (ο), όνομα άλογου με άσπρο χρώμα, επιθ. η ψαριά φοράδα, το ψαρί άλογο.

Κούρος (το κούρεμα των ζώων)

Κούρος. Έτσι έλεγαν οι παλιοί κτηνοτρόφοι μας το κούρεμα του κοπαδιού των γιδιών και των προβάτων. Ο κούρος αποτελούσε μια σπουδαία κτηνοτροφική δραστηριότητα στα Βαλτοχώρια.
Έπαιρνε λοιπόν πανηγυρικό χαρακτήρα απ’ το ξεκίνημα με τ’ αστεία και τα πειράγματα, ως τον τελειωμό, που άναβε το γλέντι.
Όταν και τα τελευταία ζώα έφευγαν από τα χέρια των κουρευτάδων έτοιμα, και τα ψαλίδια σταμάταγαν, έπεφταν οι πρώτες ντουφεκιές, για τη χαρά της νέας εποχής με τις ευχές «καλό καλοκαίρι», «και του χρόνου». http://empesos.com/index2.php?option=com_jce&task=popup40http://empesos.com/index2.php?option=com_jce&task=popup
Δίπλα σ’ ένα ίσιωμα, κάτω απ’ τα σκιερά πλατάνια, όπου γίνονταν ο κούρος, ήταν στρωμένο το τραπέζι με σούβλες κοκορέτσια, χλωρόπιτες, γιαούρτες και ψητά αρνιά ή συνήθως κριάρι ολόκληρο και μπόλικο κρασί.
Τα μικρά παιδιά, που γύριζαν τις σούβλες και οι γυναίκες, οι οποίες ποτέ δεν κούρευαν, τα είχαν όλα έτοιμα γι’ αυτή τη γιορτινή ώρα.
Εκεί, καθισμένοι γύρω-γύρω σταυροπόδι, έτρωγαν, έπιναν και τραγουδούσαν ως αργά το απόγευμα.
«Σε τούτη ντάβλα πούμαστε, σε τούτο το τραπέζι…»,
 «Φίλοι μ’, καλωσορίσατε να φάμε και να πιούμε…» 41http://empesos.com/index2.php?option=com_jce&task=popup
Κι άλλα δημοτικά, συνήθως κλέφτικα τραγούδια αντηχούσαν ως εκδήλωση χαράς, για το χειμώνα που άφηναν πίσω, και ευχής για καλό ξεκαλοκαίριασμα στα βουνά που θα ανέβαιναν σε λίγες μέρες.
Είχε το δικό της νόημα και τον ξεχωριστό της συμβολισμό αυτή η αυθόρμητη, φυσική και πατροπαράδοτη γιορτή στον κούρο.

 Βιβλιογραφία

·         Ακαρνανία Ο Μύθος, η Ιστορία, η Λαογραφία, η Ζωή, οι Θρύλοι και οι Παραδόσεις, Αλεξάνδρα Καρακώστα – Αηδόνη, Αγρίνιο 2000
·         Από τα μονοπάτια τ’ ουρανού στις ατραπούς της γης,  Αλεξάνδρα Καρακώστα – Αηδόνη, Αγρίνιο 2003
·         Αιτωλοακαρνανία Τόποι – Μνημεία – Ιστορία, Αγρίνιο 1995 (εκδ. Ιστορικής – Αρχαιολογικής Εταιρείας Δυτικής Στερεάς Ελλάδας)
·         Ελληνική Λαογραφία, Μιχάλης Μερακλής, 1986 (εκδ. Οδυσσέας)
·         Ελληνική Ψυχή, Λαογραφική Επιθεώρηση, Τεύχος 6, Αθήνα 1973
·         Εμπεσιώτικη φωνή έτος 2 Αριθμός φύλλου 8 Μάρτιος – Απρίλιος 1992, Αθήνα
·         Εμπεσιώτικη φωνή έτος 4 Αριθμός φύλλου 24 Νοέμβριος – Δεκέμβριος 1994, Αθήνα
·         Εμπεσιώτικη φωνή έτος 5 Αριθμός φύλλου 26 Μάρτιος – Απρίλιος 1995, Αθήνα
·         Εμπεσιώτικη φωνή έτος 6 Αριθμός φύλλου 34 Ιούλιος – Αύγουστος  1996, Αθήνα
·         Ναι βουλά κι ένα γκαιρό, Χρίστος Γ. Παπαδημητρίου (ιδιωματικό λεξιλόγιο), Εμπεσού – Βάλτου – Αιτωλοακαρνανίας, Αθήνα 2006
·         Ρέθα το ιερό προσκύνημα του Βάλτου, Νικ. Χαρ. Τελώνα, Αμφιλοχία 2004 (Εκδ. Ιεραποστολικού Συλλόγου Αμφιλοχίας «ο Κυρηναίος»)
·         Τουριστικός Οδηγός Αιτωλοακαρνανίας, Αθήνα 2009 (Εκδ. Αιτωλοακαρνανικός Τύπος)

Επιπροσθέτως χρησιμοποιήθηκε και ως πηγή για πληροφορίες και εικόνες το διαδίκτυο.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου