Κ. Π.
Καβάφης (1863-1933)
Ο Κωνσταντίνος Καβάφης γεννήθηκε και έζησε στην Αλεξάνδρεια της
Αιγύπτου, με τις ιδιότυπες εμπειρίες που του πρόσφερε η ζωή της ελληνικής
παροικίας, μακριά από την επίδραση που ασκούσε στους λογοτεχνικούς
κύκλους της Αθήνας η ισχυρή προσωπικότητα του Παλαμά, ηγετική
φυσιογνωμία της Νέας Αθηναϊκής Σχολής και της γενιάς του 1880. Με τη μελέτη
κατόρθωσε να γίνει βαθύς γνώστης της ελληνικής ιστορίας και φιλολογίας
(ιδιαίτερα των ελληνιστικών χρόνων) καθώς και της ευρωπαϊκής λογοτεχνίας. Μολονότι χρονολογικά ανήκει στη γενιά του
1880, το έργο του έχει πολλά νεωτερικά στοιχεία και έτσι θεωρείται πρόδρομος της μοντέρνας ποίησης. Είναι ο πιο γνωστός Νεοέλληνας ποιητής εκτός Ελλάδας και ο περισσότερο
μεταφρασμένος σε ξένες γλώσσες. Το έργο του έχει αποτελέσει πηγή
έμπνευσης για πολλούς ξένους ποιητές και λογοτέχνες.
Δημιούργησε μια
ποίηση ιδιότυπη με τα ακόλουθα χαρακτηριστικά:
-
μετατόπιση του χρόνου του ποιήματος στην Αλεξανδρινή
εποχή
-
συμβολισμός
-
διδακτικός τόνος
-
θεατρικότητα
-
λεπτή ειρωνεία
-
ρεαλισμός
-
υποβολή – υπαινικτικότητα
-
αίσθηση του τραγικού
-
στοχαστική – φιλοσοφική διάθεση
-
γλωσσική ακρίβεια – ευστοχία
-
πρόκειται στο σύνολό της για μια ποίηση αντι-λυρική
(χωρίς τις παραδοσιακές λυρικές εξάρσεις) που συχνά γίνεται πεζολογική.
Φάσεις του έργου του Καβάφη:
α) 1884-1894:
πρώιμη φάση (ρομαντισμός)
β) 1894-1903
(συμβολισμός)
γ) 1900-1933
(ποιητικός ρεαλισμός)
Τα ποιήματα του
Καβάφη χωρίζονται σε τρεις κατηγορίες:
-
Ιστορικά: αναφέρονται σε ιστορικά περιστατικά – ιδιαίτερα της Ελληνιστικής Εποχής
– μέσα από τα οποία εκφράζονται σύγχρονες καταστάσεις
-
Φιλοσοφικά-Διδακτικά: εκφράζουν απόψεις πάνω σε θέματα και προβλήματα της ζωής, όπως η μοίρα,
το χρέος, η ματαιότητα των ανθρώπινων μεγαλείων, η «ύβρις», κλπ, και
χαρακτηρίζονται για τον διδακτικό-παραινετικό τους χαρακτήρα. Κάποια από
αυτά είναι «παραινέσεις προς τους ομοτέχνους» του ποιητές για την ποίηση
-
Ερωτικά: συνδυάζουν τον ερωτισμό με τον αισθητισμό (υπερβολικό ενδιαφέρον
για τη μορφή του ποιήματος = μεγάλο ενδιαφέρον για τα μορφικά-εξωτερικά
χαρακτηριστικά του ποιήματος και όχι μόνο για το περιεχόμενό του)
Ωστόσο, ο κόσμος
που εκφράζει ο ποιητής είναι ενιαίος.
Η γλώσσα
του Καβάφη είναι ιδιότυπη όπως και η ποίησή του. Είναι δημοτική, με τύπους της
καθαρεύουσας (ένα ίσως ηθελημένο πεζολογικό, ρεαλιστικό στοιχείο) και με τις
ιδιαιτερότητες του Κωνσταντινουπολίτικου ιδιώματος.
Ο στίχος
του σε ιαμβικό ρυθμό είναι ελεύθερος, πολύ κοντά στον πεζό λόγο, αλλά πολύ
προσεγμένος ως προς τη μορφή του.
Ο Καβάφης
αναγνώρισε (δημοσίευσε) συνολικά 154 ποιήματα. Θεωρείται ένας από τους
κορυφαίους ποιητές, όχι μόνο της Ελληνικής αλλά και της Ευρωπαϊκής λογοτεχνίας.
Κ. Π.
Καβάφης, Στα 200 π.Χ. (1931)
Το ποίημα αυτό είναι το προτελευταίο που
δημοσίευσε ο Καβάφης (1931) και ανήκει στα λεγόμενα ιστορικά. Το είχε
συνθέσει πολλά χρόνια νωρίτερα –πιθανότατα το 1916 (;). Ο Κ. Π. Καβάφης με τον τίτλο
του ποιήματος και με τα λόγια περηφάνιας ενός ανώνυμου ομιλητή («Εμείς
οι Αλεξανδρείς…») ορίζει το θέμα του: η ακμή και η παρακμή δύο κόσμων και τρόπων ζωής (της Σπάρτης με τη φυλετική
αξιοπρέπεια και εγωισμό και του Ελληνισμού των Ελληνιστικών βασιλείων). Η
αξιολόγηση της άρνησης των Λακεδαιμονίων να πάρουν μέρος στην εκστρατεία του Μ.
Αλεξάνδρου από έναν Έλληνα των ελληνιστικών χρόνων, με βάση την ιστορική πήρα
της εποχής του.
Η πανελλήνια
εκστρατεία κατά των Περσών, με ηγέτη τον Αλέξανδρο, ξεκίνησε στα 334π.Χ. και
έληξε εννέα χρόνια μετά, με την κατάκτηση του περσικού κράτους. Τα ελληνιστικά
κράτη που δημιουργήθηκαν μετά το θάνατο του Αλέξανδρου (323π.Χ.) έπαιξαν
πρωταρχικό ρόλο στην προώθηση του ελληνικού πολιτισμού στην Ανατολή, ενώ επηρέασαν
πολιτισμικά και τη Ρώμη και μέσω αυτής αργότερα και ολόκληρη την Ευρώπη. Οι
αντιπαλότητες, όμως, ανάμεσα στα κράτη αυτά οδήγησαν το ένα μετά το άλλο στην
κατοχή των Ρωμαίων. Ήδη στα 200π.Χ. βρίσκονταν σε παρακμή, ενώ τη χρονιά εκείνη
ακριβώς άρχισε η σύγκρουση Ρωμαίων και Μακεδόνων (200-197π.Χ.) που έληξε με την
ήττα των τελευταίων.
α)
Ο πρώτος στίχος του ποιήματος αποτελεί μέρος της επιγραφής με την
οποία αφιερώθηκαν απ’ τον Αλέξανδρο στον Παρθενώνα τα λάφυρα από τη μάχη του
Γρανικού (334 π.Χ.). Ο Καβάφης την αρχή της επιγραφής την παίρνει από τον
ιστορικό Αρριανό: «Αλέξανδρος Φιλίππου και οι Έλληνες πλην Λακεδαιμονίων, από
των βαρβάρων των την Ασίαν κατοικούντων.»Μετά την πρώτη του νίκη κατά των
Περσών, στο Γρανικό ποταμό, ο αλέανδρος έστειλε στην Αθήνα 300 πανοπλίες από τα
λάφυρα του πολέμου, αφιερωμένες στην Αθηνά. Με την κίνησή του αυτή ίσως
επιθυμούσε να τονίσει τον πανελλήνιο χαρακτήρα της εκστρατείας του, γι’ αυτό
έστειλε τα δώρα στην Αθήνα και όχι στην ιδιαίτερη πατρίδα του την Πέλλα,
πρωτεύουσα του Μακεδονικού κράτους.
β) Ο τίτλος του παραπέμπει σε μια κρίσιμη
ιστορική καμπή (200 π.Χ.) δέκα χρόνια πριν από την καταστροφική Μάχη της
Μαγνησίας (190 π.Χ), που οριστικοποίησε την επικράτηση των Ρωμαίων
και την υποταγή των Ελληνιστικών Βασιλείων σ’ αυτούς.
γ) Πολλοί μελετητές συνέδεσαν το θέμα του
ποιήματος με ιστορικά γεγονότα της εποχής του Καβάφη (Μικρασιατική
Εκστρατεία (1919-1922).
Βλ. παρακάτω «Ο χρόνος της αφήγησης»
(τρία χρονικά επίπεδα)
Ανασκόπηση
ιστορικών γεγονότων
α) Εποχή Μ. Αλεξάνδρου
-
Συνέδριο
της Κορίνθου (337 π.Χ.): Πανελλήνια Ένωση
-
Μάχη
στον Γρανικό ποταμό (334 π.Χ.)
-
Μάχη
στην Ισσό (333 π.Χ.)
-
Μάχη
στα Γαυγάμηλα (331 π.Χ.)
- Η
ίδρυση των ελληνιστικών κρατών μετά τη μάχη της Ιψού (301 π.Χ.): Βασίλειο της
Αιγύπτου, Βασίλειο της Συρίας, Βασίλειο της Βακτριανής και της Παρθίας.
β) Ελληνιστκή εποχή
- Μάχη
της Μαγνησίας (190 π.Χ.): κατάληψη της Μ. Ασίας από τους Ρωμαίους και σταδιακή
υποταγή όλης της ελληνιστικής Ανατολής.
γ) Σύγχρονη εποχή
ΔΟΜΗ – ΕΝΟΤΗΤΕΣ
Βασικό
στοιχείο της δομής αποτελεί η φράση «Πλην Λακεδαιμονίων». Αρχικά, μπαίνει
σε εισαγωγικά και διατηρεί την αυτονομία της. Στη συνέχεια -έτσι, πλην
Λακεδαιμονίων στο Γρανικό- χωρίς εισαγωγικά. Αυτό φανερώνει ότι ενσωματώθηκε
στο ποίημα και έγινε μέρος των επιχειρημάτων και των αξιολογήσεων του Έλληνα
ομιλητή. Τέλος, επανέρχεται στον τελευταίο στίχο, αρκετά αλλαγμένη –Για
Λακεδαιμονίους να μιλούμε τώρα!– και
περιέχει ένα νέο νόημα, που αποτελεί συμπέρασμα του ομιλητή.
1η
(στ. 1):
Η επιγραφή που συνόδευε τα
λάφυρα από τη μάχη του Γρανικού
2η
(στ. 2-12):
Η «στάσις» των Λακεδαιμονίων
3η
(στ. 13-23): Η θαυμαστή πανελλήνια εκστρατεία
4η
(στ. 24-31): Οι συνέπειες – επιτεύγματα από την πανελλήνια
εκστρατεία (Οι Αντιοχείς, οι Σελευκείς και οι υπόλοιποι Έλληνες της Αιγύπτου
και της Συρίας, της Μηδίας και της Περσίας, ένας ελληνικός κόσμος με μεγάλες
επικράτειες, που με την επίδραση του στους κατακτημένους λαούς και με την
ανάμειξη των πολιτισμών κατόρθωσε να διαδώσει την ελληνική γλώσσα μέχρι τη
Βακτριανή και τους Ινδούς.
5η
(στ. 32): Απαξιωτικό σχόλιο για τη στάση των
Λακεδαιμονίων
ΙΔΕΕΣ – ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ
Βασική
ιδέα: η
αδυναμία του ανθρώπου να συλλάβει τους ρυθμούς της ιστορίας και την αστάθεια
-μεταβλητότητα των πραγμάτων. Στηρίζεται στους αντιθετικούς άξονες: γνώση – άγνοια, ακμή – παρακμή. Η
σχετικότητα της ανθρώπινης γνώσης δεν κατανοεί ότι όλα στη ζωή μπορούν να
αλλάξουν και ότι η ακμή και η ευτυχία ανθρώπων και λαών υπακούουν στους νόμους
της φθοράς. Η δύναμη και η δόξα τυφλώνουν και οδηγούν στην υπεροψία και την
πίστη ότι η ευημερία και το μεγαλείο διαρκούν αιώνια. Αυτό έπαθαν οι Λακεδαιμόνιοι,
αυτό έπαθε και ο ομιλητής στα 200π.Χ. και άλλοι τόσοι σε διάφορες εποχές. Έτσι,
αναδεικνύεται η τραγικότητα του
ανθρώπου.
Η
πανελλήνια εκστρατεία του Μ. Αλεξάνδρου
Ο ομιλητής, παρασυρμένος από ενθουσιασμό,
υμνεί μ’ έναν καταιγισμό από επίθετα
την πανελλήνια εκστρατεία του Μ. Αλεξάνδρου και τη δημιουργία του νέου
ελληνικού κόσμου. Δίνει έμφαση:
α) στη μεγάλη σε έκταση διασπορά του
Ελληνισμού
β)
στον κοσμοπολιτισμό που χαρακτηρίζει τον τρόπο ζωής των κατοίκων των
νέων βασιλείων (η ελληνιστική εποχή ήταν ένα χωνευτήρι διαφόρων πολιτιστικών
στοιχείων)
γ) στη διάδοση της ελληνικής γλώσσας
μέχρι τη Βακτριανή και τους Ινδούς.
Αυτός ο «νέος κόσμος» που υμνήθηκε
από τον σχολιαστή της επιγραφής θα έχει την ίδια μοίρα με τους Σπαρτιάτες.
Ωστόσο, αυτό για το οποίο καυχιέται ο ομιλητής, η μεγάλη δηλαδή διάδοση της
γλώσσας και του ελληνισμού θα έχει αντικειμενική υπόσταση και θα ζήσει για
πολλές γενιές ακόμη.
Η
στάση των Λακεδαιμονίων
Ο αφηγητής-ομιλητής, με την προοπτική που
του δίνει η χρονική απόσταση και η επιτυχία της πανελλήνιας εκστρατείας, κρίνει
ειρωνικά και αυστηρά την αντίδραση των Σπαρτιατών. Ο εγωισμός και
η περηφάνια τους, η αλαζονική στάση τους απέναντι στους άλλους Έλληνες και η
αξίωση που είχαν να αναγνωρίζουν οι υπόλοιποι Έλληνες τη μοναδικότητά τους,
τους οδήγησε σε μια αδυναμία να προσαρμοστούν στις νέες ιστορικές
καταστάσεις που θα επιφέρει η πανελλήνια εκστρατεία του Μ. Αλεξάνδρου. Οι
Σπαρτιάτες σίγουρα θα αδιαφόρησαν μαθαίνοντας για τη φράση «πλην Λακεδαιμονίων»
της επιγραφής. Η στάση τους παρουσιάζεται όχι μόνο η ‘πρέπουσα’ αλλά και η ‘επιβεβλημένη’
από τον χαρακτήρα και τον τρόπο ζωής τους, αφού ποτέ δεν έπαιρναν μέρος σε
εκστρατείες στις οποίες δεν ήταν αρχηγός Σπαρτιάτης βασιλιάς, όπως στη μάχη στο
Γρανικό. Ωστόσο, ο ομιλητής, αν και κατανοεί συγκαταβατικά και ειρωνικά την
άκαμπτη στάση τους, τούς κατηγορεί, που τυφλωμένοι από το παρελθόν δεν
μπόρεσαν να διακρίνουν τον «ελληνικό καινούριο κόσμο» που γεννιόταν. Επομένως,
η προσβλητική γι’ αυτούς επιγραφή δεν θα έθιξε την υπόληψή τους, αντιθέτως θα
τους άφησε παγερά αδιάφορους.
Αν στο στ. 12 ο σχολιαστής της επιγραφής
προσποιείται ότι κατανοεί την πεισματική στάση των Σπαρτιατών, στον στ. 32
θαμπωμένος από την ανωτερότητα του «νέου κόσμου», διατρανώνει με περηφάνια και
έπαρση την καταγωγή του από αυτόν (αφού έχει κάνει αναφορά στις «εκτεταμένες
επικράτειες», τη θετική επίδραση των «στοχαστικών προσαρμογών», και αδιαφορεί
γι’ αυτούς ίσως και τους περιφρονεί, λέγοντας πως δεν αξίζει να
ασχολείται κανείς με αυτούς και τη στενομυαλιά τους. Γενικά, ο λόγος γίνεται
από την οπτική γωνία της εποχής του ομιλητή και της γνώσης για όσα ακολούθησαν
μετά τη χάραξη της επιγραφής. Έχει τη μορφή πανηγυρικού – επιδεικτικού και
στοχεύει στην ανάδειξη των επιτευγμάτων της πανελλήνιας εκστρατείας και στον
έπαινο των Ελλήνων της εποχής του.
ΑΦΗΓΗΜΑΤΙΚΕΣ ΤΕΧΝΙΚΕΣ
Ο χώρος απλώνεται από τη
Μακεδονία μέχρι την Αθήνα και τη Σπάρτη, από την Αίγυπτο, τη Συρία μέχρι την
Περσία και τον Ινδό ποταμό «εκτεταμένες επικράτειες», που μαζί με τους
«Αλεξανδρείς, τους Αντιοχείς, τους Σελευκείς» και τους «επίλοιπους Έλληνες
Αιγύπτου και Συρίας», καθώς και τους «εν Μηδία» και «εν Περσίδι» και «όσους
άλλους» παρουσιάζουν την ανθρωπογεωγραφία
της περιοχής. Αυτά όλα μαζί με την «Κοινή Ελληνική Λαλιά» δίνουν τον
οικουμενικό χαρακτήρα του πολιτισμού, σε αντίθεση με τους περιορισμένους ορίζοντες
της Σπάρτης.
Ο
χρόνος της αφήγησης Διακρίνουμε
τρία χρονικά επίπεδα:
α) 334 π.Χ: έτος της νίκης στον Γρανικό
ποταμό και της αποστολής στην Αθήνα των λαφύρων με τη γνωστή επιγραφή.
β) 200 π.Χ.: Ένας Έλληνας του «νέου» κόσμου διαβάζει
αρχικά την επιγραφή και αξιολογεί τα γεγονότα του παρελθόντος. Στη συνέχεια
εξυμνεί τη δημιουργία του νέου ελληνικού κόσμου και την εξάπλωσή του σ’ έναν
τεράστιο γεωγραφικό χώρο. Όμως ο φανταστικός Έλληνας αφηγητής αδυνατεί να
συλλάβει ότι αυτός ο κόσμος βρίσκεται στο κατώφλι της παρακμής του και της
ρωμαϊκής κυριαρχίας. Σε λίγο τα ιστορικά γεγονότα θα αποδείξουν ότι ούτε και
αυτός μπορούσε να προβλέψει τη δυναμική των Ρωμαίων και ότι ήταν και αυτός το
ίδιο κοντόφθαλμος με τους Σπαρτιάτες.
γ) 1931: χρόνος δημοσίευσης του ποιήματος
(αναφορά στον εθνικό διχασμό, στους βαλκανικούς πολέμους, στη συνθήκη των
Σεβρών και στη μικρασιατική καταστροφή). Μέσα από την πείρα της εποχής του ο
ποιητής, όπως και ο κάθε αναγνώστης, μπορεί να αποτιμήσει την αξία των λόγων
του ομιλητή, κρίνοντας το αποτέλεσμα. Εμπλέκεται, λοιπόν, και αυτός,
αξιολογώντας και τη δική του εποχή. Μέσω του τίτλου, υποδηλώνεται ειρωνικά η σχετικότητα της αξιολόγησης
του ομιλητή. Η ίδια η ιστορία μοιάζει να τον ειρωνεύεται, όπως και η τελευταία
φράση του που μοιάζει να επιστρέφει τελικά στον ίδιο.
Γλώσσα
Η γλώσσα πλησιάζει την κοινή δημοτική
αλλά με αρκετούς λόγιους τύπους (πχ «ήσαν», «υπηρέτας», «οι εν Περσίδι»,
«βασιλέα», κλπ.). Στο πρώτο μέρος υπάρχουν αρκετές αντιποιητικές λέξεις και
εκφράσεις, της καθημερινής ομιλίας, που κάνουν το ύφος πεζολογικό (το διακρίνει η
πεζολογία, η έλλειψη λυρικότητας, ποιητικότητας).
Ύφος
Σκόπιμα κομπαστικό, ρητορικό,
επιτηδευμένο, για να εκφράσει την περηφάνια του φανταστικού ομιλητή για
τα κορυφαία επιτεύγματα που δημιούργησε η πανελλήνια εκστρατεία.
Σε αντίθεση με το γνωστό λιτό και
πεζολογικό ύφος του Καβάφη, σκόπιμα παρατίθενται πολλά σημαντικά επίθετα,
που με την έμφαση και τον θριαμβικό τους τόνο δίνουν την έπαρση του λόγου
και της σκέψης του σχολιαστή της επιγραφής. Στη μακρά παράθεση εμφατικών
επιθέτων βρίσκεται κρυμμένη έντεχνα η καυστική ειρωνεία του ποιητή. Η ανάμειξη στοιχείων καθημερινής
γλώσσας με λόγιες εκφράσεις επιτείνουν την ειρωνεία.
Αφήγηση
Το ποίημα είναι γραμμένο σε α΄ πληθυντικό
πρόσωπο («εμείς οι Αλεξανδρείς…») και έχει μορφή σκηνικού μονολόγου. Αφηγητής
του ποιήματος (η παρουσία του γίνεται αντιληπτή για πρώτη φορά στον στ. 21: «βγήκαμε
εμείς») είναι ένας Έλληνας που εκπροσωπεί, (γι αυτό χρησιμοποιεί το α΄
πληθυντικό πρόσωπο) τον ελληνικό πληθυσμό των ελληνιστικών βασιλείων σε μία
εποχή κοντά στο τέλος των ελληνιστικών χρόνων (στα 200 π.Χ.) και που καυχιέται
για τη δύναμη και την ακμή του «δοξασμένου κόσμου» του, περιφρονώντας
ταυτόχρονα τους ξεπεσμένους Λακεδαιμόνιους, με αφορμή την επιγραφή του Αλέξανδρου.
Μετρική
Πέντε
στροφές, 32 ιαμβικοί (εναλλαγή άτονου – τονισμένου) στίχοι, ανισοσύλλαβοι,
ανομοιοκατάληκτοι με ποικιλία στον τοισμό.
Υπάρχουν διασκελισμοί (= το νόημα
ενός στίχου συνεχίζεται στον επόμενο). Παράδειγμα: «μια Πανελλήνια εκστρατεία
χωρίς / Σπαρτιάτη βασιλέα γι’ αρχηγό» και συνιζήσεις (=1.φαινόμενο κατά το οποίο, όταν σε μια λέξη ακολουθεί
φωνήεν ύστερα από το φθόγγο ι (η, υ, ει, οι) ή το φθόγγο ε (αι), τα δύο
φωνήεντα μπορούν να προφέρονται μαζί σε μία συλλαβή, 2. η συνεκφώνηση γειτονικών
φωνηέντων είτε στη συμπροφορά είτε μέσα σε λέξη, ενώ ταυτόχρονα κρατιέται ο ρυθμός
του στίχο).
Αντίθεση – Ειρωνεία
Αυτή η χρονολογική τοποθέτηση του τίτλου
έρχεται σε αντίθεση με τον ρητορικό και κομπαστικό λόγο του αφηγητή του
ποιήματος, ο οποίος αγνοεί ότι βρίσκεται στο κατώφλι της παρακμής του κόσμου
που υμνεί και της ρωμαϊκής κυριαρχίας. Η ειρωνεία υπάρχει και στη γλώσσα με
ανάμειξη καθημερινών και λόγιων στοιχείων, με τη συσσώρευση των επιθέτων σε
ασύνδετο σχήμα, με το ρητορικό τόνο που προκύπτει από επαναλήψεις και το πολυσύνδετο «κι οι πολυάριθμοι… κι
όσοι άλλοι».
Χαρακτηριστικά της καβαφικής ποίησης στο συγκεκριμένο ποίημα
-
Αλεξανδρινή
(ελληνιστική) εποχή: η εποχή αυτή κίνησε ιδιαίτερα το ενδιαφέρον του ποιητή,
γιατί ήταν ιδιαίτερα λαμπρή, έκρυβε όμως μέσα της και την παρακμή. Αυτό έδινε
στο Καβάφη τη δυνατότητα να την ερμηνεύσει ποιητικά και να δώσει τη δική του
εκδοχή στα γεγονότα, αποκαλύπτοντας την τραγική τους πλευρά. Χρησιμοποίησε την
ιστορία για να αντλήσει διδάγματα για τη δική του εποχή.
-
Συμβολισμός
-
Ειρωνεία
-
Υποβολή
– υπαινικτικότητα
-
Αίσθηση
του τραγικού
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου